(Αναρχικό Δελτίο, νο 10, Απρίλης 2001)

ΟΙ ΙΝΔΙΑΝΟΙ ΤΟΥ ΕΚΟΥΑΔΟΡ ΕΞΕΓΕΙΡΟΝΤΑΙ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ Δ.Ν.Τ., ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΑΙ ΤΗ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤA

 

ΕΚΟΥΑΔΟΡ, Γενάρης - Φλεβάρης 2001

Τα σχέδια των αφεντικών για την επιβολή της κυριαρχίας τους σε πλανητικό επίπεδο, μέσα από την ανάπτυξη και την παγκόσμια επιβολή υπερεθνικών οικονομικών, πολιτικών και στρατιωτικών δομών (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΠΟΕ, Ε.Ε, ΝΑΤΟ κλπ) πλήττουν ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων τόσο στις καπιταλιστικές μητροπόλεις της Δύσης όσο και στο Νότο στις χώρες του λεγόμενου “τρίτου κόσμου”.

Το Εκουαδόρ είναι μια χώρα με έντονες εσωτερικές διαμάχες ανάμεσα στους κύκλους της άρχουσας τάξης για την κατάκτηση της εξουσίας και πλούσια σε ιθαγενικές εξεγέρσεις που ξεκινούν από την περίοδο της αποικιοκρατίας και φτάνουν μέχρι σήμερα. Τις τελευταίες δεκαετίες το Εκουαδόρ προχωρά στην κατασκευή μεγάλων έργων στο όνομα της ανάπτυξης του “εθνικού πλούτου” (κυρίως στην πετρελαιοβιομηχανία), με την υποστήριξη των κρατών της Δύσης και βρίσκεται καταχρεωμένο σε διεθνείς οργανισμούς του κεφάλαιου, όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Ταυτόχρονα η ντόπια οικονομική ελίτ πλουτίζει, ενώ οι συνθήκες ζωής για το 80% του πληθυσμού επιδεινώνονται. Για να ξεπεράσει την οικονομική κρίση εξαιτίας της υπερχρέωσης, το εκουαδοριανό Κράτος (που παίρνει διαρκώς καινούρια δάνεια από το εξωτερικό για να ξεχρεώσει τα παλιά) εφαρμόζει ένα νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο που σημαίνει ιδιωτικοποιήσεις κι απολύσεις, μείωση των μισθών, αύξηση των φόρων και των τιμών στα αναγκαία για τη επιβίωση αγαθά, περικοπές στα επιδόματα και στις κοινωνικές παροχές, κλπ.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση του Γκουστάβο Νομπόα (ο οποίος διορίστηκε πρόεδρος τον περσινό Γενάρη από το στρατό, ταυτόχρονα με την καταστολή της ιθαγενικής και λαϊκής εξέγερσης που ανέτρεψε τον προηγούμενο προέδρο Χαμίλ Μαχουάδ) πλήρως εναρμονισμένη με τις νεοφιλεύθερες επιταγές των ΗΠΑ, του Δ.Ν.Τ. και της Παγκόσμιας Τράπεζας*, ανακοινώνει το Δεκέμβρη και νέα οικονομικά μέτρα προκαλώντας πλατιές κοινωνικές αντιδράσεις. Στα νέα μέτρα περιλαμβάνονται αυξήσεις στην τιμή της βενζίνης και στην τιμή των εισιτηρίων στις συγκοινωνίες, περικοπές στα επιδόματα, μειώσεις των μισθών, κατασκευή και νέου πετρελαιαγωγού, ιδιωτικοποίηση της επιχείρησης ύδρευσης, αύξηση των φόρων κ.α.

Έτσι, ένα χρόνο μετά τη μεγάλη εξέγερση που συγκλόνισε το Εκουαδόρ το Γενάρη του 2000, ένα νέο κύμα διαδηλώσεων έρχεται να παραλύσει για τρεις εβδομάδες το μεγαλύτερο μέρος της χώρας.

Χιλιάδες Ινδιάνοι, με τη συμπαράσταση φοιτητών, αγροτών και εργαζομένων, ξεσηκώνονται ενάντια στην καπιταλιστική δικτατορία του ΔΝΤ, των πολυεθνικών εταιρειών και του εκουαδοριανού Κράτους που επιβάλλουν με τα νέα μέτρα την ένταση της εκμετάλλευσης, και της εξαθλίωσης των λαών του Εκουαδόρ.

 

Tο χρονικό της εξέγερσης

Την Πέμπτη 25 Γενάρη εκατοντάδες Ινδιάνοι αποκλείουν τον Παναμερικάνικο Αυτοκινητόδρομο Βορρά-Νότου, κοντά στην πόλη Λατακούνγκα -μια επαρχιακή πρωτεύουσα 47 μίλια νότια του Κίτο, στα βουνά των Άνδεων- στήνοντας οδοφράγματα με μεγάλους λίθους και κορμούς δέντρων. Την προηγούμενη μέρα, πάλι σε αποκλεισμό του Παναμερικάνικου Αυτοκινητόδρομου, ύστερα από συγκρούσεις με το στρατό που χρησιμοποίησε δακρυγόνα και σφαίρες, έξι ιθαγενείς τραυματίστηκαν σοβαρά.

