Αρχική σελίδα

H ΚΑΤΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΠΟΡΝΕΙΑ -ΔΟΥΛΕΜΠΟΡΙΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΡΙΩΝ
ως πτυχή του εξουσιαστικού, καπιταλιστικού και πατριαρχικού κόσμου

Η μπροσούρα “Η καταναγκαστική πορνεία - δουλεμπόριο μεταναστριών ως πτυχή του εξουσιαστικού, καπιταλιστικού και πατριαρχικού κόσμου” περιλαμβάνει τις γραπτές εισηγήσεις και τη συζήτηση που ακολούθησε στην εκδήλωση η οποία πραγματοποιήθηκε στις 27 Σεπτέμβρη 2006 στην κατάληψη Λέλας Καραγιάννη 37, από πρωτοβουλία συντροφισσών της ανοιχτής συνέλευσης αναρχικών - αντιεξουσιαστών. Εκδόθηκε το Μάρτη του 2007 από συντρόφισσες της αναρχικής συλλογικότητας “Κύκλος της Φωτιάς”.


H ΚΑΤΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΠΟΡΝΕΙΑ - ΔΟΥΛΕΜΠΟΡΙΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΡΙΩΝ
ως πτυχή του εξουσιαστικού, καπιταλιστικού και πατριαρχικού κόσμου

"Κοίταξε, πηγαίνουν σε ένα ατζέντη στη Ρωσία, και τους λένε ότι χρειάζονται χρήματα προκειμένου να ζήσουν οι ίδιες και οι οικογένειές τους. Αυτός τους λέει ότι θα τους στείλει σε ένα κλαμπ στην Ελλάδα και εκεί απλά θα χορεύεις και θα πίνεις ένα ποτό με τους πελάτες. Τίποτα άλλο. Δεν τους λένε ότι θα πρέπει να χορεύουν πάνω στα πόδια του πελάτη. Δεν τα γνωρίζουν αυτά καθώς και ότι θα είναι ίσως κλειδωμένες μέσα σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου και θα δέχονται πελάτες χωρίς να τους επιτρέπεται να βγουν (...) Τους πιέζουν να κάνουν άσχημα πράγματα... καταλαβαίνεις, σεξουαλικές μαλακίες". 1

Trafficking (=μεταφορά γυναικών προς εξώθηση στην καταναγκαστική πορνεία). Ένας όρος ουδέτερος, άχρωμος, αποπροσανατολιστικός από το πραγματικό περιεχόμενο της έννοιας. Χαρακτηριστικά, προσιδιάζει στο λαθρεμπόριο ναρκωτικών και όπλων και στη διακίνηση μεταναστών, λαθραία, από τη μία χώρα στην άλλη. Έτσι ονομάζεται το σύγχρονο σκλαβοπάζαρο γυναικών και παιδιών στις χώρες της "πολιτισμένης Δύσης". Πίσω από εκεί κρύβεται μία από τις χειρότερες μορφές εκμετάλλευσης και καταναγκασμού της ύπαρξης χιλιάδων γυναικών, που εκτός από τον προσδιορισμό του φύλου τους, χαρακτηρίζονται από τη φτώχεια και από τη μετανάστευση.

Η καταναγκαστική πορνεία άρχισε να κάνει την εμφάνισή της στον ελλαδικό χώρο στις αρχές του 1990, παραμερίζοντας σιγά-σιγά την παραδοσιακή πορνεία. Αυστηρά προσδιορισμένη και επικεντρωμένη στην όσο το δυνατόν πιο εντατική εκμετάλλευση μεταναστριών γυναικών από τις λεηλατημένες από τα καπιταλιστικά κέντρα της Δύσης χώρες της ανατολικής Ευρώπης (μετά την πρόσφατη τότε κατάρρευση του "υπαρκτού σοσιαλισμού") και των Βαλκανίων (στις αρχές του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία), η σωματεμπορία παγιώθηκε οριστικά το 1993 και οι ρυθμοί της πλέον είναι ανοδικοί. Γυναίκες από τη Ρωσία, την Αλβανία, την Ουκρανία, τη Βουλγαρία, την Πολωνία, το Κόσοβο, τη Ρουμανία, αλλά και από χώρες ασιατικές, όπως από τις Φιλιππίνες και την Ταϊλάνδη, υποβιβάστηκαν στο ρόλο ενός άψυχου αντικειμένου, κλεισμένες στα μπουρδέλα-φυλακές των προαγωγών τους. Γυναίκες οι οποίες, απελπισμένες από την οικονομική κατάσταση στις χώρες τους, ζητούσαν μια θέση στον "ευρωπαϊκό παράδεισο", κατέληξαν στα χέρια μεσαζόντων και νταβατζήδων, μετατράπηκαν σε ανταλλάξιμο είδος, προς πάσα χρήση. Υπάρχουν κυρίως τρεις τρόποι μέσω των οποίων οδηγούνται γυναίκες στην καταναγκαστική πορνεία: 1) Μέσω γραφείων ευρέσεως εργασίας στις χώρες καταγωγής τους όπου τους υπόσχονται υψηλούς μισθούς, δουλεύοντας ως καθαρίστριες, σερβιτόρες, χορεύτριες κ.λπ. 2) Μετά από απαγωγή ή πώληση από την οικογένειά τους. 3) Γνωρίζοντας ότι θα εργαστούν ως πόρνες, αλλά αγνοώντας κάτω από ποιες συνθήκες –εγκλεισμός, πώληση σε σωματέμπορους. Μεταφέρονται συνήθως διασχίζοντας τα σύνορα “λαθραία” χωρίς καθόλου χαρτιά ή με τα χαρτιά τους παρακρατημένα από τους διακινητές σε χώρες της Ευρώπης-φρούριο όπου οι μετανάστες έρχονται αντιμέτωποι με το σκληρότερο πρόσωπο του κράτους. Βρίσκονται άμεσα εξαρτημένες, εφόσον υποχρεούνται να ξεπληρώσουν το σωματέμπορα για τη μεταφορά τους, ζώντας πάντα με την απειλή απέλασης από το ελληνικό κράτος. Από εκεί και πέρα υπόκεινται τον έσχατο εξευτελισμό και πραγμοποίηση του σώματός τους. Κρατούνται σε "αόρατες" φυλακές. Ξυλοδαρμοί, βιασμοί, βασανιστήρια, εθισμοί στα ναρκωτικά και στο αλκοόλ με σκοπό την πλήρη καθυπόταξή τους συμβαίνουν πίσω από τα πολυτελή φώτα νυχτερινών κέντρων και στριπτιζάδικων, πίσω από την "αθωότητα" των αγγελιών στις εφημερίδες, πίσω από την ανωνυμία του διαδικτύου (με τεράστια ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια). Οι αριθμοί σοκάρουν. Κατά τη χρονική περίοδο 1990-2000, 77.500 γυναίκες και ανήλικα κορίτσια βρέθηκαν υπό καθεστώς καταναγκαστικής πορνείας στην Ελλάδα, σε ένα σύνολο 85.000 εκδιδόμενων. Την ίδια περίοδο, τα έσοδα της πορνείας εκτιμώνται σε 7,3 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ υπολογίζεται ότι περίπου 60.000 άτομα αποκόμισαν κέρδη από αυτό το απάνθρωπο καθεστώς δουλείας. Μόνο το 2000, στην Ελλάδα οδηγήθηκαν στην καταναγκαστική πορνεία 23.000 γυναίκες και ανήλικα κορίτσια.2 Ένα άριστα οργανωμένο δίκτυο με επιχειρηματική και οικονομικά προσανατολισμένη νοοτροπία πουλά και αγοράζει γυναίκες στα σύγχρονα σκλαβοπάζαρα του καπιταλισμού.

