MAΥΡΗ ΣΗΜΑΙΑ, Αναρχικό Δελτίο Αντιπληροφόρησης και Δράσης νο 57, Σεπτέμβρης 2010

Ο ρωσικός μηδενισμός και ποπουλισμός
και το ζήτημα του βιομηχανικού προλεταριάτου
*

 

Οι ρώσοι μελετητές έχουν επισημάνει το ενδιαφέρον και τη σημασία του ρωσικού διανοητικού κινήματος της δεκαετίας του 1860 εδώ και πολύ καιρό. Πολλά εξαιρετικά βιβλία και αξιόλογα άρθρα είναι αφιερωμένα στο ζήτημα. Για παράδειγμα, ο αγροτικός σοσιαλισμός του Ν. Τσερνισέφσκι ή ο μηδενισμός του Ντμίτρι Πισάρεφ (1840-1868) έχουν αποτελέσει αντικείμενο εμβριθούς μελέτης. [i]

Είναι εκπληκτικό πως δεν έχει δοθεί σχεδόν καμία σημασία στις αντιδράσεις των ρώσων ριζοσπαστών της περιόδου των μεγάλων μεταρρυθμίσεων απέναντι στα προβλήματα που συνόδευσαν την ανάπτυξη της βιομηχανίας. Μια μελέτη πάνω σε αυτό το ζήτημα μπορεί να συνεισφέρει στην κατανόηση περισσότερων πλευρών της ρωσικής κοινωνικής σκέψης. Μπορεί να βοηθήσει στην ερμηνεία του λαϊκιστικού [ποπουλιστικού] σοσιαλισμού της δεκαετίας του 1870 και να ρίξει φως πάνω στο ζήτημα της εκπληκτικής υποδοχής των ιδεών τού Καρλ Μαρξ από τους ρώσους διανοούμενους.

Από πολύ νωρίς εμφανίστηκε στη Ρωσία μια αντικαπιταλιστική νοοτροπία και μάλιστα όχι μόνο ανάμεσα στους ριζοσπάστες. Ακόμα και πριν τη δεκαετία του 1820, Ρώσοι συγγραφείς είχαν εκφράσει τη συμπάθειά τους για τους ακτήμονες προλετάριους στην Αγγλία. Οι κριτικές του Σισμόντι για τη βιομηχανική ανάπτυξη ήταν ευρέως διαδεδομένες. [ii] Π.χ. ο Πούσκιν το 1833 παρομοίαζε τα δεινά των άγγλων εργοστασιακών εργατών με αυτά που υπέφεραν οι εβραίοι υπό τον ζυγό των Αιγυπτίων. [iii] Αλλά σε αντίθεση με τη συντηρητική ρωσική σκέψη που έτεινε να απορρίπτει τις ιδέες και τους θεσμούς της καπιταλιστικής και αστικής Δύσης υπέρ των θεσμών που θεωρούνταν αποκλειστικά ρωσικοί, οι ρώσοι ριζοσπάστες απέρριπταν την υπάρχουσα τάξη και στους δύο κόσμους υπέρ των ουτοπιών που είχαν περιγράψει οι δυτικοί ριζοσπάστες.

Η ριζοσπαστική ιντελιγκέντσια της Ρωσίας αντλούσε μεγάλο μέρος από τις αντικαπιταλιστικές της αντιλήψεις από μια ευρεία ανάγνωση των έργων των γάλλων και των βρετανών ουτοπικών σοσιαλιστών και μεταρρυθμιστών των δεκαετιών του 1820, του 1830 και του 1840. Έτσι βρίσκουμε στοιχεία της επιρροής της καθολικής σοσιαλιστικής διδασκαλίας του Lamennais τη δεκαετία του 1830. [iv] Το 1833, ο νεαρός Αλεξάντερ Χέρτσεν προσέλαβε τις ιδέες του Σαιν Σιμόν ως αποκάλυψη, όπως αναφέρει στο έργο του “Παρελθόν και Σκέψεις”. [v] Μέχρι το 1843, διαβάζουμε πως τα έργα του Προυντόν, του Καμπέ, του Φουριέ και του Λουί Μπλαν βρίσκονταν παντού. [vi] Γεμάτοι οργή για τη δουλοπαροικία και το δεσποτισμό στη χώρα τους, οι Ρώσοι ριζοσπάστες έδειχναν συμπάθεια για τους προλετάριους στη Δύση. Έτσι δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Μπελίνσκι έβρισκε πως η καταγγελία της αστικής εκμετάλλευσης από το Λουί Μπλαν στο έργο του “Histoire de Dix Ans” τον εισήγαγε σε ένα νέο κόσμο, ούτε ότι ο μεγάλος στοχαστής θα αναγνώριζε στο έργο του Ευγένιου Συ “Τα μυστήρια των Παρισίων” ένα σημαντικό κοινωνικό ντοκουμέντο του αγώνα του λαού ενάντια στην εκμετάλλευση. [vii] Δεν μπορεί να δοθεί μια λεπτομερειακή περιγραφή των απόψεων του Μπελίνσκι πάνω σε ζητήματα οικονομίας, καμία τέτοια προσπάθεια δεν θα ήταν παραγωγική, γιατί ο μεγάλος στοχαστής δεν έφτασε ποτέ να κατέχει μια συστηματική οικονομική θεώρηση. Αρκεί να πούμε πως έδωσε το κύρος του στη διάδοση των αντικαπιταλιστικών ιδεών που από τη δεκαετία του 1840 και μετά διαπότισαν τη σκέψη των Ρώσων ριζοσπαστών. Σε ένα γράμμα προς τον φίλο του Μπότκιν, το 1847, ενώ έκανε διάκριση ανάμεσα στη λιγότερο απεχθή μικρότερη μπουρζουαζία και τους μεγάλους καπιταλιστές που κυβερνούσαν τη Γαλλία, ο Μπελίνσκι έγραφε: «Συμφορά στο κράτος που είναι στα χέρια των καπιταλιστών, αυτών των ανθρώπων χωρίς πατριωτισμό, χωρίς κανένα υψηλό αίσθημα. Για αυτούς τους ανθρώπους ο πόλεμος και η ειρήνη σημαίνουν απλώς μια άνοδο ή μια πτώση στην αγορά. Πέρα από αυτό δεν βλέπουν τίποτα». [viii]

Είναι εύκολο να βρεθούν περισσότερα στοιχεία που δείχνουν ότι το ζήτημα της σύγκρουσης κεφαλαίου - προλεταριάτου βάρυνε στη σκέψη των ρώσων στοχαστών από τη δεκαετία του 1840 και μετά. Ο προικισμένος νεαρός καθηγητής V. A. Milyutin έγραψε μερικά άρθρα για τα “Χρονικά της Πατρίδας” το 1847 πάνω στο θέμα του προλεταριάτου και της φτώχειας στην Αγγλία και τη Γαλλία. [ix] Η ομάδα Petrashevsky, στην οποία συμμετείχαν πολλοί διάσημοι Ρώσοι (μεταξύ των οποίων ο Σαλτίκοφ και ο Ντοστογιέφσκι) διαπνεόταν από τις ιδέες του Προυντόν, του Σαιν Σιμόν και του Φουριέ. Παρά τη διάλυση των Petrashevsky, υπάρχει άμεση σχέση των ιδεών τους με τις ιδέες της γενιάς του 1860. Το 1848, ο Ν. Τσερνισέφσκι, που ήταν τότε φοιτητής στο πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, γνώρισε τις ιδέες του Φουριέ μέσω της επαφής του με ένα από τα μέλη της ομάδας. [x]

