Αναρχικό Δελτίο, νο 33, Φλεβάρης/Μάρτης 2005

ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ
ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ

“Τρομοκρατία ονομάζεται ο πόλεμος των ανίσχυρων και πόλεμος
ονομάζεται η τρομοκρατία των ισχυρών”

Αν και πέρασε πολύ καιρός από τότε που η μορφή του “τρομοκράτη” Αμπού Αμάρ ταυτιζόταν με την ιδέα της επανάστασης που ξεπήδησε ένοπλη μέσα από τα ερείπια των παλαιστινιακών πόλεων και τα στρατόπεδα προσφύγων, ακόμα κι αν στο τέλος δεν αντιπροσώπευε παρά το ναυάγιο της συμφωνίας του Όσλο για έναν “έντιμο” συμβιβασμό με το Ισραήλ, καθώς επίσης μια αυταρχική και διεφθαρμένη κάστα, ο Αραφάτ παρέμενε ωστόσο μια εμβληματική φιγούρα του ακατάβλητου αγώνα, κι ο θάνατός τού σηματοδοτεί το τέλος μιας ολόκληρης εποχής και μια καμπή στην ιστορία της αντίστασης του παλαιστινιακού λαού στο σιωνιστικό κράτος. Άλλωστε, μετά από τις αλλεπάλληλες δολοφονίες των ηγετών της “παλιάς φρουράς” που ανέδειξε η παλαιστινιακή αντίσταση, όπως ο Αμπού Τζιχάντ και ο Αμπού Νιντάλ, ο Αραφάτ ήταν ο τελευταίος που είχε απομείνει κι ο μόνος που φαίνεται να πέθανε από φυσικά αίτια -αν βέβαια πέθανε από φυσικά αίτια...

Πηγαίνοντας λίγο πιο πίσω στο χρόνο, να θυμίσουμε πως στις 22 Μάρτη 2004 δολοφονήθηκε ο ιδρυτής και πνευματικός ηγέτης της Χαμάς σεϊχης Αχμέντ Γιασίν, σε μια ενέργεια που σίγουρα δεν ήταν κάτι καινούργιο από πλευράς τακτικής του Ισραήλ. Ήταν μια ακόμα επιλεκτική δολοφονία που ήρθε ως συνέχεια άλλων, όπως του ιδρυτή της Φατάχ, Αμπού Τζιχάντ, το 1988 στην Τύνιδα, του ηγέτη του αριστερού Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (FPLP), Αμπού Αλί Μουσταφά, το 2001 στη Ραμάλα, του ισλαμιστή ηγέτη Ισμαήλ Αμπού Σανάαμπ το 2003 στη Γάζα, και προάγγελος νέων δολοφονιών -όπως του νέου ηγέτη της Χαμάς, Αμπτελραζίζ Αλ Ρασίντι, που δολοφονήθηκε στις 17 Απρίλη 2004- ενώ επαπειλούνταν πάντα και η δολοφονία του ίδιου του Αραφάτ...

Ας μην ξεχνάμε πως από την ίδρυσή του στην Παλαιστίνη, το 1948, το κράτος του Ισραήλ διεξάγει έναν ολοκληρωτικό πόλεμο για να κάμψει κάθε μορφή αντίστασης του παλαιστινιακού λαού, να αρπάξει τη γη του και να επιβάλει την πλήρη υποταγή του. Και παράλληλα με τις μορφές μαζικής τρομοκράτησης μέσα από συστηματικές επιδρομές και βομβαρδισμούς αστικών περιοχών, ανατινάξεις και καταστροφές υποδομών, αρπαγές γης και λεηλασία των φυσικών πόρων, ομηρίες και συλλήψεις αγωνιστών, το Ισραήλ ασκεί και ειδικές μορφές τρομοκρατίας, όπως οι επιλεκτικές δολοφονικές επιχειρήσεις που εναρμονίζονται κάθε φορά με τους σχεδιασμούς του για την επιβολή του στην περιοχή.