Ο καπιταλισμός εμφανίζεται σε μία από τις βαρβαρότερες μορφές του, μορφή η οποία ωστόσο είναι απόλυτα σύμφωνη με την εφαρμογή του, μέσω του εκβιασμού της εργασίας πάνω στα σώματα γυναικών, ευάλωτων λόγω της ταξικής τους θέσης, υποκείμενων στα ρατσιστικά στερεότυπα της "ρωσίδας πόρνης", της "βουλγάρας χορεύτριας", της "αλβανίδας καθαρίστριας". Ο στόχος είναι η εκμετάλλευση μέχρι την πλήρη εμπορευματοποίηση και υποταγή. Η καταναγκαστική πορνεία κατέχει την τρίτη θέση σε πηγή κερδών, με έσοδα 4,2 δις. ευρώ ετησίως, μετά το εμπόριο όπλων και ναρκωτικών παγκοσμίως. Οι γυναίκες αυτές, παράλληλα, βιώνουν την ολοκληρωτική απαξίωση από μεγάλη μερίδα του κοινωνικού συνόλου, σε αντίθεση με τις πόρνες των οίκων ανοχής στα παλαιότερα χρόνια, οι οποίες, έστω και ως περιθωριακά κομμάτια, κατείχαν μία θέση μέσα σε αυτό. Θεωρούνται εθνικά και πολιτισμικά “κατώτερες” και βιώνουν τον αγριότερο εξαναγκασμό μέχρι την πλήρη καθυπόταξη και εξάρτηση από τα αφεντικά τους.

"Δεν έχουν επιλογή. Πολλά κλαμπ χρεώνουν τις κοπελιές να φύγουν για μια ώρα με έναν πελάτη σε μέρος που έχει κλείσει το ίδιο το κλαμπ γι' αυτές τις δουλειές. Κλείνουν κάποια δωμάτια σε ξενοδοχείο (...) Έρχονται πολλές φορές πίσω οι κοπέλες στο κλαμπ και είναι χτυπημένες ή καμένες με τσιγάρα... και άλλες τέτοιες μαλακίες και αυτός συνεχίζει να έρχεται στο κλαμπ σαν πελάτης".

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις του εφιάλτη που βιώνουν τόσες χιλιάδες γυναίκες, ακόμη και ανήλικες, όπου από το 1990 μέχρι το 2000 εντοπίζονται 1.600 περίπου κάτω των 18 ετών, με έσοδα για τους σωματεμπόρους 434 εκατομμύρια ευρώ περίπου 3, είναι οι ιστορίες της Όλγας, της Τζίνας και της Καμέλιας.

Το 1998 φτάνει στην Ελλάδα, για την αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης, η Όλγα Μπ. από την Ουκρανία. Οι σωματέμποροι της υπόσχονται, όπως και σε πολλές άλλες κοπέλες, ότι θα εργαστεί ως χορεύτρια σε νυχτερινό κέντρο. Εκεί την υποχρεώνουν να κάνει σεξ με τους “πελάτες”. Εκείνη αρνείται. Τότε ο σωματέμπορος καταφεύγει στο μπάτσο Νικόλαο Μπρικόλια, ο οποίος βιάζει τη 19χρονη Όλγα σε ένα ξενοδοχείο. Η Όλγα δραπετεύει από το νταβατζή της, καταφεύγει στη Ζάκυνθο όπου και δουλεύει για να πληρώσει κάποιον να σκοτώσει το βιαστή της. Κάποια στιγμή συλλαμβάνεται επειδή δεν έχει χαρτιά. Τότε καταγγέλλει το περιστατικό. Μέσα στις δικαστικές αίθουσες "βιάζεται" για δεύτερη φορά. Η λεπτομερής εξιστόρηση της σεξουαλικής κακοποίησής της, η συνάντηση με το βιαστή της, η απαξιωτική στάση των δικαστών και η εξουσιαστική φύση του δικαίου που διαπνέεται σαφώς από τον έμφυλο, ταξικό και φυλετικό ρατσισμό, οδηγούν στην ολοκλήρωση του εφιάλτη. Να σημειώσουμε ότι η Όλγα δεν κλήθηκε καν να καταθέσει, ενώ ο Μπρικόλιας αθωώθηκε και πλέον υπηρετεί κανονικά.

"Όσο και να πιστεύεις ότι έχεις απομονώσει το σώμα σου, δεν γίνεται. Τα πάντα γράφονται μέσα σου. Μέσα στο μυαλό σου ακόμα και αν πιστεύεις ότι τα έχεις σβήσει και... φρικάρεις. Λες τι κάνω εγώ εδώ".