Η πνευματική άνθηση που ακολούθησε το θάνατο του τσάρου Νικολάου του A’ συνοδεύτηκε από μια πρωτοφανή κατάσταση ως προς την ελευθερία της έκφρασης. Αφήνοντας κατά μέρος τις ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ρωσικές αντιδράσεις απέναντι στην αναπτυσσόμενη μαρξιστική σκέψη, που θα συζητηθούν στην τελευταία ενότητα αυτού του άρθρου, μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι το σύνολο της πνευματικής ηγεσίας έδειχνε ζωηρό ενδιαφέρον για τα ζητήματα που έθετε η ανάπτυξη της βιομηχανίας. Σε γενικές γραμμές, η ρωσική αντίδραση σε αυτά που γίνονταν γνωστά για τη νέα καπιταλιστική κοινωνία συνίστατο σε φόβο, τρόμο ή περιφρόνηση. Η συμπάθεια για το προλεταριάτο συνοδευόταν, όπως και τη δεκαετία του 1840, από την πιο οξεία αντιπάθεια για την αστική τάξη. Μπορεί κανείς να βρει ένα μεγάλο αριθμό σχετικών άρθρων στα δύο επιφανέστερα ριζοσπαστικά περιοδικά: “Ο Σύγχρονος Άνθρωπος” και “Ρωσικός Λόγος”. [xi]

Τα δύο άρθρα του Shelgunov για το αγγλικό και το γαλλικό προλεταριάτο είναι από τα σημαντικότερα του είδους. Ο συγγραφέας ξεκινάει κριτικάροντας έντονα τους αστούς οικονομολόγους που προσπάθησαν να δικαιολογήσουν την εικόνα κοινωνικής αθλιότητας που παρουσίασε ο Ένγκελς με ειλικρίνεια. Η διαφορά ανάμεσα στον Ένγκελς, στον οποίο αναφέρεται ο Shelgunov ως έναν από τους «καλύτερους Γερμανούς», και τους αντιπάλους του έγκειται στο γεγονός ότι ενώ ο Ένγκελς έλεγε τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη, οι συντηρητικοί δεν έκαναν μόνο το μαύρο άσπρο αλλά επίσης υποστήριζαν ότι τα πράγματα θα πρέπει να μείνουν ως έχουν. [xii]

Στη συνέχεια ακολουθεί μια περιγραφή του εκμηχανισμού της βιομηχανίας στη Βρετανία και των κοινωνικών συνθηκών που του αντιστοιχούσαν. Οι συνθήκες ζωής των εργατών είναι τρομερές. Η διαίρεση της κοινωνίας σε δύο τάξεις, εκμεταλλευόμενους και εκμεταλλευτές, είναι η «χειρότερη αρρώστια» του σύγχρονου πολιτισμού. [xiii] Ο εργάτης είναι σκλάβος που πουλιέται και αγοράζεται ως εμπόρευμα. [xiv] Στη Γαλλία, συνεχίζει ο Shelgunov, οι συνθήκες είναι, αν μη τι άλλο, χειρότερες καθώς το πολιτικό σύστημα δίνει λιγότερες ευκαιρίες στους εργάτες να υπερασπίσουν τον εαυτό τους. [xv] Τα ανακουφιστικά μέτρα που πήραν οι καπιταλιστές, όπως τα πρότυπα στεγαστικά προγράμματα ή τα φθηνά εστιατόρια, δεν φτάνουν στη ρίζα του προβλήματος. [xvi]

Ο Shelgunov διακρίνει κάποια ελπίδα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Εκφράζει το βαθύ θαυμασμό του για το σθένος και το πείσμα των βρετανών εργατών, χαρακτηριστικά που τους καθιστούν πιο επικίνδυνους από τους ασταθέστερους γάλλους. [xvii]

Όπως και πολλοί άλλοι ρώσοι συγγραφείς εκείνης της περιόδου, ο Shelgunov ένιωθε τέτοια απέχθεια για τη φρίκη του καπιταλισμού που ήταν ευγνώμων που η Ρωσία είχε γλιτώσει από την αθλιότητα της προλεταριοποίησης. Στο άρθρο του, «Η οικονομική σημασία των πόλεών μας» (“Ο Ρωσικός Λόγος”, Ιούλιος 1864) έγραφε: «Η λαμπρή επιτυχία του αγγλικού εμπορίου και της αγγλικής βιομηχανίας μάς εμποδίζουν να δούμε τις συνθήκες ζωής των προλετάριων στις πόλεις και τα χωριά». Και συνέχισε λέγοντας πως μια χώρα είναι πολύ πιο ευτυχισμένη όταν η πλειοψηφία των κατοίκων της έχουν γη να καλλιεργήσουν ώστε να μην χρειάζεται να πάνε στις πόλεις για να γίνουν προλετάριοι». [xviii]

Σε γενικές γραμμές, οι ριζοσπάστες της δεκαετίας του 1860 είχαν την ίδια στάση με τον Shelgunov. Ήταν η εποχή που οι ριζοσπάστες υιοθετούσαν την αντικαπιταλιστική οπτική που θα αποτελούσε από εδώ και στο εξής αναπόσπαστο κομμάτι της φιλοσοφίας τους. Έτσι ο N. Σοκόλοφ έγραψε ότι η καπιταλιστική εργασία αποτελούσε «φόνο» του εργάτη «εκ προμελέτης» αποκαλώντας την πολιτική οικονομία που υπερασπιζόταν τον καπιταλισμό ως «ένα δόγμα φτώχειας, σκλαβιάς και θανάτου». [xix]

Μέσα από τη μελέτη των συνθηκών στο εξωτερικό η ρωσική ιντελιγκέντσια προετοιμάστηκε για τον αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό στην ίδια της τη χώρα. Ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1860, διαπιστώνουμε την έκφραση ανησυχίας σχετικά με τις συνέπειες της εισαγωγής της καπιταλιστικής οικονομίας στη ζωή της Ρωσίας. Παρόλο που μια ολιγάριθμη σχολή αστών οικονομολόγων γεννήθηκε αντιπροσωπεύοντας ιδεολογικά την αναπτυσσόμενη καπιταλιστική τάξη, ήταν επίσης διαδεδομένη η ανησυχία για τα αποτελέσματα της εκβιομηχάνισης. Το 1859, δημιουργήθηκε ακόμα και μία κυβερνητική επιτροπή για να σχεδιάσει την εργατική νομοθεσία. [xx]

Το προλεταριακό ζήτημα έγινε ένα από τα αντικείμενα συζήτησης ανάμεσα στους ριζοσπάστες από τη μια μεριά και τους φιλελεύθερους και τους συντηρητικούς από την άλλη. Οι πρώτοι στράφηκαν στον Λουί Μπλαν, τον Λασάλ, ακόμα και στους Ένγκελς και Μαρξ για επιχειρήματα και υλικό, ενώ οι δεύτεροι άντλησαν σε μεγάλο βαθμό τα επιχειρήματά τους από τα γραπτά του Ζ. Μπ. Σαίη, του Μπαστιά και του Ντε Μολινάρι. [xxi]

Η δήλωση ενός αρθρογράφου στον “Σύγχρονο Άνθρωπο” το Μάιο του 1861 πως το «όλον έργο της σύγχρονης οικονομικής σκέψης συνίσταται στην απελευθέρωση των εργατών από το ζυγό του Κεφαλαίου» [xxii] είναι χαρακτηριστική για τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούσαν οι ρώσοι ριζοσπάστες στα γραπτά των δυτικών ομολόγων τους.