Έτσι, είναι αξιοσημείωτο ότι οι προαναγγελθείσες δολοφονίες των ηγετών της Χαμάς πραγματοποιήθηκαν σχεδόν αμέσως μετά από την αναγγελία της σχεδιαζόμενης αποχώρησης των ισραηλινών στρατευμάτων και των εποίκων από τη Λωρίδα της Γάζας. Μια περιοχή όπου η Χαμάς έχει μεγάλη δραστηριότητα και επιρροή στον πληθυσμό, και που η σχεδιαζόμενη αποχώρηση των ισραηλινών θα μπορούσε να προσδώσει σε αυτή την οργάνωση αυξημένο κύρος, όπως συνέβη με τη σιίτικη οργάνωση Χεζμπολάχ μετά την αποχώρηση των ισραηλινών από τον κατεχόμενο Νότιο Λίβανο.

Σε αντίθεση λοιπόν με τυχόν υπόνοιες περί ήττας, με τις δολοφονίες των ηγετών της Χαμάς επιχειρείται να εμφανιστεί ως “νικηφόρα” η αναδίπλωση του Ισραήλ από τη Λωρίδα της Γάζας, απ΄όπου προγραμματιζόταν να αποχωρήσουν τα ισραηλινά στρατεύματα και οι έποικοι, αφήνοντας πίσω τους την καταστροφή που έχουν προκαλέσει ο μακροχρόνιος αποκλεισμός της περιοχής, οι βομβαρδισμοί, οι επιδρομές, οι δολοφονίες, οι απαγωγές, η ανέχεια. Εδώ να πούμε πως σύμφωνα με την Υπηρεσία Αρωγής των Παλαιστινίων Προσφύγων του ΟΗΕ, 700.000 έως 1.200.000 κάτοικοι της Γάζας, σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού της, εξαρτώνται από επισιτιστική βοήθεια, την οποία με διάφορες προφάσεις το Ισραήλ παρεμποδίζει συνήθως να φθάσει στον προορισμό της.

Αν όμως οι δολοφονίες των ηγετών της Χαμάς θέλουν να εμφανίζουν σαν “νικηφόρα” την αναδίπλωση του Ισραήλ από τη Λωρίδα της Γάζας, αυτή καθαυτή η αναδίπλωση για πρώτη φορά μετά από τον πόλεμο του 1967 τι σηματοδοτεί; Εδώ να σημειώσουμε ότι το σχέδιο οριστικής αποχώρησης των 21 εβραϊκών οικισμών στη Λωρίδα της Γάζας συμπεριλαμβάνει την αποχώρηση τεσσάρων μόλις από τους οικισμούς της Δυτικής Όχθης, πράγμα που σημαίνει την οριστική παραμονή των υπολοίπων. Και να θυμίσουμε ότι το Ισραήλ στη Δυτ. Όχθη -που κατέλαβε με τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967- έχει περίπου 120 οικισμούς που κατοικούνται από περίπου 230.000 έποικους, ενώ ο παλαιστινιακός πληθυσμός εκεί φθάνει τα 2,3 εκατομμύρια, και στη Γάζα κατοικούν μόλις 7.500 έποικοι ανάμεσα σε 1.300.000 παλαιστίνιους.

Και μόνο από τους αριθμούς είναι φανερό πως η επιβολή της παρουσίας των ευάριθμων ισραηλινών εποίκων στη Γάζα, όπου κατέχουν τεράστιες εκτάσεις σε σχέση με τις εκατοντάδες χιλιάδες παλαιστίνιους που στριμώχνονται σε όσα εδάφη απομένουν, αποτελεί μια πολύ δύσκολη υπόθεση που απαιτεί τη διαρκή κινητοποίηση τεράστιων στρατιωτικών δυνάμεων από τη μεριά του Ισραήλ. Επιπλέον, είναι σημαντική η πίεση στο κράτος του Ισραήλ, τόσο από το εσωτερικό του όσο και διεθνώς, να προβεί σε κάποια θετική χειρονομία, αναστέλλοντας το εποικιστικό του πρόγραμμα στα κατεχόμενα μετά το 1967 εδάφη και διαλύοντας τους οικισμούς.