Η Τζίνα Μ. και η Καμέλια Π., 16 και 15 χρονών αντίστοιχα από τη Ρουμανία, πείστηκαν από συμπατριώτη τους να έρθουν στην Ελλάδα για δουλειά. Από εκεί ξεκινά και ο βασανισμός τους. Παρακράτηση διαβατηρίων, συνεχείς μεταφορές και ανταλλαγές μεταξύ αφεντικών-σωματεμπόρων. Τελικά καταλήγουν στα χέρια του νταβατζή Σωτήρη Μάνη, ιδιοκτήτη ενός στούντιο μασάζ όπου κοπέλες κρατούνται έγκλειστες και υποχρεώνονται να κάνουν σεξ με τους “πελάτες”. Τους είπαν ότι θα δουλεύουν χωρίς αμοιβή για να ξεπληρώσουν τα έξοδα του ταξιδιού τους. Η Τζίνα και η Καμέλια, στις καταθέσεις τους υποστήριξαν ότι το κύκλωμα είχε την αμέριστη συνεργασία των αστυνομικών του τμήματος αλλοδαπών Γλυφάδας, που βρισκόταν απέναντι από το στούντιο μασάζ, οι οποίοι έρχονταν, βίαζαν και έφευγαν, συμμετέχοντας ή παρέχοντας κάλυψη στο κύκλωμα. Τελικά η Τζίνα κατάφερε να αποδράσει. Η Καμέλια και μια ακόμη 18χρονη κοπέλα όταν επιχείρησαν να αποδράσουν έπεσαν στα χέρια των μαστροπών τους, όπου τις κακοποίησαν και συνέχισαν να τις εκμεταλλεύονται. Κάποια στιγμή ο Μάνης συνελήφθη και τελικά αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, σε αντίθεση με τη Τζίνα, η οποία παρέμεινε επί δύο μήνες κρατούμενη στη ΓΑΔΑ με την απειλή απέλασης.

"Απλά εκείνη τη στιγμή κλειδώνεις το σώμα σου και σταματάς να το νιώθεις. Έτσι πρέπει... είναι πολύ σημαντικό να το κλειδώνεις".

Στα μονόστηλα των εφημερίδων, μπορεί να εντοπιστεί και η ιστορία μιας 29χρονης Βουλγάρας, η οποία όταν κατέφυγε στην αστυνομία για να καταγγείλει το μαστροπό της, στην Ιαλυσό της Ρόδου, βιάστηκε από τρεις μπάτσους με την ανοχή άλλων τεσσάρων επί έξι συνεχόμενες μέρες.4 Είναι εμφανής, αλλά και δεδομένη η συνεργασία μπάτσων και δικαστών για την κάλυψη των σωματεμπόρων, με τη σιωπή των ΜΜΕ να λειτουργεί ως αρωγή στην ενοχοποίηση και απαξίωση των γυναικών-θυμάτων της σωματεμπορίας εμπλουτίζοντας τα ρατσιστικά στερεότυπα για αυτές.

"Μπορείς να δεις τα μάτια τους και να καταλάβεις τι είναι ο καθένας. Κοίταξε... για μένα ένα strip club ισοδυναμεί με κελί φυλακής. Λειτουργεί σκόπιμα σαν κελί φυλακής".

Στο καθεστώς αυτό του σύγχρονου δουλεμπορίου, οι γυναίκες υπόκεινται στους νόμους της προσφοράς του νταβατζή και της ζήτησης του “πελάτη”. Αυτού του "αόρατου ήρωα" της καταναγκαστικής πορνείας. Αυτού που δε διστάζει, γιατί έτσι επιτάσσει "η ανδρική του φύση", να κυριαρχήσει με τους πιο βάρβαρους τρόπους σε ανθρώπους ενός "κατώτερου" φύλου, προερχόμενους από μια "κατώτερη" χώρα, ζώντας υπό "κατώτερες" συνθήκες. Η σχέση εκδιδόμενης-“πελάτη” είναι μια σχέση ιδιοκτησίας. Είναι μια από τις μορφές που παίρνει η σχέση των φύλων στη σύγχρονη κοινωνία. Υπολογίζονται περίπου σε 1.900.000 οι “πελάτες” της πορνείας γενικά τη δεκαετία 1990-2000. 5 Η πορνεία στην καταναγκαστική μορφή της είναι μια πορνεία των μεσαίων και αγροτικών στρωμάτων, με στροφή προς την επαρχία.

Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι η γυναίκα που υφίσταται την καταναγκαστική πορνεία, εκδίδεται κατά μέσο όρο 1.048 φορές κάθε χρόνο, σύμφωνα με στοιχεία που αφορούν τη δεκαετία από το 1990 μέχρι το 2000, ενώ ο μέσος όρος “χρήσης” της είναι 20 μήνες. Μετά είτε δουλεύουν πλέον ως πόρνες είτε επιστρέφουν στην πατρίδα τους με το φόβο του στιγματισμού.

Κακοποίηση, ασθένειες και νοσήματα, με πιο διαδεδομένο τον ιό του AIDS, μόνιμες σωματικές βλάβες, αυτοκτονίες στα μπουντρούμια-φυλακές, βιασμοί, ψυχολογική βία, δολοφονίες κοριτσιών, κατεστραμμένη σεξουαλική ζωή, βασανιστήρια, απαγωγές, απελάσεις και υποταγή στις ορέξεις σωματεμπόρων και “πελατών”, συνθέτουν το σκηνικό της φρίκης που βιώνουν καθημερινά γυναίκες παγκοσμίως, τη στιγμή που συμπυκνώνεται στα πρόσωπά τους η έμφυλη, ταξική και φυλετική εκμετάλλευση και καταπίεση.

1. Τα απόσπασματα που παρεμβάλλονται στο κείμενο είναι από συνεντεύξεις γυναικών που δουλεύουν ως χορεύτριες σε στριπτιζάδικα, ορισμένες από τις οποίες εξαναγκάζονται στην πορνεία. Περιέχονται στη διδακτορική διατριβή “καλλιτεχνικός χορός-πορνεία-σεξ σόου / νοηματοδοτήσεις του σώματος σε μια επαγγελματική ομάδα / ταυτότητα και κοινωνικός αποκλεισμός” της Μπέμπελη Δ., Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2003

2. Γ. Λάζος, Πορνεία και διεθνική σωματεμπορία στην Ελλάδα, Η εκδιδόμενη, Αθήνα 2002.

3. Γ. Λάζος, ο.π.

4. Αναρχικό Δελτίο νο39

5. Γ. Λάζος, Πορνεία και διεθνική σωματεμπορία στην Ελλάδα, Ο πελάτης, Αθήνα 2002.