Μια σημαντική συνεισφορά στη ρωσική σκέψη σχετικά με το προλεταριάτο, και τώρα για πρώτη φορά σχετικά με το ρωσικό προλεταριάτο ήταν το βιβλίο του N. Flerovski (Bervi), “Polozenie rabocego klassa Rossii” (“Η κατάσταση της εργατικής τάξης στη Ρωσία”). [xxiii] Πριν τη δημοσίευση αυτού του βιβλίου, η ρωσική οικονομική σκέψη όλων των αποχρώσεων έτεινε στην αποδοχή της καθησυχαστικής άποψης ότι το βιομηχανικό προλεταριάτο ήταν ένα είδος που ενδημούσε στη Δυτική Ευρώπη, και πως η ακραία φτώχεια δεν υπήρχε στη Ρωσία. [xxiv]

Το βιβλίο του Flerovski που έτυχε πολλών επαίνων από τον Καρλ Μαρξ και άσκησε μεγάλη επιρροή στη ρωσική σκέψη αποτέλεσε ένα ισχυρό σοκ για όσους ήταν αισιόδοξοι σχετικά με το ρωσικό κοινωνικό καθεστώς. [xxv]

Σύμφωνα με τον συγγραφέα, παρόλο που πολλοί Ρώσοι μιλούσαν για τις κακές συνθήκες ζωής των εργαζόμενων τάξεων στην Αγγλία, τη Γαλλία ή το Βέλγιο, η πραγματικότητα ήταν πως ο μισθός ενός ρώσου εργοστασιακού εργάτη ήταν μικρότερος από το μισθό ενός γάλλου εργάτη του 18ου αιώνα. [xxvi] Ο Flerovski το τοποθέτησε ακόμα ωμότερα λέγοντας ότι η μοίρα του άγγλου φτωχού είναι «παραδεισένια» σε σύγκριση με τη μοίρα του ρώσου εργάτη. [xxvii]

Ο Flerovski υποστήριζε πως οι εργοστασιακοί εργάτες είναι σε χειρότερη κατάσταση από τους χωρικούς, ακόμα και από αυτούς που εργάζονται σε μεγάλα ιδιωτικά κτήματα. [xxviii] Επιπλέον, διαπίστωσε πως η μεγάλη βιομηχανία χαρακτηρίζεται από χειρότερες συνθήκες από τη βιομηχανία μικρής κλίμακας, πράγμα που κάνει ακόμα πιο ξεκάθαρη τη στάση του ενάντια στη βιομηχανική ανάπτυξη.[xxix] Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του σχετικά με το ρόλο της βιομηχανίας στη ρωσική κοινωνική ζωή: «Η βιομηχανία, που αποτελεί πηγή ανθρώπινης ευημερίας και ευτυχίας, έγινε εδώ μάστιγα… που δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με την πανούκλα ή τη χολέρα». [xxx] Δεν προξενεί έκπληξη το γεγονός ότι οι εργάτες προσπαθούν να ξεφύγουν από τη μηχανή, διαφεύγοντας προς την άδεια στέπα, όπου η παραγωγικότητα είναι μικρότερη αλλά υπάρχει μεγαλύτερη ευημερία απ’ ό,τι στις πόλεις. [xxxi]

Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Flerovski έκανε κριτική όχι τόσο στην ίδια τη βιομηχανική ανάπτυξη όσο στους κοινωνικούς θεσμούς μέσα στους οποίους πραγματοποιείτο. Για παράδειγμα, σημειώνει ότι στην Αγγλία, την πιο ανεπτυγμένη βιομηχανικά χώρα, οι μάζες είναι συνολικά σε καλύτερη κατάσταση απ’ ό,τι στη Ρωσία. Παρόλο που το βιβλίο του είναι σε ακραίο βαθμό μη συστηματικό και χαοτικά οργανωμένο, εκφράζει ωστόσο την ιδέα πως μια σωστή κοινωνική οργάνωση μπορεί να κάνει εφικτή τόσο μια αποδοτική παραγωγή όσο και την κοινωνική ευημερία. Πρέπει να τονιστεί πως για κάποιον που μελετά τη ρωσική οικονομική σκέψη της δεκαετίας του 1860 είναι ξεκάθαρο ότι οι ριζοσπάστες ψηλαφούσαν σιγά-σιγά μια σύνθεση του σοσιαλισμού και του βιομηχανισμού – που, όπως έδειξε ο Μαρξ, θα γινόταν περισσότερο αποδεκτή στη Ρωσία παρά σε οποιαδήποτε άλλη χώρα.

Η οικονομική σκέψη της δεκαετίας του 1860 ήταν διαποτισμένη από μίσος και περιφρόνηση για την αστική τάξη και για τον πολιτικό και οικονομικό φιλελευθερισμό που επεξεργάζονταν οι διανοητικοί της εκπρόσωποι. Κανείς δεν συνεισέφερε περισσότερο σε αυτό το ρεύμα σκέψης από τον Τσερνισέφσκι, του οποίου τα έργα διαπνέονταν από ένα ριζοσπαστικό δημοκρατικό πνεύμα. Ο Τσερνισέφσκι επιτίθετο στην αστική τάξη ως εκμεταλλεύτρια τάξη. [xxxii]

Στα άρθρα του για την κομμούνα των χωρικών, τις σημειώσεις του για τον Μιλλ και το έργο του «Κεφάλαιο και Εργασία», ο Τσερνισέφσκι επιδίωξε την κατεδάφιση των ιδεολογικών θεμελίων της καπιταλιστικής οικονομικής επιστήμης. Δεν υπάρχει ίσως πιο ξεκάθαρη έκφραση αυτής της στάσης από τις πρώτες σελίδες του έργου του «Η ανθρωπολογική αρχή στη φιλοσοφία», όπου υπέβαλε σε ανελέητη κριτική τον Jules Simon, κατηγορώντας τον ως υποκριτή φιλελεύθερο, ενώ έκρινε τον Τζων Στιούαρτ Μιλλ ως έναν ταλαντούχο αλλά κοινότοπο στοχαστή, του οποίου τη δειλία απέδιδε στην κοινωνική του θέση. Μια παρόμοια στάση απέναντι στους οικονομικά προνομιούχους μπορεί να βρει κανείς και στον Ντ. Πισάρεφ. Έτσι, ο διάσημος μηδενιστής ενέκρινε ολόψυχα την προτροπή του Λασάλ στην επιβολή σωματικής τιμωρίας στους αστούς οικονομολόγους που τολμούσαν να αποκαλούν τα κέρδη των καπιταλιστών επιβράβευση της προσπάθειάς τους. [xxxiii] Στο κείμενό του «Χάινριχ Χάινε» ο Πισάρεφ καυτηρίαζε τους πλουτοκράτες που στέρησαν από τις μάζες τους καρπούς της Ιουλιανής Επανάστασης [του 1830 στη Γαλλία] και έκανε αυστηρή κριτική στον αγαπημένο του ποιητή που σχετίστηκε με τους «βαρόνους του χρήματος» που όρθωσαν μια πλουτοκρατία πάνω στα ερείπια της φεουδαρχίας. Πράγματι, σύμφωνα με τον Πισάρεφ, η τραγωδία του Χάινε και η αιτία των αδυναμιών στην ποίησή του έγκειτο στο γεγονός ότι δεν μπορούσε να έλθει σε ρήξη με τον κόσμο της αστικής τάξης. Σε αντίθεση με την κριτική του για το Χάινε, ο Πισάρεφ εγκωμίαζε την τυφλή αφοσίωση στα κοινωνικά ιδανικά που επεδείκνυαν οι Μπλαν, Προυντόν και Λασάλ. [xxxiv]

Τι πρότειναν όμως οι Ρώσοι ριζοσπάστες για να περιφρουρήσουν τη χώρα τους από την καπιταλιστική βιομηχανική ανάπτυξη, με την ανάπτυξη του προλεταριάτου και της αστικής τάξης που τη συνόδευαν; Υπέδειξαν τρεις κυρίως διεξόδους, σε κάθε μια από τις οποίες το προλεταριακό ζήτημα έπαιζε ρόλο. Ο Καπιταλισμός μπορούσε να αποφευχθεί, να τροποποιηθεί ή να καταστραφεί. Διατρέχοντας τον κίνδυνο της υπεραπλούστευσης μπορούμε να αναφερθούμε σε αυτά τα τρία ρεύματα σκέψης ως επηρεασμένα από τον Φουριέ, τον Σαιν Σιμον και τον Μαρξ. Ορισμένοι ή ίσως όλοι οι συγγραφείς που ασχολήθηκαν με οικονομικά ζητήματα ήταν ιδιαίτερα εκλεκτικιστές στα δάνειά τους από τη δυτική σκέψη. Παρόλα αυτά οι κατηγορίες αυτές είναι χρήσιμες για μια ταξινόμησή τους.

