(Αναρχικό Δελτίο, νο 10, Απρίλης 2001)

Γράμμα του Ν. Μαζιώτη μετά τη δίκη του στο εφετείο

Το εφετείο του Ιανουαρίου του 2001, όπου δικάστηκα σε δεύτερο βαθμό για την τοποθέτηση βόμβας στο υπουργείο Βιομηχανίας και Ανάπτυξης που έκανα ως πράξη αλληλεγγύης στον αγώνα των κατοίκων των χωριών του Στρυμονικού ενάντια στην εγκατάσταση της βιομηχανίας χρυσού της πολυεθνικής TVX GOLD, έληξε με μια ομολογουμένως εντυπωσιακή μείωση της 15χρονης πρωτόδικης ποινής στα 5,5 χρόνια.

Και αυτό μέσα σε ένα κλίμα που χαρακτηρίστηκε από τις αυθαιρεσίες του προέδρου του δικαστηρίου, ο οποίος προσπάθησε να επιβάλει μια συνοπτική διαδικασία, φιμώνοντας εμένα και τους συντρόφους μάρτυρες υπεράσπισης, αλλά και από την συνειδητή επιλογή μου, από ένα σημείο και μετά, να σαμποτάρω και να καταγγείλω τη συνέχιση της ίδιας διαδικασίας, μη αποδεχόμενος τη συνοπτικότητά της, και να παραιτηθώ από τη νομική υπεράσπιση ρισκάροντας ακόμα και την κατακύρωση της πρωτόδικης καταδίκης.

Αυτό που επιβεβαιώθηκε περισσότερο σε αυτή τη δίκη, δεν ήταν όπως θα νομίζουν πολλοί η ανεξαρτησία της “Δικαιοσύνης”, αφού έτσι κι αλλιώς ο κρατικός μηχανισμός δεν είναι ομοιογενής ούτε ενιαίος και αυτό δεν εμποδίζει καθόλου το έργο της καταστολής, αλλά το ότι καθήκον κάθε αγωνιστή είναι, περιφρονώντας τις αποφάσεις των δικαστών, να υπερασπίζει τις πολιτικές θέσεις και επιλογές του όταν βρίσκεται απέναντι στους διώκτες και κατηγόρους του, είτε βγάζοντας έναν κοινωνικό-πολιτικό λόγο καταγγελίας των ίδιων των κατηγόρων του, του κράτους και του κεφάλαιου, όπως έγινε στη δίκη του Ιουλίου του ’99 και εν μέρει και στο εφετείο, είτε αντιδρώντας σε μια εχθρική διαδικασία όταν φιμώνεται η φωνή η δική του και των συντρόφων του, καταγγέλλοντας και σαμποτάροντάς την.

Μια τέτοια συνεπής πολιτική στάση, ειδικά σε δικαστήρια με ενόρκους πολίτες, καθορίζει στον μεγαλύτερο βαθμό το αποτέλεσμα μιας πολιτικής δίκης, είτε αρνητικά είτε θετικά -στη συγκεκριμένη περίπτωση θετικά- καθώς έδωσε μια μη αναμενόμενη διάσταση στη δίκη, εκθέτοντας τους δικαστές και την ίδια τη διαδικασία.

Τέτοιες αποφάσεις όπως αυτή των 5,5 χρόνων, η 5μηνη καταδίκη της φοιτήτριας για την τοποθέτηση του εμπρηστικού μηχανισμού στο αμερικάνικο προξενείο στη Θεσσαλονίκη, η αθώωση των διαδηλωτών στα επεισόδια στον αγώνα των αδιόριστων καθηγητών του ’98, αποδεικνύουν ότι το κράτος δεν έχει την απαιτούμενη κοινωνική συναίνεση για να επιβάλει την καταστολή στο βαθμό που θα επιθυμούσε, αν και έχει αυξηθεί η κοινωνική παθητικότητα και ανοχή.

Γι’ αυτό και ο νέος αντιτρομοκρατικός νόμος, που είναι ένας νέος τύπος “ιδιώνυμου” και ο οποίος επιβάλλει με μια σειρά μέτρων τον κρατικό ολοκληρωτισμό, καθιερώνει δίκες του τύπου “έκτακτων στρατοδικείων” καταργώντας τους ενόρκους πολίτες, τα μικτά ορκωτά δικαστήρια όπου εκδικάζονται οι περισσότερες πολιτικές δίκες, θεσμοθετείται έτσι ώστε να υπάρξουν πιο εύκολες, πιο σίγουρες και πιο βαριές καταδίκες.

Το αποτέλεσμα της δίκης μου δεν δυσαρέστησε μόνο το υπουργείο Δημ. Τάξης, την αντιτρομοκρατική, τους αμερικάνους και τους βρετανούς αξιωματούχους που συνεργάζονται με το ελληνικό κράτος στο κατασταλτικό έργο, και όσους γενικά είναι υπέρ μιας σκληρής κατασταλτικής πολιτικής, αλλά υποθέτω και αυτούς τους νομιμόφρονες που υποστηρίζουν ότι η εξεγερτική δράση, η δράση έξω από τα όρια της κρατικής νομιμότητας, ευνοεί και τροφοδοτεί την καταστολή, άρα είναι θεμιτή από το κράτος.

Μια βαριά καταδίκη θα έδινε μια απατηλή ικανοποίηση σ’ αυτούς που θέλουν να παρουσιάζουν τους φυλακισμένους αγωνιστές ως βολικά θύματα, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι εγώ ποτέ δεν αποδέχτηκα το ρόλο του θύματος, ακόμα κι όταν είχα ακόμα τα 15 χρόνια στην πλάτη μου.

Το τέλος της δίκης μου δεν σημαίνει εφησυχασμός ούτε πανηγύρια. Ο αγώνας δεν σταματάει ποτέ. Τίποτα δεν κερδίζεται ή κατοχυρώνεται παρά με τη συνεχή δράση.

Ο αγώνας συνεχίζεται επιθετικά παντού και πάντα με κάθε μέσο ενάντια στο Κράτος και το Κεφάλαιο, στη Νέα Τάξη, κόντρα στην καταστολή.

Αλληλεγγύη στους επαναστάτες συντρόφους και απεργούς πείνας της Action Directe που αγωνίζονται ενάντια στις συνθήκες απομόνωσης όπου κρατούνται στις γαλλικές φυλακές.

Αλληλεγγύη στους φυλακισμένους επαναστάτες όλου του κόσμου, σ’ αυτούς που δεν παραιτήθηκαν και δεν μετανόησαν.

Φλεβάρης 2001, Φυλακές Κορυδαλλού, Νίκος Μαζιώτης

1