Η CONAIE (Συνομοσπονδία των Ιθαγενών Εθνών του Εκουαδόρ) καταγγέλλει τους πυροβολισμούς και την κατασταλτική πολιτική της κυβέρνησης και δηλώνει πως θα συνεχίσει τις κινητοποιήσεις.

Το απόγευμα της ίδιας μέρας, χιλιάδες ιθαγενείς αγρότες πραγματοποιούν πορεία προς το κέντρο της Λατακούνγκα απαιτώντας την παραίτηση του κυβερνήτη της επαρχίας.

Τις επόμενες μέρες συνεχίζονται οι αποκλεισμοί κεντρικών δρόμων με σκοπό τη παρεμπόδιση μεταφοράς αγροτικών, κυρίως, αγαθών από τις επαρχίες των Άνδεων στις παράκτιες περιοχές και στην περιοχή της Αμαζονίας. Στα μπλόκα γίνονται συνεχείς αψιμαχίες ανάμεσα στους Ινδιάνους και τις μονάδες του στρατού.

Από το Σάββατο 27 Γενάρη, αρχίζουν να φτάνουν από την ύπαιθρο στην πρωτεύουσα του Εκουαδόρ χιλιάδες ιθαγενείς, αφού πρώτα καταφέρνουν να περάσουν από τα μπλόκα του στρατού και της αστυνομίας που εμποδίζουν την είσοδο στο Κίτο.

Τη Δευτέρα 29 Γενάρη καταλαμβάνεται το Πανεπιστήμιο του Κίτο από περίπου 10 χιλιάδες Ινδιάνους ενώ και άλλοι συνεχίζουν να καταφθάνουν στην πρωτεύουσα. Αστυνομία και στρατός περικυκλώνουν το κτήριο, και πραγματοποιούν διαρκείς ρίψεις δακρυγόνων από ελικόπτερα στο προαύλιο του Πανεπιστημίου. Από ένα σημείο και ύστερα το νερό, το ηλεκτρικό και τα τηλέφωνα του Πανεπιστημίου κόβονται και οι Ινδιάνοι βρίσκονται αποκλεισμένοι, χωρίς δυνατότητα επικοινωνίας πολιορκούμενοι από μονάδες του στρατού και της αστυνομίας. Κάθε φορά που επιχειρούν να βγουν και να διαδηλώσουν στο κέντρο της πόλης ξεσπούν σφοδρές συγκρούσεις με πολλούς τραυματίες. Εκατοντάδες πολίτες της πρωτεύουσας, αλληλλέγγυοι στην εξέγερση των ιθαγενών, προσπαθούν να μεταφέρουν στην κατάληψη τρόφιμα, νερό και άλλα απαραίτητα αγαθά, αλλά δέχονται και αυτοί την επίθεση των δυνάμεων καταστολής. Το Πανεπιστήμιο συνεχίζει να αποτελεί και τις επόμενες μέρες το κεντρικό σημείο αναφοράς της εξέγερσης.

Την Τρίτη 30 Γενάρη συλλαμβάνεται από την αστυνομία ο πρόεδρος της CONAIE, Αντόνιο Βάργας. Ο υπουργός εσωτερικών επιβεβαιώνει τη διαταγή σύλληψης του Βάργας, με την κατηγορία της “υποκίνησης εξέγερσης” και “απόπειρας ανατροπής της κυβέρνησης” και ανακοινώνει επίσης τη σύλληψη του Λούις Βιγιάσις, ηγέτη του Πατριωτικού Μετώπου. Τις επόμενες μέρες συλλαμβάνονται εκατοντάδες άλλοι ηγέτες ινδιάνικων οργανώσεων. Πολλοί απλώς “εξαφανίζονται” και η κυβέρνηση αρνείται να δώσει εξηγήσεις για τα αίτα της σύλληψής τους ή για το που βρίσκονται.

Την 1η Φλεβάρη ακτιβιστές από περιβαλλοντολογικές ομάδες, γυναικείες οργανώσεις και συνδικάτα εργαζομένων καταλαμβάνουν τα γραφεία του Δ.Ν.Τ. στο Κίτο, καταγγέλλοντας το ρόλο που διαδραματίζει στην τρέχουσα κοινωνική κρίση στο Εκουαδόρ.

Στο μεταξύ πολλοί ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί καταλαμβάνονται και βρίσκονται υπό τον έλεγχο ομάδων από εξεγερμένους Ινδιάνους.

Τη νύχτα της Παρασκευής προς το Σάββατο 3 Φλεβάρη το Κράτος -και με τις υποδείξεις των ΗΠΑ- κηρύσσει καθεστώς Έκτακτης Άνάγκης. Η καταστολή της εξέγερσης κορυφώνεται τις επόμενες μέρες. Οι συναθροίσεις άνω των τριών ατόμων απαγορεύονται, η αστυνομία μπορεί να εισβάλει στα σπίτια οποιαδήποτε στιγμή, ο στρατός -με την υποστήριξη αμερικανών συμβούλων- συλλαμβάνει ή “εξαφανίζει” κάθε ύποπτο άτομο για “λόγους ασφάλειας”, ενώ αναφέρονται εκατοντάδες τραυματίες από συγκρούσεις σε όλη τη χώρα.