Η ελπίδα της διαφυγής από τα δεινά του καπιταλισμού μέσω της ίδρυσης ιδανικών κοινοτήτων δεν ήταν φυσικά μια νέα θεματική στη ρωσική κοινωνική σκέψη. Για παράδειγμα, ο M. V. Butashevich-Petrashevsky είχε πειραματιστεί πάνω σε αυτή τη βάση με τους δικούς του δουλοπάροικους –που έκαψαν τις πρότυπες κατοικίες στις οποίες ήλπιζε ότι θα ζούσαν. Τη δεκαετία του 1860, ο Τσερνισέφσκι ήλπιζε να επιλύσει το βιομηχανικό ζήτημα μέσα από έναν συνδυασμό προτάσεων που σταχυολόγησε από τον Φουριέ και τον Λουί Μπλαν. Παρά το ρεαλιστικό του πνεύμα στην κατάδειξη των δεινών του καπιταλισμού, ο Τσερνισέφσκι δεν πήγε παραπέρα όσον αφορά τη θετική πλευρά. Στο άρθρο του «Κεφάλαιο και Εργασία» υποστήριζε ότι η συνεργατική παραγωγή θα ήταν πολύ καλύτερη για την κοινωνική ευημερία απ’ ό,τι η παραγωγή σε καθεστώς ατομικής ιδιοκτησίας. Έτσι επεξεργάστηκε ένα σχέδιο για τη δημιουργία συνεργατικών που θα είχαν από 1.500 έως 2.000 μέλη, οι οποίες θα επιδοτούνταν από την κυβέρνηση και θα συνέχιζαν το βιομηχανικό όσο και το αγροτικό έργο. Το σχέδιο θα πετύχαινε γιατί τα κίνητρα θα ήταν μεγαλύτερα απ’ ό,τι στο υπάρχον σύστημα. Επιπλέον, το σύστημα θα ήταν δικαιότερο από το σύστημα της μισθωτής εργασίας, στο οποίο ο μισθωτός εργάτης ήταν σκλάβος της οικονομίας. Σε σχέση με το τελευταίο σημείο, είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι ο Τσερνισέφσκι έφτασε σε μια θέση αρκετά παρόμοια με τη διδασκαλία του Μαρξ για την «υπεραξία». [xxxv]

Ο Τσερνισέφσκι έδωσε μεγάλη σημασία στο ζήτημα στη διάσημη νουβέλα του «Τι να κάνουμε» που γράφτηκε στη φυλακή το 1863, δημοσιεύτηκε στον “Σύγχρονο Άνθρωπο” και είχε τεράστια επιρροή. Η ηρωίδα Vera Pavlovna, ανοίγει μια ραπτική συνεργατική όπου μπορούν να δουλέψουν εργαζόμενα κορίτσια για να βγάλουν τα προς το ζην ξεφεύγοντας από την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Σύντομα η επιχείρηση γίνεται τόσο πετυχημένη που η ίδια μπορεί να πάψει να παρέχει τις υπηρεσίες της. Τα κορίτσια δημιουργούν ένα δίκτυο επιχειρήσεων που λειτουργεί επιτυχημένα –υπάρχουν φυσικά μια κοινή τραπεζαρία και άλλες υποδομές αλληλοβοήθειας. Στα τέσσερα «όνειρα» της Vera Pavlovna, ο Τσερνισέφσκι ανέπτυξε τα ιδανικά του για την κοινωνική αναδιοργάνωση. Το πιο ενδιαφέρον είναι το τελευταίο, στο οποίο οι έρημοι της Κεντρικής Ασίας έχουν μετατραπεί σε σύγχρονους τεχνολογικούς παραδείσους φτιαγμένους από γυαλί, αλουμίνιο και ηλεκτρισμό.

Ο Τσερνισέφσκι εξέτασε τα προβλήματα της βιομηχανίας και στις σημειώσεις του για τον Μιλλ. Εδώ, όπως και αλλού, υποστήριξε την αρχή του συνεταιρισμού. Η εργασία στον καπιταλισμό είναι δυσάρεστη. Ωστόσο, αυτό θα ίσχυε μέχρι να καταργηθεί η μισθωτή εργασία. Ωστόσο, ο Τσερνισέφκσι δεν απέρριπτε την παραγωγή μεγάλης κλίμακας. Τα εργαλεία της παραγωγής θα έπρεπε να γίνουν ιδιοκτησία των κολεκτίβων. Η οικονομική εξέλιξη οδηγεί στην αρχή του συνεταιρισμού.[xxxvi]

Στο επίκεντρο της οικονομικής σκέψης του Τσερνισέφσκι βρισκόταν περισσότερο η γεωργία παρά η βιομηχανία. Παρόλο που δεν μπορούμε να θίξουμε εδώ το προπαγανδιστικό του έργο υπέρ της κοινής αγροτικής ιδιοκτησίας σε αντιπαράθεση με την ατομική ιδιοκτησία, δεν είναι ωστόσο άσχετο να σημειωθεί ότι τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούσε ενάντια στον αγροτικό καπιταλισμό σχετίζονται επίσης και με τη βιομηχανία. Στο κείμενό του «Κριτική των φιλοσοφικών προκαταλήψεων ενάντια στην κοινή κατοχή της γης», ο Τσερνισέφσκι επιδίωξε να αντικρούσει την επιχειρηματολογία των οικονομολόγων σύμφωνα με την οποία εφόσον η ατομική ιδιοκτησία αντικατέστησε την κοινοτική κατοχή της γης στη Δυτ. Ευρώπη, το ίδιο θα έπρεπε να συμβεί και στη Ρωσία. Ο Τσερνισέφσκι υποστήριζε πως η Ρωσία θα μπορούσε να περάσει στο σοσιαλισμό χωρίς να χρειαστεί να περάσει από τον καπιταλισμό μέσω του Μιρ. [xxxvii]

Σύμφωνα με τον Τσερνισέφσκι, η σωτηρία θα ερχόταν μέσω της αρχής του συνεταιρισμού. Η οδός για τη σωτηρία που πρότεινε ο Flerovski ήταν παρόμοια. Ο Flerovski υποστήριζε ότι η οργάνωση της οικονομίας στην οποία τα προϊόντα του εργοστασίου ανήκουν στους καπιταλιστές είναι επιζήμια σε ακραίο βαθμό. Ο Flerovski, όπως και ο Τσερνισέφσκι, υποστήριζε τον εργατικό έλεγχο της παραγωγής αλλά κάτω από συνθήκες περισσότερο ευνοϊκές για τους καπιταλιστές από αυτές που θα δεχόταν ο Τσερνισέφσκι.