Για αυτό και στα πλαίσια του ολοκληρωτικού πολέμου για την εδραίωσή του στην περιοχή και την καθυπόταξη του παλαιστινιακού πληθυσμού, το Ισραήλ επιχειρεί ένα στρατηγικό ελιγμό: την εγκατάλειψη της προβληματικής αποικιοποίησης στη μικροσκοπική, χωρίς ιδιαίτερη γεωπολιτική σημασία και πληθυσμιακά κορεσμένη Λωρίδα της Γάζας, και επικέντρωση της αποικιοκρατικής επέλασής του στη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη, με κύριο εργαλείο για το διαμελισμό της και για την απόσπαση νέων εδαφών την ενοποίηση των μεγάλων εβραϊκών οικισμών και την ανέγερση του λεγόμενου Τείχους Ασφαλείας.

Πρόκειται για ένα γιγαντιαίο Τείχος, μήκους σε αρχική φάση 640 χλμ, με βάση το οποίο το Ισραήλ θα ενσωματώσει στην επικράτειά του εκτεταμένα εδάφη της Δυτ. Όχθης, μέσα στα οποία βρίσκονται η Ανατολική Ιερουσαλήμ καθώς και οι σημαντικότερες πηγές υδάτων της Παλαιστίνης, ενώ ταυτόχρονα, με την ολοκλήρωσή του, το 2005, θα κατακερματίζει τα εναπομείναντα στους παλαιστίνιους εδάφη, χωρίζοντάς τα σε τρεις απομονωμένες ζώνες, ένα είδος αυτοδιοικούμενων καντονίων, κατά το πρότυπο των “μπαντουστάν” του νοτιοαφρικανικού απαρτχάιντ.

Αυτά τα τρία “μπαντουστάν”, περικυκλωμένα από τους οικισμούς-φρούρια και το Τείχος Ασφαλείας, μαζί με το γκέτο της Λωρίδας της Γάζας είναι ό,τι “καλύτερο“ επιφυλάσσει το κράτος του Ισραήλ για τους παλαιστίνιους, χωρίς να αποκλείεται προοπτικά, εφόσον δεν υποτάσσονται, το χειρότερο: η Τελική Λύση, με την ολοκληρωτική εθνοκάθαρση στην Παλαιστίνη, την εκδίωξη όλων των παλαιστίνιων στην Ιορδανία και την πλήρη ενσωμάτωση της Δυτ. Όχθης στο Ισραήλ.

Αποκαλυπτική πάντως, και πέραν πάσης αμφιβολίας για τον προσχεδιασμένο διαμελισμό της Δυτ. Όχθης και την προσάρτηση νέων εδαφών στο Ισραήλ, ήταν η δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ Τ. Μπους, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του ισραηλινού πρωθυπουργού Α. Σαρόν (13 Απρίλη 2004) αμέσως μετά τη δολοφονία του Α. Γιασίν: “Υπό το φως των νέων εξελίξεων στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των ήδη υπαρχόντων μεγάλων ισραηλινών πληθυσμιακών κέντρων (σ.σ. των εποίκων στα κατεχόμενα), δεν είναι ρεαλιστικό να αναμένει κανείς ότι η έκβαση των διαπραγματεύσεων για το τελικό καθεστώς θα είναι η πλήρης και ολοκληρωτική επιστροφή στις γραμμές της Ανακωχής του 1949”.