 

*

___________________________

 Για το trafficking

Ο όρος trafficking, δηλώνει την παράνομη διακίνηση πραγμάτων, εμπορευμάτων ή ανθρώπων και αποτελεί ως εκ τούτου μέρος του λόγου της κυριαρχίας. Αποτελεί έναν ουδέτερο, εξωραϊσμένο όρο, για την καταναγκαστική πορνεία, το δουλεμπόριο γυναικών, υποβιβάζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τη γυναίκα στη θέση του αντικειμένου και δίνοντας τελικά έτσι, το στίγμα των σχέσεων εξουσίας που υφίσταται.

Η γλώσσα δεν αποτελεί ένα ουδέτερο εργαλείο, αντιθέτως κατασκευάζει και αναπαράγει συγχρόνως συγκεκριμένες αξίες, πρότυπα και συμπεριφορές, που συνάδουν με τις επιδιώξεις της κυριαρχίας, σε σχέση με το εκάστοτε εξουσιαστικό κοινωνικό- πολιτικό πλαίσιο. Απεικονίζει τελικά τις διακρίσεις, τις ιεραρχήσεις και αξιολογήσεις, αλλά και κατασκευάζει την έμφυλη ανισότητα και καταπίεση στις διάφορες εκφάνσεις της.

Για αυτούς τους λόγους, δε θα χρησιμοποιήσουμε τον όρο trafficking, αλλά αυτόν της καταναγκαστικής πορνείας, του δουλεμπορίου των γυναικών, διότι πιστεύουμε ότι ανταποκρίνεται πληρέστερα, στον εξαναγκαστικό, βίαιο, σεξιστικό, εξουσιαστικό και εκμεταλλευτικό χαρακτήρα αυτής της πραγματικότητας.

 

Γυναίκα μετανάστρια

Σ’ έναν εξουσιαστικό, πατριαρχικό, καπιταλιστικό κόσμο, οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες στη φτώχια, την εκμετάλλευση και καταπίεση, υφίστανται περισσότερες διακρίσεις και αποκλεισμούς, λόγω του φύλου τους. Πολλαπλοί κοινωνικοί, πολιτικοί, οικονομικοί, πολιτισμικοί παράγοντες ωθούν και τις γυναίκες στην μετανάστευση.

Οι γυναίκες μετανάστριες στην Ελλάδα, προέρχονται κυρίως απ’ τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ και απ’ την Ασία, ενώ στην Ελλάδα τις περιμένουν σ’ έναν επίσης πατριαρχικό κόσμο, νέοι αποκλεισμοί και ιεραρχήσεις.

Η ταξική τους θέση στη χώρα προέλευσης τους και η ανάγκη τους για επιβίωση, τις οδηγεί σ’ ένα ακόμα πιο απάνθρωπο καθεστώς εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Στο πρόσωπο άλλωστε της μετανάστριας συμπυκνώνεται η ταξική, φυλετική και κατά φύλο καταπίεση και εκμετάλλευση, που απορρέει από μία εξουσιαστική, καπιταλιστική, πατριαρχική κοινωνία.

Η ταξική της λοιπόν θέση, την εξαναγκάζει να υφίσταται ένα άθλιο εργασιακό καθεστώς, όπου η ίδια εμφανίζεται κοινωνικά απαξιωμένη και είναι κακοπληρωμένη, σε θέση πλήρους εξάρτησης προκειμένου να εξασφαλίσει τους ελάχιστους όρους για την επιβίωση της. Οι δουλειές που αναλαμβάνει, έχουν να κάνουν με την ταξική της θέση μέσα σε μία καπιταλιστική κοινωνία, έχουν όμως συγχρόνως να κάνουν και με τα έμφυλα στερεότυπα και τους κατά φύλο ρόλους, μέσα σε μία επίσης πατριαρχικά δομημένη κοινωνία.

Η δουλειά λοιπόν που θα αναλάβει αποτελεί ένα στοιχείο καταναγκασμού, που ενυπάρχει φανερά ή μη, στις κοινωνικές συμβάσεις και προσδοκίες για την αρμόζουσα έμφυλη συμπεριφορά. Έτσι, γίνεται καθαρίστρια, υπηρέτρια, αποκλειστική νοσοκόμα, πόρνη. Δουλειές που μέσα σ’ ένα πατριαρχικό σύστημα, σημασιοδοτούνται απ’ τον εγκλεισμό της γυναίκας στην οικιακή σφαίρα, με τις δουλειές του σπιτιού, με τη φροντίδα των άλλων, αλλά και με την εξομοίωση της στη θέση του αντικειμένου, προορισμένου να υπηρετεί τις σεξουαλικές “ανάγκες” του άντρα, χωρίς καμία δυνατότητα αυτοδιάθεσης της ύπαρξης της. Ένα επίσης παράδειγμα πραγμοποίησης της γυναίκας μετανάστριας, πραγματώνεται μέσα από τα γραφεία ευρέσεως συζύγου, όπου η μετανάστρια οδηγείται στο ρόλο της συζύγου, προκειμένου να εξασφαλίσει την επιβίωση της.

Η γυναίκα μετανάστρια καταπιέζεται λόγω του φύλου, της τάξης και της καταγωγής της, ενώ μέσα απ’ τους διάφορους κρατικούς, εξουσιαστικούς μηχανισμούς και θεσμούς, επιχειρείται όπως συμβαίνει και με τους μετανάστες γενικότερα, ο επίπλαστος διαχωρισμός μεταξύ “ντόπιων” και “ξένων” γυναικών, προβάλλοντας το ζήτημα της φυλετικής καταγωγής, κατασκευάζοντας ρατσιστικά και εθνικιστικά στερεότυπα, δημιουργώντας εχθρούς μεταξύ των ίδιων των προλετάριων γυναικών, που υφίστανται και την έμφυλη καταπίεση.

Επιπλέον τα προβλήματα των μεταναστριών γίνονται μέσω αυτού του επίπλαστου διαχωρισμού, “αόρατα” για τις υπόλοιπες γυναίκες, που θεωρούν ότι δεν τις αφορούν, αφού βρίσκονται σε θέση υπεροχής σε σχέση μ’ αυτές. Η αντίληψη όμως αυτή, συνεπάγεται σκληρότερους όρους εκμετάλλευσης και γι αυτές τις ίδιες και εδραίωση των όρων της κυριαρχίας.