Οι εργάτες καρπώνονται το σύνολο των κερδών της βιομηχανίας, υπό την προϋπόθεση ότι είναι εγγυημένη μια απόδοση 15% της επένδυσης των καπιταλιστών. Η αμοιβή των εργατών αποτελεί ανταπόδοση για τον κυρίαρχο ρόλο τους στην παραγωγή -το κέρδος των καπιταλιστών είναι απλώς ένα είδος ασφάλισης ώστε να είναι βιώσιμη η επιχείρηση. Σε περίπτωση αποτυχίας της επιχείρησης, υπεύθυνος θεωρείται ο καπιταλιστής. Ενδιαφέρον σημείο της επιχειρηματολογίας αυτής είναι ότι η σκληρότερη και πιο δυσάρεστη εργασία, που αμείβεται άθλια στο υπάρχον σύστημα, τυγχάνει της υψηλότερης αμοιβής. Έτσι, στο σχέδιο αυτό αποσοβείται ο κίνδυνος να φύγουν τα κεφάλαια από τη χώρα. Το κεφάλαιο συνεχίζει να υπάρχει στο βαθμό που υπάρχουν πόροι και γνώση. Η αναφορά αυτή παραπέμπει στους Πουριτανούς που εξασφάλισαν ευημερία στη βάση της ενεργητικότητας και της γνώσης, παρότι δεν είχαν από την αρχή διαθέσιμα κεφάλαια. [xxxviii]

Το βιβλίο του Flerovski άσκησε μεγάλη επιρροή. Από κοινού με το έργο του Λαβρόφ «Ιστορικές Επιστολές» αποτέλεσαν ένα κάλεσμα στην ιντελιγκέντσια να βοηθήσει τις κακότυχες μάζες. [xxxix] Αντίθετα από τον Τσερνισέφσκι, ο Flerovski είχε μεγάλες προσδοκίες πως θα πείσει τις ανώτερες τάξεις να αναλάβουν ηγετικό ρόλο στην ανακούφιση των εργατών και των αγροτών από τα δεινά τους. Έτσι, μιλούσε ως ένας τυπικός εκπρόσωπος της ιντελιγκέντσιας, αντιλαμβανόμενος ότι η ευημερία της χώρας εξαρτάται συνολικά από τις συνθήκες ζωής των μαζών. Όπως έλεγε στον πρόλογο του βιβλίου του, η ζήτηση για επαγγελματίες οικονομολόγους και γεωπόνους θα μεγάλωνε μόνο όταν οι καπιταλιστές δεν θα βασίζονταν πια στους χαμηλούς μισθούς για να διατηρήσουν την εξουσία τους.

Ο Πισάρεφ αποτελεί εκπρόσωπο του σαινσιμονικού ρεύματος της ρωσικής σκέψης σχετικά με τα προβλήματα του προλεταριάτου. Όσον αφορά τις απόψεις του για την οικονομία, ο Πισάρεφ ταλαντευόταν ανάμεσα σε μια αόριστη σύλληψη του σοσιαλισμού και σε έναν πολύ πιο συγκεκριμένο φωτισμένο καπιταλισμό –ο δεύτερος ήταν κυρίαρχος στη σκέψη του. Το πιο φιλόδοξο οικονομικό έργο του Πισάρεφ ήταν «Η γέννηση της κουλτούρας». [xl] Η βασική πηγή που χρησιμοποίησε ήταν ο αμερικάνος οικονομολόγος Henry Charles Carey –όπως μπορεί να διαπιστωθεί από μια σύγκριση του έργου του Πισάρεφ με το έργο του Carey “Ποικίλα Έργα”. [xli] Και οι δύο συγγραφείς είναι υπέρμαχοι της «αρμονίας» ανάμεσα στη βιομηχανία και τη γεωργία. Και οι δύο είναι σκληροί επικριτές του εμπορικού και χρηματιστικού καπιταλισμού, σε αντιπαράθεση με τον βιομηχανικό καπιταλισμό τον οποίο υποστηρίζουν. Οι δυο μεγάλες κατάρες της ανθρωπότητας είναι ο πόλεμος και το εμπόριο, το οποίο πολύ συχνά οδηγεί στον πόλεμο. Επιτίθενται με οξύτητα ενάντια στη συγκέντρωση της βιομηχανίας και της γεωργίας, που εκπροσωπεί η Μεγάλη Βρετανία η οποία κρατά τις αγροτικές χώρες του κόσμου οικονομικά υποτελείς. Μιλούν για την αναγκαιότητα να δημιουργηθεί μια κοινωνία όπου οι τοπικές βιομηχανίες, διάσπαρτες σε πολλά μικρά κέντρα, θα επεξεργάζονται τα προϊόντα της τοπικής γεωργίας.

Ο Πισάρεφ τοποθετεί ξανά τα οικονομικά προβλήματα στο προσκήνιο στην πιο δημοφιλή σειρά άρθρων του με τον τίτλο «Οι Ρεαλιστές» (1864) λέγοντας ότι τα κύρια προβλήματα της Ρωσίας είναι δύο: η φτώχεια και η αμάθεια. Δανειζόμενος μία έκφραση του Φουριέ, διακηρύσσει πως η κοινωνία βρίσκεται μέσα σε έναν φαύλο κύκλο όπου η φτώχεια δημιουργεί την αμάθεια, η οποία με τη σειρά της δημιουργεί φτώχεια. [xlii] Η μόνη διέξοδος βρίσκεται σε μια «οικονομία των διανοητικών δυνάμεων», μια συσπείρωση όλων των προσπαθειών για την αύξηση του διανοητικού κεφαλαίου της χώρας. Στη σκέψη του Πισάρεφ τα κύρια μέσα για την ανθρώπινη πρόοδο είναι η επιστήμη και η τεχνολογία. Αυτά θα ετίθεντο σε εφαρμογή από φωτισμένους βιομήχανους. Η επιστήμη και η τεχνολογία θα αντικαθιστούσαν την τέχνη και τη φιλοσοφία ως βασικά μελήματα της διανοητικής ζωής και ως βάσεις της εκπαίδευσης.

Η κυριαρχία του καπιταλιστή στην οικονομική διαδικασία ήταν ιστορικά εδραιωμένη και αναπόφευκτη. «Αλλά η κυριαρχία αυτή μπορεί να είναι είτε βλαβερή είτε ωφέλιμη για το λαό. Παρέχετε σε αυτόν (τον καπιταλιστή) μια πλήρη ανθρωπιστική εκπαίδευση με γερό υπόβαθρο και ο ίδιος καπιταλιστής θα γίνει όχι ένας καλοσυνάτος φιλάνθρωπος αλλά ένας ευφυής …διευθύνων της εργασίας του λαού, με άλλα λόγια ένας άνθρωπος εκατό φορές πιο χρήσιμος από έναν φιλάνθρωπο». [xliii]

Πρέπει να τονιστεί πως ο Πισάρεφ ήταν ενάντιος στην εκμετάλλευση εξίσου σκληρά όσο και οι περισσότεροι συγγραφείς της περιόδου. Έκανε μια σαφή διάκριση ανάμεσα στην παραγωγική και τη μη παραγωγική δραστηριότητα. Μόνο ένας παραγωγικός, επιχειρηματικός καπιταλισμός τύγχανε της επιδοκιμασίας του. Η κατοχή κεφαλαίου επέβαλλε στον καπιταλιστή την υποχρέωση να υπηρετεί την κοινωνία: «Ένας εργάτης που κατέχει κεφάλαιο μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό του την “πολυτέλεια” να ρισκάρει το κεφάλαιό του λόγω της προσήλωσής του στα ιδανικά του, πράγμα ανέφικτο για έναν καθαρό καπιταλιστή - για παράδειγμα, μπορεί να το ξοδέψει σε επιστημονικά πειράματα, σε ερευνητικές αποστολές ή στην εφαρμογή των ανθρωπιστικών του θεωριών στη ζωή». [xliv]

