(Αναρχικό Δελτίο, νο 12, Οκτ-Νοεμ 2001)

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΜΟΝΤΕΡΝΩΝ ΚΑΙΡΩΝ

Το προλεταριάτο, όπως το γνωρίσαμε στις ιστορικές εφόδους του για την κατάκτηση των μοντέρνων καιρών της μηχανής -προέκτασης των ανθρώπινων μελών- και της εργασίας, χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του. Ο ίδιος ο στρατηγικός στόχος της προλεταριακής επανάστασης -ένα νέο “προτσές” παραγωγής και διανομής των αγαθών- αποσαρθρώνεται, καθώς η εργασία ελαχιστοποιείται σαν κεφάλαιο της παραγωγής και το ίδιο το παραδοσιακό προλεταριάτο ελαχιστοποιείται σαν ανταλλακτικό εμπόρευμα στον καπιταλισμό. Το νέο κεφάλαιο, η γνώση και η κωδικοποίησή της επικαλύπτουν την εποποιία των μοντέρνων καιρών που σχηματίζουν το πιο πρόσφατο αρχαιολογικό στρώμα της ιστορίας.

Οι μεταμοντέρνοι καιροί προβάλλουν στην αχλύ της αυγής τους, η παγκόσμια επικαιρότητα δονείται από την εισβολή τους και από τη διεκδίκηση των θέσεων στον νέο καταμερισμό του θαυμαστού κόσμου της τεχνο-τρονικής εποχής. Η Εξουσία της εποχής αυτής, αξιοποιώντας την ίδια της την υλική συνθήκη: την τεχνολογία και την ηλεκτρονική, επιχειρεί την προσέγγιση της ιστορικής της Ουτοπίας, τον απόλυτο έλεγχο των χώρων, των χρόνων και των όρων της ζωής. Μια σειρά αξεπέραστων περιορισμών στα όρια αυτού του ελέγχου καταρρίπτονται ήδη στα εργαστήρια της έρευνας, όπου τελειοποιούνται οι νέες μηχανές της γνώσης, τα “ευφυή” συστήματα για τη συγκέντρωση, την επεξεργασία, την ταξινόμηση, τη μεταφορά και τη χρήση αυτού του νέου αναπαλλοτρίωτου κεφάλαιου.

Μια τεχνολογία των γνώσεων και της πληροφορίας, που αντλεί την καταγωγή της από την στρατιωτική έρευνα και η εφαρμογή της μπορεί να καταγράφει, να κωδικοποιεί και να αυτοματοποιεί το πλήθος των εκδηλώσεων του άυλου και υλικού κόσμου μας. Οι σκαπανείς της Silicon Valley και οι σύγχρονοι τεχνολογικοί ιππότες εκτόξευσαν τον καπιταλισμό -με πρώτες τις μητροπόλεις του- στο νεοφουτουριστικό σύμπαν της πληροφορικής, της βιοτεχνολογίας, της ρομποτικής, της μικροηλεκτρονικής...

Η μεταμοντέρνα τυραννία που επικαλύπτει τον καπιταλιστικό κόσμο αποικιοποιώντας τον μέσα από μια διαδικασία αναδιάρθρωσής του -συνολικής όπου αυτό είναι δυνατό, ή μερικής σε τομείς αιχμής όπου αυτό επιβάλλουν οι τοπικές συνθήκες- είναι όλο και περισσότερο ορατή, ιδιαίτερα στις Δυτικές μητροπόλεις του παραδοσιακού Κεφάλαιου. Πολύ δε περισσότερο από τα θαυμαστά υλικοτεχνικά της μέσα και από τα άυλα σκοπούμενά της (γνώση, χρόνος, πληροφορία), είναι παρούσα μέσα από τις νέες κουλτούρες, τις νέες οικονομικές σχέσεις, τα νέα στερεότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς (life style) που εισέβαλαν ήδη στην καθημερινότητα. Είναι ο νέος τρόπος παραγωγής προϊόντων κοινωνικής ευθανασίας, τα νέα τεχνικά συστήματα της νεκροοικονομίας, που επιπλέον φέρουν νέα στεγανά και ταξινομήσεις στην υπάρχουσα κοινωνική διαίρεση.