Την ίδια μέρα 50 ινδιάνοι μέλη της CONAIE, ξεκινούν απεργία πείνας μέσα στην κατάληψη του Πανεπιστημίου.

Τη Δευτέρα 5 Φλεβάρη Ινδιάνοι διαδηλωτές εισβάλλουν στο αεροδρόμιο της πόλης Τένα, στην επαρχία Νάπο της εκουαδοριανής Αμαζονίας, και καταστρέφουν τον πύργο ελέγχου. Μονάδες του στρατού και ελικόπτερα επιτίθενται στα χωριά της επαρχίας και δολοφονούν δύο Ινδιάνους. Το απόγευμα εισβάλλουν στην Τένα όπου δολοφονούν ακόμα έναν ιθαγενή ενώ αναφέρεται και η δολοφονία ενός παιδιού.

Το απόγευμα της Κυριακής και το πρωί της Δευτέρας, στην πρωτεύουσα Κίτο, γίνονται δύο εκρήξεις βομβών, η μία σε γραφεία τράπεζας και η άλλη σε μια εταιρεία μεταφορών.

Στο μεταξύ, τη Δευτέρα επίσης, κι ενώ αριστερές οργανώσεις, εκπαιδευτικοί, μαθητές, φοιτητές και εργαζόμενοι καλούν σε γενική απεργία για την Τετάρτη 7 Φλεβάρη, γίνεται στο Κίτο το πρώτο βήμα συνάντησης ανάμεσα στην ηγεσία της CONAIE κι εκπροσώπους της κυβέρνησης. Πράγματι, ύστερα από συνάντηση μιας ώρας, οι δύο πλευρές συμφωνούν στην έναρξη διαλόγου την επομένη. Όμως η προγραμματισμένη διαπραγματευτική συνάντηση της Τρίτης δεν πραγματοποιείται.

Την Τετάρτη 7 Φλεβάρη την ίδια στιγμή που στο Πανεπιστήμιο γίνονται συγκρούσεις με το στρατό, οι ηγεσίες της CONAIE, της CONFENΙAE και άλλων ιθαγενικών οργανώσεων απέχουν από την γενική απεργία, συναντιούνται με την κυβέρνηση και υπογράφουν συμφωνία (στους όρους της οποίας περιλαμβάνεται η απόχη του Εκουαδόρ από το “Σχέδιο Colombia” και η αποζημίωση των οικογενειών των νεκρών της εξέγερσης!).

Η συμφωνία της ηγεσίας των ιθαγενών με την κυβέρνηση σήμανε την εγκατάλειψη και το τέλος της εξέγερσης -για μία ακόμα φορά. Ο αιματοβαμμένος ξεσηκωμός των ιθαγενών που συγκλόνισε ολόκληρο σχεδόν το Εκουαδόρ, έσβησε μέσα στους συμβιβασμούς της ηγεσίας του με την κυβέρνηση και θάφτηκε κάτω από την οικονομική αποζημίωση για τους νεκρούς και μια σειρά υποσχέσεων του εκουαδοριανού κράτους, το οποίο προχώρησε σε διαπραγματεύσεις, όχι βέβαια από “ευαισθησία” -όπως δήλωσε η ηγεσία της CONAIE-, αλλά για να εκτονώσει την εκρηκτική κοινωνική κατάσταση, να αποφύγει το ενδεχόμενο ξέσπασμα ενός εμφύλιου πολέμου και να μεταθέσει στο μέλλον (σε ευνοϊκότερη συγκυρία) την αποφασιστική σύγκρουση με το ιθαγενικό κίνημα της χώρας, το μεγαλύτερο και ισχυρότερο σ΄όλη την αμερικάνικη ήπειρο.

Πηγές: “ECUADOR, Η ΙΘΑΓΕΝΙΚΗ ΚΑΙ ΛΑΪΚΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ”,
Εναλλακτικές εκδόσεις - Νότιος Άνεμος, Γενάρης 2001
και πληροφορίες από το Ιντερνετ

 

* Τα πιο πρόσφατα παραδείγματα για τη συνεργασία και την εξάρτηση του Εκουαδόρ από τις ΗΠΑ, είναι η κατασκευή δέκα νέων στρατιωτικών βάσεων -μετά την ολοκλήρωση της αμερικάνικης βάσης στη Μάντα- με στόχο την προώθηση των επιχειρήσεων (“Σχέδιο Colombia”) για την καταστολή της ένοπλης εξέγερσης στη γειτονική Κολομβία και ένα νέο τριετές πακέτο οικονομικής βοήθειας, ύψους 2 δις δολαρίων, που πρόκειται να δανείσει στη χώρα το ΔΝΤ.

1