Ο ρατσισμός λοιπόν που υφίστανται οι μετανάστριες αποσκοπεί στη κατασκευή μίας επίπλαστης ταύτισης των συμφερόντων των υπόλοιπων γυναικών με αυτά του κράτους και της πατριαρχίας, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται η εσωτερική κοινωνική συνοχή, από τη μεριά των συμφερόντων του κράτους, ενώ σε διεθνές επίπεδο ο ρατσισμός, κάτω απ’ την επίδραση των νέο- αποικιακών διεθνών σχέσεων, οδήγησε στο διαχωρισμό μεταξύ κρατών παραγωγής- εξαγωγής και κρατών εισαγωγής- κατανάλωσης του σύγχρονου αυτού δουλεμπορίου.

Η καταναγκαστική πορνεία αποτελεί ένα σημείο όπου συναντώνται η έμφυλη, ταξική αλλά και φυλετική εκμετάλλευση, ένα σημείο όπου σ’ αντίθεση με την παραδοσιακή πορνεία, δεν υπάρχει καμία ψευδαίσθηση ελεύθερης επιλογής, ψευδαίσθηση η οποία είναι ούτως ή άλλως κοινωνικά προκαθορισμένη.

 

Πατριαρχία- Καπιταλισμός

Η καταναγκαστική πορνεία δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση παθογένεια του πατριαρχικού, καπιταλιστικού συστήματος, αλλά πτυχή και εκδήλωσή του.

Η πορνεία γενικότερα άλλωστε αποτελεί μία σχέση εξουσίας, ενώ στα πλαίσια του καπιταλισμού εμπορευματοποιούνται οι σεξουαλικές σχέσεις και επιδεινώνονται οι σχέσεις εκμετάλλευσης σε βάρος των εκδιδόμενων γυναικών.

Σ’ έναν κόσμο λοιπόν, όπου η γυναίκα έχει το διπλό ρόλο να καταναλώνει και να καταναλώνεται, η γυναίκα αντιμετωπίζεται ως σεξουαλικό εμπόρευμα, πάνω στο οποίο ο άντρας στην περίπτωση της καταναγκαστικής πορνείας, φτάνει να έχει δικαίωμα ζωής και θανάτου.

Για το κράτος και τον καπιταλισμό, η καταναγκαστική πορνεία αποτελεί κάτι πολύ περισσότερο από μία απλή πηγή κέρδους. Το σύγχρονο αυτό δουλεμπόριο γυναικών έχει ως αποτέλεσμα την κατασκευή, εσωτερίκευση και διάχυση στο ευρύτερο κοινωνικό σώμα, εξουσιαστικών λογικών και πρακτικών, με τελικό σκοπό την αναπαραγωγή της κυριαρχίας, τη διατήρηση και διαιώνισή της. Η λογική και πρακτική για παράδειγμα, της εκμετάλλευσης και καθυπόταξης του ανθρώπου, αναπαράγεται και μέσα απ’ την καταναγκαστική πορνεία. Η διάχυση και η οικειοποίηση αυτών των πρακτικών από ένα ευρύτερο σύνολο ανθρώπων, καθιστά φανερό τον τρόπο με τον οποίο το κράτος μέσω των θεσμών και των μηχανισμών του αποκτηνώνει τους υπηκόους του. Έτσι μπορεί η καταναγκαστική πορνεία, λόγω του απροκάλυπτα βίαιου χαρακτήρα της, να μη νομιμοποιείται κοινωνικά, ταυτόχρονα όμως συντελείται μία ασυνείδητη κοινωνική νομιμοποίηση των λογικών και των πρακτικών της, στο επίπεδο της καθημερινής ζωής.

Επιπλέον, η καταναγκαστική πορνεία αποτελεί μέρος της συνολικότερης έμφυλης βίας που υφίστανται οι γυναίκες μέσα σε μία πατριαρχική κοινωνία, βία η οποία διαπερνά το σύνολο των κοινωνικών τους σχέσεων και αγγίζει ακόμα και τις πιο απλές καθημερινές τους στιγμές.

Η καταναγκαστική πορνεία μπορεί να είναι ένα απτό και ακραίο παράδειγμα έμφυλης βίας, όμως αυτό δε σημαίνει ότι οι πιο άδηλες μορφές της, που κινούνται ακόμα και στο επίπεδο ενός βλέμματος ή μιας χειρονομίας, δεν είναι καταπιεστικές και βίαιες.

 

Σεξουαλικότητα

Μέσα λοιπόν σ’ αυτά τα πλαίσια, η σεξουαλικότητα της γυναίκας χρησιμοποιείται ως μηχανισμός κοινωνικού ελέγχου εναντίον της, τοποθετώντας το σώμα μέσα σ’ ένα πολιτικό- οικονομικό πεδίο που το καθιστά χειραγωγήσιμο.

Η σεξουαλικότητα χρησιμοποιείται τελικά ως ένας τρόπος πρόσβασης των διαφόρων εξουσιαστικών μηχανισμών στο σώμα οι οποίοι δρουν σ’ ένα επίπεδο βιοεξουσίας, αφού καθορίζουν την ύπαρξη στο σύνολο της. Η αλλοτριωμένη σεξουαλικότητα είναι ένας τρόπος με τον οποίο κατασκευάζεται κοινωνικά η σωματική υπόσταση. Έτσι, οργανώνεται μία σεξουαλικότητα οικονομικά χρήσιμη και πολιτικά ασφαλής, που συντελεί στην πραγμοποίηση της γυναίκας, πραγμοποίηση η οποία στην καταναγκαστική πορνεία παίρνει την πιο ακραία έκφραση της.

Σε μία πατριαρχική κοινωνία, όπου η αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος αλλά και ολόκληρης της ύπαρξης της γυναίκας θεωρείται ως κάτι που αντιβαίνει τη “φύση” της, η συνθήκη αυτή, στην καταναγκαστική πορνεία, εκδηλώνεται χωρίς κανένα προκάλυμμα ή προφάσεις.

Όταν η σεξουαλικότητα του άντρα εμφανίζεται ως επιθετική και κατακτητική, σ’ αντίθεση μ΄ αυτή της γυναίκας που εμφανίζεται ως παθητική και υποταγμένη πάντα απ’ την οπτική γωνία του άντρα, στην καταναγκαστική πορνεία, η γυναίκα βρίσκεται σε μία θέση πλήρους υποταγής και εκμετάλλευσης από τον άντρα, του οποίου θεωρείται “φύσει” δικαίωμα η διαχείριση της σεξουαλικότητάς της, με βάση τις δικές του ορέξεις και επιθυμίες. Επιθυμίες που κι αυτές ορίζονται κοινωνικά και πολιτικά, μέσα σ’ ένα σύστημα βασισμένο στην εξουσία ανθρώπου σε άνθρωπο το οποίο οδηγεί στην αλλοτρίωση της σεξουαλικότητας τόσο της γυναίκας, όσο και του άντρα, με τη διαφορά ότι η αλλοτριωμένη σεξουαλικότητα του άντρα φέρει τα χαρακτηριστικά του καταπιεστή, του κυρίαρχου αυτής της σχέσης.