Στο έργο του «Μοτίβα του Ρωσικού Θεάτρου», ο Πισάρεφ οραματίζεται ένα μέλλον όπου ο «νεαρός γεωργός θα θεμελιώσει την οικονομία του σε ευρωπαϊκές βάσεις, έπειτα ο νεαρός καπιταλιστής θα φτιάξει τα εργοστάσια που χρειαζόμαστε, και θα τα φτιάξει με τέτοιο τρόπο που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα του εργοδότη και του εργάτη». [xlv]

Ο Πισάρεφ αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση ρώσου διανοούμενου του καιρού του ως προς την εξαιρετική δεκτικότητά του σε ριζοσπαστικές επιρροές από τη Δυτ. Ευρώπη. Δεν προκαλεί έκπληξη η ανακάλυψη μιας σοσιαλιστικής παραλλαγής του κυρίαρχου βιομηχανικού ρεύματος στην οικονομική του σκέψη. Αναφέραμε τις γεμάτες σεβασμό αναφορές του στον Μπλαν και τον Λασάλ στο άρθρο του για τον Χάινε. Τα έργα του περιλαμβάνουν πολυάριθμες αναφορές στο ριζοσπαστικό κίνημα του προλεταριάτου της Δύσης. Έτσι σε ένα άρθρο του («Σχολείο και Ζωή») αναφέρεται στο εργατικό ζήτημα ως εκείνο από το οποίο εξαρτάται το μέλλον της Ευρώπης και προβλέπει ότι η Ρωσία, που μέχρι τότε είχε αποφύγει το πρόβλημα, δεν θα μπορέσει να το αποφεύγει για πάντα. Η Ρωσία θα πρέπει να ξεκινήσει να μελετά το ζήτημα, έτσι ώστε να βρει τρόπο να αποφύγει τη μοίρα της Δύσης. [xlvi]

Στο ίδιο απόσπασμα, ο Πισάρεφ έγραφε: «Το [εργατικό] ζήτημα δε θα λυθεί από φιλάνθρωπους και κηδεμόνες, αλλά μόνο από τους ίδιους τους εργάτες όταν αφενός το πρακτικό τους πνεύμα και η εργατικότητα θα συναντηθούν με μία ξεκάθαρη κατανόηση των ανθρώπινων σχέσεων και αφετέρου όταν μπορέσουν να πάνε πέρα από το επίπεδο της προσωπικής ματιάς για να φτάσουν σε έναν ευρύ συλλογισμό που οδηγεί σε γενικότερα συμπεράσματα».

Ενδεχομένως ο πρωτόλειος μαρξισμός του συνεργάτη του Πισάρεφ στον “Ρωσικό Λόγο”, Π. Τκάτσεφ να έχει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τον ουτοπισμό του Τσερνισέφσκι ή το ρεφορμισμό του Πισάρεφ. Ο Τκάτσεφ, που σε ένα άρθρο του στον “Ρωσικό Λόγο” το Δεκέμβρη του 1865 δήλωσε οπαδός του Μαρξ, πήγε ακόμα μακρύτερα από κάθε άλλο συγγραφέα της εποχής του όσον αφορά δύο τουλάχιστον βασικές μαρξιστικές θέσεις –δεν εξέθεσε μόνο τη διδασκαλία του οικονομικού ντετερμινισμού, αλλά έκανε την ιδέα της ταξικής πάλης κεντρικό χαρακτηριστικό της οικονομικής φιλοσοφίας του, περισσότερο από οποιονδήποτε προκάτοχό του. [xlvii]

Το 1869 ο Τκάτσεφ μετέφρασε ένα βιβλίο του γερμανού οικονομολόγου Ernst Becker πάνω στο εργατικό ζήτημα. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι το βιβλίο περιελάμβανε σαν παραρτήματα μια μελέτη για την ίδρυση λαϊκής τράπεζας εμπνευσμένης από τον Προυντόν και το Καταστατικό της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων. Στον πρόλογο του βιβλίου, ο Τκάτσεφ παρουσίασε τη δική του θεωρία για την κοινωνική επιστήμη εφαρμοσμένη στο προλεταριακό ζήτημα.

Ο Τκάτσεφ απέρριπτε ως παρωχημένη τόσο τη δογματική συντηρητική σχολή, που απλά κατέγραφε γεγονότα τα οποία αποδεχόταν ως μοιραία, όσο και την αντιπολιτευόμενη σχολή των ιδεαλιστών που έκαναν κριτική στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων στο όνομα της αφηρημένης δικαιοσύνης. Μια κριτική σχολή είχε κάνει την εμφάνισή της, η οποία έθετε το ερώτημα γιατί στη σφαίρα της κοινωνικής οργάνωσης τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως θα έπρεπε να είναι. [xlviii] Οι συνθήκες ευνοούσαν τους υποστηρικτές της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων στην πάλη τους με αυτούς που της ασκούσαν κριτική, διότι οι ισχύουσες κοινωνικές αρχές ήταν κατάφωρα ανορθολογικές.

Στη συνέχεια ο Τκάτσεφ εξηγεί ότι μια νέα αρχή παρέχει τη βάση τόσο για τα θετικά όσο και για τα αρνητικά επιχειρήματα των αντιπάλων της καθεστηκυίας τάξης. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, οι μορφές κοινωνικής ζωής βασίζονται πάνω στην οργάνωση της οικονομικής ζωής –η οικονομία καθορίζει την κοινωνική, την πολιτική, ακόμη και την ηθική τάξη πραγμάτων. Όλες αυτές οι σχέσεις εξαρτώνται σε τελευταία ανάλυση από τις εργασιακές σχέσεις στην παραγωγή. [xlix]

Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι η ιδέα που υιοθετεί ο Τκάτσεφ σε αυτό αλλά και σε άλλα κείμενα του –όπως π.χ. στο αδημοσίευτο κείμενό του «Βασικές Γραμμές της Ιστορίας του Ορθολογισμού» (βλ. Literaturnoe Nasledstvo, No. 7-8, 1933)– πως η ιδεολογία καθορίζεται από οικονομικούς παράγοντες είναι σχετικά παρόμοια με την ιδέα που εκφράστηκε από τον Τσερνισέφσκι στο σημαντικό άρθρο του «Η ανθρωπολογική αρχή στη Φιλοσοφία». Ο Τσερνισέφσκι γράφει: «σε γενικές γραμμές, οι πολιτικές θεωρίες και οι φιλοσοφικές διδασκαλίες διαμορφώθηκαν πάντοτε κάτω από την ισχυρή επίδραση των κοινωνικών καταστάσεων με τις οποίες σχετίζονται, και κάθε φιλόσοφος υπήρξε εκπρόσωπος του πολιτικού κόμματος… στο οποίο ανήκε». [l] Ωστόσο, ο Τσερνισέφσκι παρέμενε «ιδεαλιστής» σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τον Τκάτσεφ, καθώς στο άρθρο που αναφέραμε, εξέφρασε την πίστη του πως όταν οι απλοί άνθρωποι εξοικειωθούν με τη διδασκαλία της σύγχρονης επιστήμης νέες αρχές θα κυριαρχήσουν θριαμβευτικά στην κοινωνική ζωή της Δυτικής Ευρώπης. [li]

Στον πρόλογο του βιβλίου του Becker, o Τκάτσεφ παρουσίασε την άποψή του για την επίλυση του προλεταριακού ζητήματος. Όπως και οι προκάτοχοί του δήλωσε και αυτός την υποστήριξή του στην αρχή του συνεταιρισμού, κάνοντας όμως ξεκάθαρο ότι συλλαμβάνει αυτή την αρχή πολύ διαφορετικά από άλλους ρώσους συγγραφείς του καιρού του. Στο υπάρχον σύστημα, η εργασία είναι υποδουλωμένη στο κεφάλαιο, και τα στοιχεία που κάνουν τη λιγότερη δουλειά στην κοινωνία είναι τα πιο προνομιούχα. Μοναδική λύση σε αυτό το ζήτημα θα δοθεί αν εργάτης και επιχειρηματίας είναι το ίδιο πρόσωπο –με άλλα λόγια, αν οι εργάτες γίνουν ιδιοκτήτες της βιομηχανίας. [lii]