Πρόκειται ουσιαστικά για μια ακόμη κυνική απαίτηση υποταγής κάτω από την απειλή ενός νέου λουτρού αίματος. Χωρίς προσχήματα κι απέναντι στη μαρτυρική Ιντιφάντα του παλαιστινιακού λαού αλλά και εκείνη την άλλη “Ιντιφάντα” που φουντώνει ταυτόχρονα στο γειτονικό Ιράκ, ο “αντι”τρομοκρατικός άξονας ΗΠΑ - Ισραήλ προτάσσει το δρόμο της ωμής βίας και τρομοκρατίας για τη συντριβή των εξεγερμένων, οι οποίοι όχι μόνο τολμούν και αντιστέκονται αλλά, ανταποδίδοντας τα χτυπήματα, επαπειλούν με αλυσιδωτές εκρήξεις και με καταστροφή τούς ευρύτερους σχεδιασμούς της Δύσης για αναδιαμόρφωση της Μέσης Ανατολής.

Σε αυτή τη στιγμή, στις 4 Νοέμβρη 2004 ήρθε το αναμενόμενο από καιρό τόσο από “φίλους” όσο και από εχθρούς βιολογικό τέλος του Αραφάτ, καθώς από πολιτική άποψη ο Αμπού Αμάρ ήταν ήδη νεκρός και επιζούσε μόνο ως εμβληματική μορφή του παλαιστινιακού αγώνα. Καθόλου τυχαία, με την προαναγγελία κιόλας του θανάτου του, μετά τη μεταφορά του από το πολιορκημένο κρησφύγετό του στη Ραμάλα σε στρατιωτικό νοσοκομείο στο Παρίσι, δρομολογήθηκαν μια σειρά προσχεδιασμένες κινήσεις κι ανακατατάξεις στο εσωτερικό της παλαιστινιακής ηγεσίας, σε “διακριτική” συνεννόηση με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, καθώς επίσης την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Ρωσία: Η αντικατάσταση του Αραφάτ στην ηγεσία της μισοδιαλυμένης, εξαιτίας των ισραηλινών επιθέσεων, Παλαιστινιακής Αρχής από τον μετριοπαθή και “ρεαλιστή” Μαχμούντ Αμπάς (Αμπού Μάζεν), πρώην πρωθυπουργό κι από τους αρχιτέκτονες της ειρηνευτικής συμφωνίας με το Ισραήλ το 1993.

Μια εκλογή με στόχο ουσιαστικά την παύση της Ιντιφάντα και την αναθέρμανση των διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ που έχουν σταματήσει από το Γενάρη του 2001. Τον Αμπάς άλλωστε προκρίναν ως διάδοχο του Αραφάτ και το Ισραήλ και οι ΗΠΑ, θεωρώντας τον ως τον πιο αξιόπιστο συνομιλητή τους, ενώ συγκεκριμένα οι ΗΠΑ πριμοδότησαν την εκλογή του με την υπόσχεση οικονομικής ενίσχυσης της Παλαιστινιακής Αρχής με 20 εκατομμύρια δολάρια για τον εξοπλισμό και την εκπαίδευση των δυνάμεων ασφαλείας.