Έτσι, το γυναικείο σώμα αναπροσδιορίζεται και συγκροτείται εκ νέου ως ένα αντικείμενο, του οποίου το νόημα και το περιεχόμενο έχει συγκροτηθεί έξω απ’ αυτό, με σκοπό την αναπαραγωγή των υφιστάμενων σχέσεων κυριαρχίας, ενώ η θυματοποίηση και ο πατερναλισμός απέναντι στη γυναίκα και το σώμα της, δεν αποτελούν τίποτα άλλο παρά μία ακόμα έκφανση της πατριαρχίας και των στερεοτύπων που αναπαράγει, μέσω των οποίων αναπαρίσταται η γυναίκα ως ανίκανη να αυτοδιαθέσει την ύπαρξη της χωρίς την καθοδήγηση και την προστασία του άντρα.

 

*

___________________________

Δουλεμπόριο μεταναστριών – καταναγκαστική πορνεία

Για τους μετανάστες που καταφέρνουν να φτάσουν στις καπιταλιστικές μητροπόλεις κυνηγημένοι από τη φτώχεια και το θάνατο, οι νόμοι υπαγορεύουν το ρόλο του αναλώσιμου σκλάβου ή ακόμα και του “εσωτερικού εχθρού” -κυρίως όταν πρόκειται για πρόσφυγες από εμπόλεμες περιοχές- ο οποίος απειλεί να μεταφέρει στο εσωτερικό της Δύσης τον πόλεμο που αυτή εξαπολύει στην περιφέρεια.

Σε κάθε περίπτωση, τόσο στο φάσμα της εντατικής εκμετάλλευσης όσο και της καταστολής, ισχύει σε βάρος τους ένα ειδικό καθεστώς το οποίο σχετικοποιεί την αξία της δικής τους ζωής, μιας ζωής που χωρίς κανένα πρόσχημα αντιμετωπίζεται ως συνάρτηση της αξίας χρήσης που έχουν στην καπιταλιστική αγορά.

Αποτύπωση αυτής της ειδικής συνθήκης είναι οι αντι-μεταναστευτικοί νόμοι, οι οποίοι εξαρτούν την παραμονή των μεταναστών στη χώρα από τα εχέγγυα εργασίας που παρέχει το αφεντικό τους –καθιστώντας τους απόλυτα όμηρους στην πιο άγρια εκμετάλλευση, στα άθλια μεροκάματα και στον εκβιασμό να τους καταδώσει σε περίπτωση που δεν έχουν χαρτιά, η θωράκιση των συνόρων που οδηγεί σε αμέτρητες δολοφονίες, τα πογκρόμ –“επιχειρήσεις σκούπα” από τα σώματα ασφαλείας, οι πολύμηνες κρατήσεις σε αστυνομικά τμήματα, οι απελάσεις, τα βασανιστήρια και οι καθημερινοί εξευτελισμοί. Μια ζοφερή πραγματικότητα που απλώνει τη βουβή σκιά της πάνω από τα ναρκοθετημένα σύνορα, τα χωράφια και τα γιαπιά, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης…

Για την απόκτηση συναίνεσης στην εκμετάλλευση και την καταστολή προσφύγων και μεταναστών, το κράτος και τα φερέφωνά του –ΜΜΕ- κατασκευάζουν εξαρτημένα κοινωνικά αντανακλαστικά μέσω της προπαγάνδας άλλοτε περί “εγκληματικότητας” και άλλοτε περί “τρομοκρατίας”, εμφανίζοντας τους μετανάστες ως κίνδυνο για την κοινωνία, δαιμονοποιώντας ουσιαστικά την ταξική τους υπόσταση και την εθνική τους καταγωγή. Ενώ στην περίπτωση της μετανάστριας, τα στερεότυπα που ισχύουν για το φύλο της υπαγορεύουν τον προσανατολισμό που θα έχει η δική της αξία χρήσης.

Με ρατσιστικά, εθνικιστικά, πατριωτικά ιδεολογήματα επιχειρείται η συστράτευση της κοινωνίας με το κράτος απέναντι στον “ξένο”. Ο ρατσισμός εξάλλου είναι ένα από τα κατεξοχήν εργαλεία της κυριαρχίας για τη διαιώνισή της, αφού η κατασκευή πλαστών διαχωρισμών ανάμεσα στους καταπιεσμένους αφαιρεί το μοναδικό τους όπλο απέναντι στους δυνάστες τους, την αλληλεγγύη, και συνεπάγεται την πειθάρχησή τους στα αφεντικά, με την εξατομικευμένη ελπίδα –και την επί πτωμάτων επιδίωξη- μιας καλύτερης θέσης στην επιβεβλημένη κοινωνική ιεραρχία, με βάση την τάξη, την εθνικότητα, το φύλο.

Πρόκειται για έναν μηχανισμό κοινωνικού εκφασισμού, που στη συγκεκριμένη περίπτωση επιχειρεί να καταστήσει τους μετανάστες έναν πληθυσμό “αόρατο”, ώστε ό,τι τους συμβαίνει να καλύπτεται από ένα πέπλο συνένοχης σιωπής, και ακόμα και η απόλυτη βαρβαρότητα έναντι του “ξένου” να μη δημιουργεί ρήγματα στην κοινωνική συνοχή.

Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πως αυτό που βιώνουν οι μετανάστες είναι κομμάτι του κόσμου που επιφυλάσσουν ευρύτερα οι κυρίαρχοι για τους προλετάριους. Και αν για την επιβολή αυτού του κόσμου είναι απαραίτητη η βία της καταστολής, συνυφασμένη με τον αποκλεισμό πλατειών κοινωνικών στρωμάτων που λογιάζονται ως παρίες και έρχονται να αντιμετωπιστούν ως “ειδικές κατηγορίες”, άλλο τόσο είναι απαραίτητη για το καθεστώς η εσωτερίκευση της βίας του στους κόλπους των καταπιεζόμενων, ούτως ώστε το κράτος να παρουσιάζεται ως προστάτης της κοινωνίας. Όταν οι καταπιεζόμενοι δεν αντιστέκονται στην οργανωμένη βία του κράτους και του καπιταλισμού, που είναι παρούσα μέσα στους καθημερινούς καταναγκασμούς, τότε δημιουργούνται συνθήκες κοινωνικού κανιβαλισμού και επικρατεί ο “πόλεμος όλων εναντίον όλων”, ένας πόλεμος στον οποίο αντανακλάται η ιεραρχημένη οργάνωση της κοινωνίας.