Αλλά πώς θα φτάσουμε σε αυτή τη νέα κατάσταση; Απαντώντας σε αυτό το ερώτημα, ο Τκάτσεφ πήγε πολύ μακρύτερα από τους προκατόχους του. Χλεύασε την ιδέα του Becker πως είναι δυνατή η δημιουργία συνεργατικών από τους εργάτες με τη βοήθεια του κράτους. Για να μπορέσει το κράτος να ξεκινήσει μεταρρυθμίσεις υπέρ της εργασίας, πρέπει οι εργάτες να αποκτήσουν τον έλεγχό του. Οι καπιταλιστές θα πρέπει να εξαφανιστούν από όλες τις σφαίρες, ως μια ολοκληρωτικά άχρηστη και βλαβερή τάξη.

Έτσι, ο Τκάτσεφ προέκτεινε το ρεύμα σκέψης, που γινόταν όλο και πιο ισχυρό μέσα στη δεκαετία του 1860, στη λογική του έκβαση. Το προλεταριακό ζήτημα μπορεί να λυθεί μόνο όταν οι εργάτες γίνουν κύριοι της βιομηχανίας. Και είναι σημαντικό να πούμε ότι ο Τκάτσεφ δεν ήταν μια απομονωμένη προσωπικότητα. Παρόλο που οι προκάτοχοί του δεν έφτασαν σε μια σύνθεση του βιομηχανισμού και του σοσιαλισμού, τα γραπτά τους τόνιζαν την αυξανόμενη ισχύ του προλεταριάτου της Δύσης, και ενίσχυαν την αίσθηση πως το προλεταριάτο ήταν μία τάξη που ενδεχομένως θα έπαιζε σύντομα σπουδαίο ιστορικό ρόλο. Υπήρχε έντονο ενδιαφέρον για το εργατικό κίνημα της Δυτικής Ευρώπης. Έτσι, το 1861ο Shelgunov περιέγραψε λεπτομερειακά τη μεγάλη απεργία των ανθρακωρύχων της Νότιας Ουαλίας το 1844 και εξέφρασε την ελπίδα πως στο μέλλον οι εργάτες θα μάθουν να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους. Επιπλέον, είχε βρεθεί μια θεωρητική λύση στα προβλήματα που ετίθεντο και ο αγώνας των εργατών ενάντια στο κεφάλαιο είχε το δίκαιο με το μέρος του. Ο Shelgunov υπαινίχθηκε ότι οι εργάτες μπορούν να επιφέρουν μια ολοκληρωτική αλλαγή της οικονομικής ζωής, παρά το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις θα έπαιρναν το μέρος των καπιταλιστών στη σύγκρουση μαζί τους. [liii]

O E. Watson έλαβε μια παρόμοια θέση στα άρθρα του για το γερμανικό προλεταριάτο στον “Σύγχρονο Άνθρωπο”. Ανέπτυξε τις ιδέες του Λασάλ και έδειξε πόσο ανώτερο ήταν το πρόγραμμα αυτού του σοσιαλιστή από το πρόγραμμα του μεταρρυθμιστή Σούλτσε-Ντέλιτς. Το πρόγραμμα του Σούλτσε-Ντέλιτς μπορούσε να βοηθήσει μόνο τον ανεξάρτητο τεχνίτη, ενώ το πρόγραμμα του Λασάλ ήταν κατάλληλο για το ολοένα αυξανόμενο βιομηχανικό προλεταριάτο. [liv]

Ο Πισάρεφ άλλαξε τον σαινσιμονικό προσανατολισμό του μετά το 1864. Όπως σημειώσαμε, έφτασε γύρω στο 1865 στη θέση ότι το εργατικό ζήτημα θα μπορούσε να λυθεί μόνο από τους ίδιους τους εργάτες. Όπως και πολλοί άλλοι ρώσοι ριζοσπάστες, ο Πισάρεφ παρακολουθούσε τα γεγονότα στη Δύση που έδειχναν ότι οι εργάτες άρχισαν να παίζουν ενεργό ρόλο ως τάξη. Για παράδειγμα, στο κείμενό του «Ιστορικές Ιδέες του Αύγουστου Κόντ», ο Πισάρεφ αντιπαρέθεσε δυσμενώς την κατάσταση των εργατικών δικαιωμάτων στη Γαλλία, όπου η απεργία των αμαξάδων το 1865 είχε παρεμποδιστεί από το νόμο που απαγόρευε τις δημόσιες συγκεντρώσεις, με την κατάσταση στην Αγγλία όπου υπήρχε περισσότερη ελευθερία. [lv]

Έχει ακόμη διατυπωθεί ο ισχυρισμός ότι ο Πισάρεφ είχε διαβάσει το Κεφάλαιο του Μαρξ θέλοντας να το εκλαϊκεύσει.[lvi]

Είναι ξεκάθαρο ότι ακόμα και τη δεκαετία του 1860 υπήρχαν Ρώσοι που επεξεργάζονταν μια ριζική λύση για το ζήτημα της σύγκρουσης του προλεταριάτου με την αστική τάξη. Δεν προκαλεί λοιπόν έκπληξη μετά από όλα αυτά ότι μετά την αποτυχία του αγροτικού σοσιαλιστικού κινήματος κατά τη δεκαετία του 1870 ένα σημαντικό τμήμα της ιντελιγκέντσιας θα αναγνώριζε στο ρωσικό προλεταριάτο που μόλις εμφανιζόταν στην κοινωνική σκηνή τον πρωταγωνιστή της επανάστασης.

Frederick Charles Barghoorn

[i] Παρόλα αυτά, ακόμα και στη ρωσική βιβλιογραφία δεν υπάρχει κάποια απόλυτα ικανοποιητική μελέτη της ζωής και της σκέψης του Nτ. Πισάρεφ.

[ii] Μ. Tugan-Baranovski, Russkaja fabrika, 7th ed. (Moscow, 1938), σ.229, 230.

[iii] Οπ.π., σ. 235–236.

[iv] P.N. Sakulin, Russkaja literatura i socialism (Moscow, 1924), σ. 92–107

[v] A.I. Herzen, Polnoe sobranie socineii I pisem (22 τs., St. Petersburg, 1919), XII, 151, 1820.

[vi] Sakulin, οπ.π., σ. 120.

[vii] Οπ.π., σ. 200–202.

[viii] Οπ.π., σ. 200–202.

[ix] Sakulin, οπ.π., σ. 227.

[x] N.G. Chernyshevski, Isbrannye socinenija (Moscow-Leningrad, 1928), σ. 75–76 της βιογραφικής εισαγωγής του V. Nevski.