Αντίπαλός του ουσιαστικά ήταν ο Μαρουάν Μπαργούτι, ο οποίος πρότασσε τη συνέχιση της Ιντιφάντα, πρώην ηγέτης της Φατάχ στη Δυτ. Όχθη που βρίσκεται κρατούμενος του Ισραήλ -καταδικασμένος 5 φορές σε ισόβια δεσμά ως αρχηγός των Ταξιαρχιών των Μαρτύρων του Αλ Άκσα- και ο οποίος αποκλείστηκε από την εκλογική διαδικασία. Μια διαδικασία στην οποία απείχαν οι Χαμάς και Ισλαμική Τζιχάντ, οργανώσεις με σημαντική επιρροή ιδιαίτερα στη Λωρίδα της Γάζας, ενώ περιοχές όπως η Αν. Ιερουσαλήμ δεν συμμετείχαν λόγω του αποκλεισμού τους από τον ισραηλινό στρατό. Μετά την προαποφασισμένη εκλογή του, ο Μ. Αμπάς ανέλαβε κάθε δυνατή πρωτοβουλία για τον τερματισμό της ένοπλης Ιντιφάντα, με αντάλλαγμα μια σειρά περιορισμένων παραχωρήσεων από τη μεριά του Ισραήλ και την προοπτική επανέναρξης των “ειρηνευτικών” συνομιλιών για την επαναφορά του σχεδίου “οδικός χάρτης”.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την εκλογή τού Αμπάς στις 9 Γενάρη, το Ισραήλ προχώρησε αμέσως στην αποχώρηση των δυνάμεών του από τα αυτοδιοικούμενα εδάφη στη Λωρίδα της Γάζας, όπου και αναπτύχθηκαν οι παλαιστινιακές αστυνομικές δυνάμεις για να αναλάβουν οι ίδιες την επιβολή της τάξης και την καταστολή των “τρομοκρατικών” ενεργειών, ενώ έκαναν και τις πρώτες συλλήψεις, ξεκινώντας από στελέχη του Δημοκρατικού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (FDLP).

Κατόπιν, ο ισραηλινός υπουργός Άμυνας Σαούλ Μοφάζ δήλωσε πως, στο πλαίσιο “μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης” με τους παλαιστίνιους, το Ισραήλ σχεδιάζει την αποφυλάκιση 400-500 παλαιστίνιων κρατούμενων, τη διαγραφή ορισμένων μαχητών από τον κατάλογο των καταζητούμενων, καθώς επίσης τη σταδιακή αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από πέντε αυτοδιοικούμενες πόλεις της Δυτ. Όχθης (Ραμάλα, Ιεριχώ, Βηθλεέμ, Τουλκαρέμ και Καλκίλια) και την αντικατάστασή του από την αστυνομία της Παλαιστινιακής Αρχής. Το πακέτο των “μέτρων” παρουσιάστηκε στη διάσκεψη κορυφής που έγινε στις 8 Φλεβάρη στο Σαρμ Ελ Σέιχ της Αιγύπτου, “υπό την αιγίδα” της υπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ Κοντολίζα Ράις, με τη συμμετοχή του Αριέλ Σαρόν, του Μαχμούντ Αμπάς, του Αιγύπτιου πρόεδρου Μουμπάρακ και του βασιλιά της Ιορδανίας Αμπντάλα.

"Σήμερα κατά τη συνάντησή μου με τον πρόεδρο Αμπάς, συμφωνήσαμε ότι οι Παλαιστίνιοι θα σταματήσουν όλες τις πράξεις βίας κατά των απανταχού Ισραηλινών και παράλληλα, το Ισραήλ θα σταματήσει τη στρατιωτική δράση του κατά των απανταχού Παλαιστινίων", δήλωσε ο Σαρόν, ενώ νωρίτερα ο Αμπάς, λαμβάνοντας το λόγο στη διάσκεψη, ανακοίνωσε τη συμφωνία του με τον ισραηλινό πρωθυπουργό: "Συμφώνησα με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Αριέλ Σαρόν να σταματήσουμε όλες τις πράξεις βίας εναντίον των Ισραηλινών και των Παλαιστινίων όπου και αν αυτές λαμβάνουν χώρα". Και πρόσθεσε: "Η ηρεμία που θα γνωρίσουν τα εδάφη μας από σήμερα σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας εποχής, μια αρχή για την ειρήνη και την ελπίδα..."