Οι ιδεολογικοί στυλοβάτες της ολοκληρωτικής δημοκρατίας, για να αποκρύψουν και να εξωραϊσουν τα εγκλήματά της, μεταθέτουν χωρο-χρονικά ό,τι νοείται ως κτηνωδία. Αντίθετα με τις ρητορείες τους περί “προόδου”, το βάθεμα της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, η διείσδυση της εξουσίας στις πιο μύχιες πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης (τεχνολογία, βιοτεχνολογία κλπ.), η απογείωση των δυνατοτήτων ελέγχου και χειραγώγησης, η θεοποίηση του καπιταλισμού και η εμπορευματοποίηση κάθε πτυχής της ζωής συγκροτούν ένα περιβάλλον που επιτείνει την ανθρώπινη εξαχρείωση, εισάγοντας νέους τρόπους επιβολής, αλλοτρίωσης, πραγμοποίησης. Ενώ οι κυρίαρχοι επαίρονται για τη δήθεν ανωτερότητα του δυτικού πολιτισμού, που βαφτίζεται σωτήρας των εγκλωβισμένων σε “τριτοκοσμικές” εξουσιαστικές και πατριαρχικές δομές, στην πραγματικότητα και οι παλιές δομές επιβιώνουν, όσο εξυπηρετούν ως μέσα καθυπόταξης, και ανακαλύπτονται νέες, που εστιάζουν σε μια εξευγενισμένη, εύπεπτη εξουδετέρωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ελευθερίας. Τα κούφια προπαγανδιστικά τρικ περί δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι ο μανδύας της σύγχρονης βαρβαρότητας της κυριαρχίας που επιχειρεί να ορθολογικοποιήσει την εξαθλίωση εκατομμυρίων ανθρώπων.

Η καταναγκαστική πορνεία αποτελεί μία από τις ωμότερες εκφράσεις αυτής της πραγματικότητας που συντίθεται από την γενικευμένη επαναφορά παλιών μορφών δουλείας και την εισαγωγή εκσυγχρονισμένων μορφών εντατικής εκμετάλλευσης και ολοκληρωτικού ελέγχου στα μοντέρνα σκλαβοπάζαρα του καπιταλισμού.

Στην καταναγκαστική πορνεία συναντώνται η ταξική, η ρατσιστική και η σεξιστική καταπίεση σε μια από τις αγριότερες μορφές τους. Αν η ταξική και η ρατσιστική διάσταση της καταπίεσης είναι καταγεγραμμένη από την πλευρά τουλάχιστον της ριζοσπαστικής κριτικής, δεν ισχύει το ίδιο και με την διάσταση που αφορά στο φύλο. Και αυτό γιατί σήμερα, το “γυναικείο ζήτημα” τείνει να θεωρείται ξεπερασμένο και να αμφισβητείται ακόμα και η ύπαρξή του, εξαιτίας της επικράτησης μιας -καθόλα πατριαρχικής αντίληψης- που θεωρεί την ενσωμάτωση γυναικών σε “αντρικούς” ρόλους και την αγωνιώδη προσπάθεια καταξίωσής τους στον πατριαρχικό κόσμο ως απελευθέρωση.

Η σκοτεινή πραγματικότητα της καταναγκαστικής πορνείας και των αριθμών που τη συνοδεύουν, όπως και οι υπόλοιπες μορφές φυσικής βίας εναντίον γυναικών αναδεικνύουν με εκρηκτικό τρόπο τον απατηλό χαρακτήρα της περιβόητης “γυναικείας ισότητας”.

Χρειάζεται να επιστρατεύσουμε εικόνες όπως αυτή των χιλιάδων γυναικών που πουλιούνται και αγοράζονται στα δυτικά σκλαβοπάζαρα, των γυναικών και κοριτσιών στις χώρες της Ασίας όπου ανθεί η βιομηχανία του σεξο-τουρισμού, των γυναικών που βιάζονται συστηματικά από στρατιώτες σε κάθε πολεμική σύρραξη, των γυναικών που δουλεύουν στις φάμπρικες των πολυεθνικών, όπως αυτές του Μεξικό, και τα πτώματα τους βρίσκονται εγκατελειμμένα στην έρημο, για να καταδείξουμε την επιβίωση της –αμφισβητούμενης ακόμα και από ριζοσπαστικούς χώρους- πατριαρχίας;

Χρειάζεται να επικαλεστούμε τις θλιβερές στατιστικές που μιλούν για τους 4.500 βιασμούς οι οποίοι διαπράττονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα –χωρίς να υπολογίζονται ως βιασμοί αυτοί της καταναγκαστικής πορνείας, με το 36,5% των βιασμών να αφορούν ανήλικα κορίτσια, χρειάζεται ν’αναφερθούμε στις 600 γυναίκες που –σύμφωνα με μελέτη της περασμένης δεκαετίας- πεθαίνουν κάθε χρόνο στις 15 χώρες της Ε.Ε. εξαιτίας σεξιστικής κακοποίησης, ή στο γεγονός πως μια στις τρεις γυναίκες παγκοσμίως είτε έχει υποστεί βιασμό είτε οποιαδήποτε άλλη μορφή σεξιστικής βίας;

Δεν χρειάζεται να επικαλεστούμε τα πιο ακραία περιστατικά βίας κατά των γυναικών για να αποδείξουμε την ύπαρξη του σεξισμού. Γιατί αυτή η βία είναι απλώς προϊόν των πατριαρχικών αντιλήψεων και δομών, τις οποίες “δικαιώνει” και επανατροφοδοτεί.

