αρχική σελίδα

 

 

ΓΙΑ ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΟΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

 

Τ’ άψυχα κορμιά των αγαπημένων μας
πνιγμένα πλέουν (…)
και χτυπιούνται εδώ κι εκεί.

Τα καράβια μας βυθίζονταν και δεν έβλεπες πια τη θάλασσα,
είχε γεμίσει ναυάγια και σκοτωμένους.
Οι ακτές και οι ξέρες ήταν γεμάτες νεκρά κορμιά.

 «Πέρσες» Αισχύλου

 

Στίχοι γραμμένοι για να θρηνήσουν το χαμό ενός αντίπαλου στρατού ταιριάζουν σήμερα να αφηγηθούν τη μακάβρια πραγματικότητα ενός πολέμου που διεξάγεται απέναντι σε αμάχους. Στο Φαρμακονήσι οι νεκροί είναι παιδιά και γυναίκες πρόσφυγες, που βρέθηκαν αντιμέτωποι με οπλισμένους ένστολους φρουρούς των συνόρων. Κι εκείνοι που με πολιτικές αποφάσεις διέταξαν το θάνατό τους δεν αρκούνται να τον χλευάσουν, αλλά επιπλέον τους βαφτίζουν «εισβολείς» για να εξωραΐσουν την κτηνωδία, καταφέρνοντας μόνο να την κάνουν πιο επαίσχυντη. 

Τα μεσάνυχτα της 19ης Ιανουαρίου το λιμενικό εντόπισε κοντά στο Φαρμακονήσι σκάφος με 28 Αφγανούς και Σύριους πρόσφυγες. Σε μία από τις γνωστές επιχειρήσεις παράνομης «επαναπροώθησης» ξεκίνησε τη ρυμούλκησή του προς τα τουρκικά παράλια με ιλιγγιώδη ταχύτητα και εν μέσω θαλασσοταραχής, με αποτέλεσμα η βάρκα να ανατραπεί. Εννέα βρέφη και παιδιά μαζί με τρεις γυναίκες πνίγηκαν αβοήθητα. Όπως καταγγέλλουν οι 16 επιζώντες, οι λιμενικοί, οι οποίοι είχαν προκαλέσει τη βύθιση του σκάφους, όχι μόνο αδιαφόρησαν για τη διάσωση των ναυαγών, αλλά την παρεμπόδισαν με βία και απειλές.

Ακόμα και χωρίς τις λεπτομέρειες, είναι σαφές ότι οι αλλεπάλληλοι θάνατοι σε σύνορα ναρκοθετημένα, σιδερόφρακτα και με στρατιωτικοποιημένα σώματα να περιπολούν, πάντα με στόχο ανθρώπους που φτάνουν κυνηγημένοι από διώξεις ή από τον πόλεμο, την εξαθλίωση και τη φτώχεια που σκορπά η Δύση στην καπιταλιστική περιφέρεια, δεν είναι «ατυχήματα» αλλά κρατικές δολοφονίες. Οι μαρτυρίες απλώς σκιαγραφούν τη βαρβαρότητα: διηγήσεις προσφύγων που αφού χτυπήθηκαν από Έλληνες αστυνομικούς και μέλη της FRONTEX εξαναγκάστηκαν με τα όπλα κολλημένα στο κεφάλι να πέσουν στα παγωμένα νερά του Έβρου για να γυρίσουν στην Τουρκία ή καταθέσεις επιζώντων σε διεθνείς οργανώσεις στις οποίες δηλώνουν ότι «τα φουσκωτά τους σκάφη εμβολίστηκαν, τρυπήθηκαν με μαχαίρι ή κινδύνεψαν να ανατραπούν, όταν ρυμουλκήθηκαν ή κυκλώθηκαν από πλοία του Λιμενικού, ενώ οι μηχανές των σκαφών τους καταστράφηκαν και αφαιρέθηκαν τα κουπιά τους, και εν συνεχεία εγκαταλείφθηκαν στη μέση της θάλασσας».