Πρόκειται ουσιαστικά για την επίσημη από μέρους της Παλαιστινιακής Αρχής αποκήρυξη της Ιντιφάντα. Σε ποιο βαθμό όμως θα ισχύσει και πόσο θα κρατήσει αυτή η εκεχειρία πυρός δεν είναι ορατό, ούτε και αν ο Αμπάς θα μπορέσει να επιτύχει στην αποστολή της διοίκησής του, να ελέγξει δηλαδή ή και να αφοπλίσει τις ριζοσπαστικές δυνάμεις που επιθυμούν τη συνέχιση της Ιντιφάντα απέναντι στο Ισραήλ, το οποίο ούτως ή άλλως θα συνεχίσει, είτε με τα όπλα είτε με άλλα μέσα, τον ολοκληρωτικό πόλεμο για την κυριαρχία του στην περιοχή.

Στο μεταξύ πάντως το Τείχος θα εξακολουθεί να κτίζεται, οι οικισμοί στη Δυτ. Όχθη να επεκτείνονται, η Ιερουσαλήμ (Al Quds) να αποτελεί την “αιώνια πρωτεύουσα” του Ισραήλ, 3,5 εκατομμύρια παλαιστίνιοι να παραμένουν πρόσφυγες χωρίς ελπίδα επιστροφής, ενώ, σύμφωνα με τον ισραηλινό υπουργό άμυνας, ανάμεσα σε όσους παλαιστίνιους κρατούμενους αφεθούν τελικά ελεύθεροι δεν θα περιλαμβάνονται αυτοί "που έχουν βάψει τα χέρια τους με αίμα"...

Να σημειώσουμε εδώ, ενδεικτικά για το μέγεθος της αιμοσταγούς και δίχως όρια βαρβαρότητας του Ισραήλ, τον απολογισμό των πρώτων 42 μηνών της Ιντιφάντα Αλ Άκσα, σύμφωνα με μια προκήρυξη της Γενικής Ένωσης Παλαιστινίων Εργατών Ελλάδας: Ο συνολικός αριθμός των νεκρών από τις 28 Σεπτέμβρη 2001 μέχρι το τέλος του Μάρτη 2004 έφθανε τους 3.531 (σ.σ. ο αριθμός των νεκρών ισραηλινών έφθανε τότε τους 905). Ανάμεσά τους ήταν 572 παιδιά και 224 γυναίκες. Ήταν επίσης 243 άτομα που ήταν απευθείας στόχοι των δολοφονιών των ισραηλινών, ενώ κοντά σ’ αυτούς σκοτώθηκαν κι άλλοι 90 περαστικοί. Ανάμεσα στους δολοφονημένους υπήρξαν 106 άρρωστοι. Οι 732 σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών και 43 σκοτώθηκαν από επιθέσεις εποίκων. Οι 656 από τους νεκρούς ήταν φοιτητές, 30 μέλη της πυροσβεστικής και του ΕΚΑΒ και εννέα δημοσιογράφοι. Οι τραυματίες σε 42 μήνες έφτασαν τους 39.282, από τους οποίους οι 6.188 έμειναν ανάπηροι.

Οι φυλακισμένοι και οι αιχμάλωτοι ανέρχονταν σε 7.500, από τους οποίους οι 1.252 φοιτητές και αθλητές, οι 336 παιδιά και οι 82 γυναίκες. Οι 821 από τους φυλακισμένους υποφέρουν από χρόνιες παθήσεις και κινδυνεύει η ζωή τους.

Καταστράφηκαν συνολικά 570 δημόσια κτίρια και 61.513 σπίτια. Από αυτά, τα 5.263 καταστράφηκαν ολικώς, τα 2.772 στη Λωρίδα της Γάζας. Μερικώς καταστράφηκαν 56.350 σπίτια, τα 16.186 στη Λωρίδα της Γάζας. Σφραγίστηκαν με στρατιωτική εντολή 12 σχολεία και πανεπιστήμια και σταμάτησαν τα μαθήματα σε 1.125 σχολεία και πανεπιστήμια. Βομβαρδίστηκαν 302 σχολεία και πανεπιστήμια, ενώ 43 σχολεία μετατράπηκαν σε ισραηλινά στρατιωτικά φυλάκια.