Πιο συγκεκριμένα, δεν θα μπορούσε να υπάρχει καταναγκαστική πορνεία, αυτός ο βιασμός επί πληρωμή, αν δεν προϋπήρχαν οι βαθειά ριζωμένες σεξιστικές αντιλήψεις πραγμοποίησης της γυναίκας όσον αφορά στη σεξουαλική εκμετάλλευσή της και αν αυτές οι αντιλήψεις δεν συνυπήρχαν με ευρύτερα στερεότυπα για τους ρόλους της γυναίκας.

Η αποκάλυψη του σεξισμού μέσα από το σοκ που προκαλεί στα αισθήματα “κοινωνικής ευαισθησίας” η καταναγκαστική πορνεία, χωρίς μια συνολικότερη αντίληψη για την πατριαρχία, δημιουργεί την αυταπάτη ότι πρόκειται περί μιας παρέκκλισης, μιας “ειδικής συνθήκης” που αφορά “ορισμένες” μόνο γυναίκες. Όπως ακριβώς η έλλειψη μιας συνολικότερης αντίληψης για τη βίαιη και ιεραρχική οργάνωση της κοινωνίας από το κράτος, οδηγεί στο να θεωρούνται τέτοια φαινόμενα ως ακραίες εξαιρέσεις.

Ως τέτοια ακραία εξαίρεση αντιμετωπίζεται και η καταναγκαστική πορνεία από κρατικοδίαιτες ΜΚΟ, στελεχωμένες μεταξύ άλλων από “προσωπικότητες” ενός καθεστωτικού φεμινισμού, όπως και από εκκλησιαστικές οργανώσεις, που μιλούν σαν να πρόκειται για ένα φαινόμενο το οποίο οφείλεται στη δράση κάποιων εκτός νόμου κυκλωμάτων που το κράτος οφείλει να καταστείλει ενώ, στην καλύτερη περίπτωση, καταγγέλλουν τους αστυνομικούς ή τους δικαστικούς που συμμετέχουν στα κυκλώματα, σαν να επρόκειτο για αντίφαση του ρόλου τους.

Είναι ξεκάθαρο πως τέτοιες οργανώσεις απογυμνώνουν το φαινόμενο της καταναγκαστικής πορνείας από τα ταξικά και ρατσιστικά του χαρακτηριστικά, με τον ίδιο τρόπο που αλλοιώνουν και τη φυλετική υπόστασή του, αποκρύπτοντας ότι είναι μια μόνο εκδήλωση της σύγχρονης βαρβαρότητας του κράτους και του καπιταλισμού, απενοχοποιώντας έτσι την κυριαρχία και ενδυναμώνοντας τους θεσμούς και τους μηχανισμούς της, από τη στιγμή που τους αναγνωρίζουν ως αρμόδιους για την πάταξη του φαινομένου.

Αυτό που μας διαφοροποιεί από τέτοιες οργανώσεις δεν είναι μόνο η ανάλυση αλλά και η θέση από την οποία μιλάμε: Ως γυναίκες προλετάριες και αναρχικές, γνωρίζουμε πως η καταναγκαστική πορνεία δεν είναι απλά ένα δράμα συγκεκριμένων γυναικών, προορισμένων να παίζουν το ρόλο του θύματος, στις οποίες οφείλουμε μια φιλανθρωπική συμπαράσταση από θέση “ανωτερότητας”. Αντίθετα, πρόκειται για ένα φαινόμενο που απορρέει από την ευρύτερη θέση των γυναικών μέσα σε έναν εξουσιαστικό, καπιταλιστικό και πατριαρχικό κόσμο, μια θέση που δεν μπορεί παρά να διαμορφώνεται και από τη συνείδηση, τη χειραφέτηση και τους αγώνες τους ή και αντίστοιχα από την έλλειψή τους. Και αντίστροφα, ο εφιάλτης που βιώνουν οι γυναίκες στην καταναγκαστική πορνεία έχει με όλους τους δυνατούς τρόπους επίδραση στη θέση όλων μας, μεταβάλλοντας τους υπάρχοντες συσχετισμούς σε βάρος μας.

Όταν απουσιάζει η συνείδηση ότι βρισκόμαστε κι εμείς στην πλευρά των ταξικά και κοινωνικά καταπιεσμένων που χρειάζεται καθημερινά να συγκρούονται με πολλαπλούς καταναγκασμούς και ρόλους, κινδυνεύουμε να περιπέσουμε είτε σε μια άσφαιρη “ευαισθησία” είτε στις προκαταλήψεις με τις οποίες μας διαποτίζει ο κυρίαρχος λόγος. Ένας λόγος στον οποίο συνυπάρχουν από τη μια ο εξωραϊσμός και η life-style διαφήμιση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και από την άλλη ο ηθικισμός, ο οποίος μετατρέπει την κριτική στην πορνεία σε απαξιωτική κριτική ενάντια στην ίδια τη γυναίκα –πόρνη, αντιμετωπίζοντάς την είτε ως διαφθορέα των αντρών και μέτρο σύγκρισης της “εντιμότητας” κάθε γυναίκας, είτε, στην καλύτερη περίπτωση, πατερναλιστικά, ως θύμα, που αποκλείεται να έχει συνείδηση και αξιοπρέπεια και το οποίο πρέπει να προστατευθεί, να καθοδηγηθεί και να σωθεί.

Χωρίς αυταπάτες που εναποθέτουν τη διαχείριση του ανθρώπινου πόνου στο ίδιο το κράτος που υποθάλπει τα σύγχρονα σκλαβοπάζαρα με τους νόμους και τους μηχανισμούς του …

… Να αγωνιστούμε ενάντια στο ρατσισμό και το σεξισμό, αλληλέγγυοι με τις γυναίκες που βιώνουν στο κορμί τους την εξουσιαστική και καπιταλιστική αγριότητα. Να σπάσουμε το τείχος της σιωπής και της απάθειας για την υπόθεση των χιλιάδων “αόρατων” γυναικών που φυλακίζονται, βιάζονται και βασανίζονται δίπλα μας. Να αναδείξουμε το δουλεμπόριο μεταναστριών και την καταναγκαστική πορνεία σε ένα ακόμα μέτωπο του πολύμορφου αγώνα για την ανατροπή του συστήματος που βασίζεται στην εξουσία του ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο αναπαράγοντας στην κοινωνία το ρόλο του θύτη και του θύματος, για την καταστροφή του εξουσιαστικού, καπιταλιστικού και πατριαρχικού κόσμού.

Πρωτοβουλία συντροφισσών
από την ανοιχτή συνέλευση
αναρχικών-αντιεξουσιαστών
27 Σεπτέμβρη ‘06