Η γενοκτονία που συντελείται ενάντια στους φτωχούς στα σύνορα είναι κομμάτι της εφιαλτικής πραγματικότητας που συμπληρώνεται με στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου βρίσκονται έγκλειστοι χωρίς δίκη περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι, αστυνομικά πογκρόμ, εγκλήματα σε βάρος ξένων εργατών από τα αφεντικά τους (όπως στη Μανωλάδα και τη Σαλαμίνα), και επιθέσεις από ναζιστικές συμμορίες. Δεν πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά για την επίσημη κρατική πολιτική που απορρέει από τους θεσμούς και εφαρμόζεται από τους μηχανισμούς του, με συνοδοιπόρους τους παρακρατικούς φονιάδες, με βάση το καθεστώς εξαίρεσης που επιβάλλεται στους πληθυσμούς των απόκληρων που θεωρούνται πλεονάζοντες, βαφτίζονται αυθαίρετα «παράνομοι» και πάνω στους οποίους «όλα επιτρέπονται». Επίσης, δεν πρόκειται γενικά και αφηρημένα, όπως καταγγέλλεται, για κάποια ακροδεξιά παρέκκλιση οριοθετημένη στην ελληνική επικράτεια, αλλά για την ωμή αποτύπωση της κοινής ευρωπαϊκής αντιμεταναστευτικής πολιτικής: μιας δολοφονικής διαχείρισης των προσφυγικών ρευμάτων που προκαλεί η στρατιωτική και οικονομική λεηλασία των χωρών του «τρίτου κόσμου».

Η διαφοροποίηση στην ελληνική πραγματικότητα βρίσκεται στη ρητορική που συνοδεύει τα κρατικά εγκλήματα. Σε αντίθεση με τα κροκοδείλια δάκρυα και τις ανθρωπιστικές φανφάρες που ακούμε από τα χείλη των δολοφόνων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες – για να διατηρηθεί ένα δημοκρατικό προσωπείο και να κατευναστούν κοινωνικές αντιδράσεις, όπως συνέβη στην Ιταλία μετά το πρόσφατο πολύνεκρο ναυάγιο στη Λαμπεντούζα – εδώ οι κρατικοί αξιωματούχοι και τα φερέφωνά τους στα ΜΜΕ επιδίδονται σε έναν διαγωνισμό δηλώσεων απανθρωπιάς. Εδώ το ζητούμενο δεν είναι πώς θα συγκαλυφθούν οι μαζικές κρατικές δολοφονίες στα σύνορα, αλλά πώς θα προβληθούν και θα εμπεδωθούν κοινωνικά σαν αναγκαιότητα, ώστε να υπάρχει εθισμός σε αυτές και να συντριβεί κάθε φωνή διαμαρτυρίας.

Σχολιάζοντας τον πνιγμό τεσσάρων παιδιών και οχτώ ενηλίκων στα ανοιχτά της Λευκάδας τον περασμένο Νοέμβρη, ο υπουργός προ.πο Ν. Δένδιας ανακοίνωνε με στόμφο: «δεν έχουμε ενοχικά σύνδρομα, θα υπερασπιστούμε τα σύνορά μας», πιστός στην παρανοϊκή χρήση μιας στρατιωτικής ορολογίας που είχε επικαλεστεί προεκλογικά ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς προαναγγέλλοντας την «ανακατάληψη των πόλεών μας από τους λαθρομετανάστες». Λίγες μέρες μετά το Φαρμακονήσι, ο Δένδιας επανήλθε μιλώντας για την «τραγική ποιότητα των μεταναστών που η χώρα μας έχει την ατυχία να δέχεται» - παρουσιάζοντας ανατριχιαστικές ομοιότητες με το ναζιστικό "Lebensunwertes Leben" (ζωές ανάξιες να βιωθούν), το «επιστημονικό» επιχείρημα νομιμοποίησης των στρατοπέδων εξόντωσης. Στο ίδιο μήκος κύματος υπάρχουν αμέτρητες δηλώσεις: «να τους κάνουμε το βίο αβίωτο», όπως διέταξε ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ., «πόλεμο στους λαθρομετανάστες» από τον υπουργό ναυτιλίας Μ. Βαρβιτσιώτη, «δεν υφίσταται φύλαξη συνόρων χωρίς απώλειες» από τον φασίστα βουλευτή της κυβέρνησης Θ. Πλεύρη. Μια ρητορική που δεν αποτελεί προνόμιο της (ακρο)δεξιάς και δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τη διατύπωση του πρώην υπουργού Μ. Χρυσοχοΐδη ότι (μετανάστες και οροθετικές) είναι «σαν τα σκουπίδια που κανείς δεν τα θέλει έξω από την πόρτα του», τον καιρό που είχε εξαπολύσει μαζί με τον Α. Λοβέρδο το πογκρόμ εναντίον τοξικοεξαρτημένων και οροθετικών γυναικών στο κέντρο της Αθήνας.