Κάθε δυνατή άναρχη και ανεξέλεγκτη εκδήλωση της ζωής έξω από τους χώρους και τους χρόνους του Κεφάλαιου συναντά τα όριά της στη διεύρυνση των ορίων του συστήματος που καλύπτει τους ακάλυπτους χώρους αξιοποιώντας ως κλειδιά της εισβολής και επιβολής του, την πληροφορία ως πηγή και την πληροφορική ως εργαλείο.

Ο θάνατος, που ως άρνηση των ελευθεριακών -και πλέον όμορφων- εκδηλώσεων της ζωής συντρόφευσε την εξουσία σε όλη της τη διαδρομή πάνω και μέσα στο κορμί της ανθρώπινης κοινωνίας, έγινε ήδη ο ίδιος της ο εαυτός, ο Θάνατος-Εξουσία που κυβερνά, που παράγει, καταναλώνει κι απολαυάνει το θάνατο.

Στην τεχνο-τρονική εποχή του αύριο που μας υπόσχεται η ρητορική της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης υπάρχει μόνο ο ζόφος, μέσα στα έγκατα του φανταχτερού της κήτους. Η τελική αποσύνθεση του υπάρχοντος κοινωνικού ιστού και η ανασύνθεσή του ως άθροισμα της συσσωρευμένης ανίας και υπνοβασίας των κατοικίδιων του καπιταλισμού. Η περιβαλλοντική ερήμωση του πλανήτη και η “αποταμίευση” της φύσης σε “οικολογικά” πάρκα και τράπεζες-εργαστήρια γενετικών “σπερμοπλασμάτων”. Ο ασφυκτικός περιορισμός κάθε πεδίου αυθόρμητης και ανεξέλεγκτης δυνατότητας για τη ζωή, τη φύση και τον άνθρωπο.

Σε αυτό το ζοφερό αύριο ένα εξπρεσιονιστικό τοπίο απλώνεται για την ύπαρξη. Το τοπίο της αγωνίας από τον εγκλωβισμό της στον πληροφορικό έλεγχο, αλλά και του καταστροφικού μηδενισμού που παράγει στην επαφή της με τον όλεθρο και τον τρόμο του κόσμου της νεκροοικονομίας, της μόλυνσης, της νάρκωσης και των παντοειδών θανάτων που την περιβάλλουν.

Στους μεταμοντέρνους καιρούς, που ανέτειλαν ρίχνοντας τη σκιά τους πάνω στους αμήχανους προλετάριους, ανατέλει η αγωνία αλλά και η αυθόρμητη θέληση για την καταστροφή τους. Είναι στο δρόμο μας να ανακαλύψουμε τις δημιουργικότερες εκφράσεις αυτού του πνεύματος της καταστροφής, που διαπερνά τις νέες συνθήκες της ταξικής πάλης μέσα στο κατακερματισμένο σώμα που το μεταφέρει, τα εκατομμύρια των κολασμένων της Δύσης, της Ανατολής και του Νότου, που ο νέος κόσμος αφήνει πίσω του στα ερείπια της πολιτικής, της οικονομίας και της κουλτούρας των μοντέρνων καιρών του κεφάλαιου. Στην Tyneside του Νιούκαστλ, την Πόλη του Παναμά, το Μπουένος Άϊρες, το Αλγέρι, την Τιεν Αν Μεν, τη Σαγκάη... Είναι επιπλέον στο δρόμο μας οι αγώνες για να υποστηρίξουμε ή να πυροδοτήσουμε εμείς τις εκρήξεις αυτού του πνεύματος της καταστροφής του αναπαλλοτρίωτου νέου κόσμου.

Οι σύγχρονοι αγώνες για την ελευθερία ενάντια στην εξουσία, περισσότερο και από τη μνήμη ενάντια στη λήθη, είναι ο αγώνας της ζωής ενάντια στο θάνατο. Η απόσταση δε που χωρίζει την καθημερινή μας επιβίωση από το βίωμα μιας ζωογόνου ελευθερίας δεν είναι μεγαλύτερη από την απόσταση που μας χωρίζει από μια κατάσταση δράσης ενάντια στους εχθρούς της, στην προοπτική της εξέγερσης που απομένει η μόνη δυνατή περιπέτεια των ζωντανών σε έναν κόσμο που κυριαρχεί η εξουσία, η οικονομία, η τεχνολογία, η οικολογία και η κουλτούρα του θανάτου.

Δ. Σ., Μάης 1990 (Αναδημοσίευση από το περιοδικό Ora Nihil νο1)

1