[xi]Ο δημοσιογράφος N. Σοκόλοφ, οικονομολόγος του περιοδικού “Ο Ρωσικός Λόγος”, έγραψε πάνω από δέκα άρθρα για την οικονομία, σε πολλά από τα οποία έθιξε τα δεινά του προλεταριάτου. Βλ. το άρθρο του E. Efimov, “Publicist 60-chgodov, N.V. Sokolov,” Katorga i Ssylka, 11–12 (84–85), 1931, σ. 60–104. Στο περιοδικό “Ο Σύγχρονος Άνθρωπος” του Αυγούστου-Σεπτεμβρίου του 1861 δημοσιεύτηκαν δύο άρθρα του N. V. Shelgunov, «Rabocii proletariat v Anglii I vo Francii,» που βασίζονταν εν μέρει στο βιβλίο του Ένγκελς για την εργατική τάξη στην Αγγλία. Τα άρθρα αυτά αναδημοσιεύτηκαν στο Sochinenii N.V. Selgunova, (3d. ed., S. P., n.d.), II, 9–130. Βλ. επίσης, π.χ., τα δύο άρθρα του E. Watson, «Vopros ob ulucsenii byta rabocich v Germanii» στον “Σύγχρονο Άνθρωπο”, nos. VIII και IX, 1873, στα οποία γίνεται σύγκριση των ιδεών του Λασάλ και του Σούλτσε-Ντέλιτς, με επιχειρηματολογία υπέρ του πρώτου. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλά ακόμη άρθρα, σε κάποια από τα οποία γίνεται αναφορά στο κυρίως κείμενο.

[xii] Shelgunov, οπ.π., σ. 9,10.

[xiii] Οπ.π., σ.22.

[xiv] Οπ.π., σ.38.

[xv] Οπ.π., σ.71.

[xvi] Οπ.π., σ.111–116.

[xvii] Οπ.π., σ.122–123.

[xviii] Efimov, οπ.π., σ. 89.

[xix] Παρατίθεται από τον Efimov στο Katorga i Ssylka, No. 11–12 (84–85), σ. 77.

[xx] Σχετικά με αυτό το έργο και την οικονομική σκέψη της περιόδου, βλ. Tugan-Baranovsky, οπ.π., σ. 311–318, 421–439.

[xxi] Έτσι, στον “Σύγχρονο Άνθρωπο” βρίσκουμε άρθρα των Λουί Μπλαν, Ένγκελς, Λασάλ ή σχετικά με αυτούς, ενώ το περιοδικό “Ρωσικός Αγγελιαφόρος” απαντά αφενός με πολεμικές ενάντια στον Μπλαν και τους Γερμανούς σοσιαλιστές και αφετέρου με άρθρα του Ντε Μολινάρι πάνω στο εργατικό ζήτημα.

[xxii] Παρατίθεται από τον V. Shulgin στο Istorik-Marksist, No. 4 (74), σ. 173.

[xxiii] St. Petersburg, 1869.

[xxiv] Παρά τις αποδείξεις περί του αντιθέτου όπως η σύσταση της κυβερνητικής επιτροπής το 1859 ή το άρθρο του V. Bezobrazov στα “Χρονικά της Πατρίδας”, 1864, τ. CLII, σχετικά με τις απεργίες που έκαναν οι εργάτες στην υφαντουργία του Ιβάνοβο, οι οποίες παρομοιάστηκαν με απεργίες στην Αγγλία ή τη Γαλλία. Παρατίθεται από τον A. Reul, Kapital Marksa u Rossii 1870 ch godov (Moscow, 1939), σ. 20.

[xxv] Για την άποψη του Μαρξ, βλ. K. Marks I F. Engels, Socinenija, XXIV (Moscow, 1931), 186.

[xxvi] σ. 55–58.

[xxvii] Οπ.π., σ. 349–352.

[xxviii] Οπ.π., σ. 333–346.

[xxix] Οπ.π., σ. 378–402.

[xxx] Οπ.π., σ. 347, 348.

[xxxi] Οπ.π., σ. 385.

[xxxii] Όπωςστο έργο του «Borba partii vo Francii pri Ljudobike XVIII I Karle X.»

[xxxiii] Socinenija D.I. Pisareva, Second ed. (6 τόμοι σε 2, St. Petersburg, 1897), v, 150.

[xxxiv] Οπ.π., σελ. 280–310. Ο Λασάλ απολάμβανε μεγάλης δημοτικότητας στη Ρωσία της δεκαετίας του 1860. Ο Ζαΐτσεφ, συνεργάτης του Πισάρεφ στον “Ρωσικό Λόγο, μετέφρασε κάποια από τα έργα του το 1865.

[xxxv] Polnoe sobranie socineii N.G. Cernyshevskogo (12 τόμοι σε 6, St. Petersburg, 1905–1906), VI, 46–50.

[xxxvi] Τσερνισέφσκι, οπ.π., VII, 70–76, 180–190, 322, 361–363, 539.

[xxxvii] Τσερνισέφσκι, οπ.π., IV, 304–333.

[xxxviii] Flerovski, οπ.π., σ. 291–295.

[xxxix] «Η ψυχή της νεολαίας αγγίχτηκε βαθιά», O.V. Aptekman στο N. V. Bervi-Flerovski, παρατίθεται στο Literaturnoe Nasledstvo, No. 2 (1932), σ.55.

[xl] «Zarozdenie kultury”, δημοσιεύτηκε αρχικά στον “Ρωσικό Λόγο” το 1863 με τον τίτλο «ocerki po istorii truda». Βλ. Socinenija Pisareva, τ. II, σ. 503–608.

[xli] Philadelphia, 1872. [σ.τ.μ. ο Charles Carey (1793-1879) αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της λεγόμενης Αμερικανικής καπιταλιστικής σχολής που αντιπαρέθετε έναν αναπτυξιακό καπιταλισμό βασισμένο στον προστατευτισμό απέναντι στο λεγόμενο «Βρετανικό Σύστημα» που βασίζεται στην πολιτική του laissez faire ελεύθερου εμπορίου.]

[xlii] Socinenija, IV, σ. 3–5.

[xliii] Οπ.π., IV, σ.132.

[xliv] Οπ.π., IV, σ. 237.

[xlv] Οπ.π., ΙΙ, 305.

[xlvi] Οπ.π., IV, 578­579.

[xlvii] Για τα έργα του Τκάτσεφ, βλ. P. N. Tkachev, Isbrannye socinenija, ed. B. P. Kozmin, τ. I (1865–1869), Moscow, 1932, συνοδευόμενα από μια εκτεταμένη κριτική εισαγωγή του Kozmin. Φυσικά, δεν προσπαθούμε να εντάξουμε τον Τκάτσεφ σε κάποια «λέσχη παλιών μαρξιστών». Όπως δείχνει ο Kozmin στην εισαγωγή του, και στο βιβλίο του P.N. Tkachev (Moscow, 1922), οι ιδέες του Τκάτσεφ διέφεραν από τις ιδέες του Μαρξ από πολλές απόψεις.

[xlviii] Isbrannye socinenija, I, σ.403­404.

[xlix] Οπ.π., σ. 405.

[l] Τσερνισέφσκι, οπ.π., VI, σ. 182.

[li]Οπ.π., σ. 206.

[lii] Izbrannye socinenija, I, σ. 405, 406.

[liii] Shelgunov, οπ.π., σ. 116, 117, 125–128.

[liv] Βλ. “Σύγχρονος Άνθρωπος”, Νο. ΙΧ (1863), σ. 282–291.

[lv] Socinenija Pisareva, V, σ. 440.

[lvi]Βλ. T.G. Masaryk, “The Spirit of Russia” (2 τόμοι, Λονδίνο, 1919), ΙΙ, 64. Δεν υπάρχουν πειστικά στοιχεία που να αποδεικνύουν αυτό τον ισχυρισμό αλλά είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί πως ο Πισάρεφ περιγράφει τις μεγάλες εξερευνήσεις του 16ου αιώνα και την Κοπερνίκεια Επανάσταση χρησιμοποιώντας σχεδόν τα ίδια λόγια με τους Μαρξ και Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

* Ο αγγλικός τίτλος του κειμένου είναι: "The Russian Radicals of the 1860s and the problem of the Industrial Proletariat" και δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Slavonic and East European Review. (Slavonic and East European Review. American Series, Vol. 2, No. 1 (Mar., 1943), pp. 57-69). 

Από το http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1143595

 

*