Αυτή η πτυχή της πραγματικότητας αποτελεί κομμάτι μιας σφοδρής ιδεολογικής επίθεσης του εγχώριου πολιτικού συστήματος μέσα σε συνθήκες κρίσης και με κατεύθυνση τον σύγχρονο ολοκληρωτισμό, η οποία δεν εξαντλείται στο μεταναστευτικό ζήτημα. Αντίθετα, εξορίζει κάθε προηγούμενη κατάκτηση κοινωνικών και ταξικών αγώνων -είτε σε υλικό είτε σε αξιακό, ηθικό επίπεδο- στο χώρο των ταμπού που πρέπει να σπάσουν, χαρακτηρίζοντάς την όχι μόνο παρωχημένη αλλά και αιτία δήθεν της σημερινής κρίσης. Ανάλογη σε κυνισμό, για παράδειγμα, είναι η επιχειρηματολογία που ενδύει τον ακραίο αποκλεισμό χιλιάδων ανθρώπων από τα στοιχειώδη (τροφή, στέγη, περίθαλψη, παιδεία), την άγρια καταστολή κοινωνικών και ταξικών αντιστάσεων, την επιστράτευση απεργών και τη δαιμονοποίηση εργατικών αγώνων, τις εισβολές σε καταλήψεις, τους ειδικούς νόμους, την «αντι»τρομοκρατική σταυροφορία στην οποία η αναρχία εμφανίζεται ως ιδιώνυμο αδίκημα που συνεπάγεται την εξοντωτική μεταχείριση αγωνιστών.

Η προπαγάνδα που στοχοποιεί τους μετανάστες και τους πρόσφυγες εντάσσεται στην ευρύτερη ιδεολογική εκστρατεία για τον εθισμό της κοινωνίας στην ταπείνωση του αδύναμου, στον εκφασισμό και τον κανιβαλισμό, η οποία πριμοδότησε την άνοδο των νεοναζί. Μια εκστρατεία για την κοινωνική αποκτήνωση που στοχεύει να αφαιρέσει από τους προλετάριους το όπλο της αλληλεγγύης για να παραχθεί φόβος, συναίνεση και υποταγή, και συνοδεύεται σε κάθε βήμα από τη συκοφάντηση και την εγκληματοποίηση κάθε φωνής και πράξης αντίστασης στη βαρβαρότητα του κράτους και του καπιταλισμού.

Απέναντι στην εκμετάλλευση, την καταπίεση, τη φτώχεια και το θάνατο που σπέρνουν τα οικονομικά και πολιτικά αφεντικά, να οργανώσουμε και να συλλογικοποιήσουμε τις αντιστάσεις μας. Να γκρεμίσουμε τη σιωπή και να διαρρήξουμε τη συναίνεση με την οποία θέλουν να περιβάλλουν τα εγκλήματα που διαπράττονται καθημερινά ενάντια στη ζωή, την ελευθερία και την αξιοπρέπεια των απόκληρων.

 

ΚΟΙΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΝΤΟΠΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ, ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΧΩΡΙΣ ΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΑΦΕΝΤΙΚΑ, ΧΩΡΙΣ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ, ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΟΡΑ, ΧΩΡΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΥΕΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΑΝΘΡΩΠΟ

 

Αναρχική Συλλογικότητα «Κύκλος της Φωτιάς»
Φεβρουάριος 2014