Καταστράφηκαν και ανασκάφτηκαν 62.000 στρέμματα αγροτικών εκτάσεων. Κατασχέθηκαν 202.620 στρέμματα για την οικοδόμηση του Τείχους Ασφαλείας. Οι δυνάμεις κατοχής ξερίζωσαν περίπου 100.000 δέντρα, κατεδάφισαν 487 αγροτικές αποθήκες και γκρέμισαν 472 ορνιθοτροφεία, ενώ σκότωσαν αναρίθμητα παραγωγικά ζώα και πτηνά, και κατέστρεψαν 9.700 μελισσοκυψέλες. Ακόμα, οι δυνάμεις κατοχής κατέστρεψαν 262 πηγάδια για άρδευση και 207 αγροτόσπιτα, διέλυσαν 715 χιλιόμετρα δικτύου ύδρευσης και κατεδάφισαν περισσότερα από 1.000 υδραγωγεία. Από την 1η Οκτώβρη 2001, οι βομβαρδισμοί κατάστρεψαν ολικά πάνω από 8.200 μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις. Το ποσοστό ανεργίας έφθανε το 43,7%. Ο παλαιστινιακός πληθυσμός σε ποσοστό 63% επιβιώνει κάτω από το όριο της φτώχειας.

Καταγράφηκαν 25.089 βομβαρδισμοί σε κατοικημένες περιοχές και 673 επιθέσεις από τις ισραηλινές δυνάμεις εναντίον δημοσιογράφων. Προστέθηκαν 2.235 νέα στρατιωτικά μπλόκα και οδοφράγματα ανάμεσα στις πόλεις και τα χωριά της Παλαιστίνης. Οι γιατροί και οι ασθενείς εμποδίζονται να μεταβούν στα νοσοκομεία τόσο εξ αιτίας του Τείχους όσο και των μπλόκων του ισραηλινού στρατού.

Συμπληρωματικά να αναφέρουμε πως τουλάχιστον το 1/5 των παιδιών της Παλαιστίνης υποσιτίζονται και ότι οι παλαιστίνιοι άνω των 12 ετών θεωρούνται για την ισραηλινή νομοθεσία που εφαρμόζεται στα κατεχόμενα ενήλικες και έτσι μπορούν να διωχθούν, συλληφθούν, φυλακισθούν και καταδικασθούν από τα ισραηλινά στρατοδικεία...

Σε ό,τι μας αφορά, και κλείνοντας αυτό το σημείωμα για τις συνθήκες και τις εξελίξεις από τον ολοκληρωτικό πόλεμο του Ισραήλ, να υπογραμμίσουμε για μια ακόμα φορά ότι το δικό μας επαναστατικό, απελευθερωτικό όραμα με τις αξίες και τις αρχές που εμπεριέχει όχι μόνο δεν μας ωθεί να αποστρέψουμε το βλέμμα από τον αιματοβαμμένο αγώνα στην Παλαιστίνη, αλλά αντιθέτως μας υπαγορεύει να τον αντικρίσουμε με ευθύτητα, κριτικά μα και αλληλέγγυα. Επειδή ακριβώς, πέρα από την πολιτική ή θρησκευτική χειραγώγηση του παλαιστινιακού προλεταριάτου και τις διεκδικήσεις “εθνικής αποκατάστασης” στους θύλακες της Δυτ. Όχθης και της Γάζας ή ακόμη και σε όλη την έκταση της Παλαιστίνης, η εξέγερση πάνω από όλα αντλεί από την πηγαία διεκδίκηση των καταπιεσμένων για ζωή, ελευθερία και αξιοπρέπεια.

Μια λεύτερη Παλαιστίνη για όλους, άραβες και εβραίους, σε έναν λεύτερο κόσμο, χωρίς αφεντικά, σύνορα και κράτη...

ORA NIHIL 9/2/05

 

*

1