(Αναρχικό Δελτίο, νο 6, Μάης 2000)
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΣΤΑ ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΑΝΤΟΥΔΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ 1990 ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ |
“Βαγόνια να βουλιάξετε, ρόδες να τσακιστείτε
Σήμερα η καπιταλιστική ολοκλήρωση προχωρά παγκοσμίως κατακτώντας όλο και περισσότερα εδάφη της κοινωνικής ζωής. Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας εδραιώνεται στην κοινωνική συνείδηση σαν ένα απόλυτα “φυσιολογικό φαινόμενο” στα πλαίσια της εξέλιξης της κοινωνίας, και όχι ως μια στρατηγική των αφεντικών στο πεδίο του κοινωνικού-ταξικού πολέμου. Το κεφάλαιο βρίσκεται στην επίθεση συγκροτώντας ένα πολιτικό-οικονομικό-στρατιωτικό ιμπεριαλιστικό μπλοκ εξουσίας που επεκτείνεται συνεχώς και καταλαμβάνει κάθε πτυχή των δραστηριοτήτων του ανθρώπου σε όλο τον πλανήτη.
Το ελληνικό κράτος και κεφάλαιο, με βάση τα συμφέροντά του, καθώς και τους νέους συσχετισμούς δύναμης που δημιουργούνται παγκοσμίως, εντάσσεται όλο και βαθύτερα στο ιμπεριαλιστικό μπλοκ και υιοθετεί πλήρως τη στρατηγική του. Από τη αρχή της δεκαετίας τα ’90 επιχειρεί να αναδειχθεί ως κυρίαρχη ηγεμονική δύναμη στην περιοχή των Βαλκανίων, εξαπολύοντας παράλληλα μια άγρια επίθεση στο εσωτερικό της χώρας. Οι απολύσεις εργατών, η μαύρη εργασία των μεταναστών, το πάγωμα των μισθών και μια σειρά από μέτρα και νόμους, δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για την οικονομική ανάπτυξη του ελληνικού κεφαλαίου. Οι εργάτες ήταν και είναι οι πρώτοι στόχοι αυτής της επίθεσης. Μια ισχυρή οικονομία δεν ανέχεται “προβληματικές” επιχειρήσεις. Οι επιχειρήσεις που δε μπορούν να ανταγωνιστούν επάξια στο διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα, δεν είναι χρήσιμες. Τα αφεντικά εντείνουν την εκμετάλλευση, στα εργοστάσια, στα προγράμματα απασχόλησης ή και στην πλήρη ανεργία. Όσοι προλετάριοι αντιστέκονται, δέχονται την καταστολή του κράτους. Όσοι κοινωνικοί αγώνες ξεπέρασαν, έστω και στιγμιαία, τη συνδικαλιστική, πολιτική χειραγώγηση, βρήκαν απέναντί τους το αληθινό πρόσωπο του κράτους, αυτό με τη στρατιωτική περιβολή της αστυνομίας.
*
Στα πρώτα βήματα της επίθεσης του κεφάλαιου στην ελληνική κοινωνία εντάσσεται το κλείσιμο των “προβληματικών” επιχειρήσεων και η απόλυση των εργατών που δουλεύουν σε αυτές. Το πρώτο μέτωπο ανοίγεται στο Μαντούδι όπου κοινοποιείται, από την κυβέρνηση της ΝΔ, η απόφαση για την απόλυση 1.100 εργατών στα μεταλλεία. Στις 31 Αυγούστου του 1990 αποφασίζεται η κήρυξη απεργίας και το κλείσιμο του δρόμου Χαλκίδας-Αιδηψού μέχρι την ανάκληση των απολύσεων. Το κλείσιμο το δρόμου διαρκεί μια βδομάδα με πλατιά συμμετοχή εργατών από όλη την Εύβοια. Στη συνέχεια, κηρύσσεται η κατάληψη των μεταλλείων, μια κίνηση που χωρίς άλλες πρωτοβουλίες κατέληξε σε εσωστρέφεια και αναδίπλωση από την πλευρά των εργατών. Στον αγώνα παρεμβαίνουν και οι αναρχικοί με σκοπό την ενίσχυση και τη ριζοσπαστικοποίησή του. Πραγματοποιείται συζήτηση-συναυλία στο χώρο του εργοστασίου, καθώς και πορεία προς τα δικαστήρια της Χαλκίδας από πλήθος εργατών και κατοίκων του Μαντουδίου και των γύρω κοινοτήτων. Στο ζενίθ του αγώνα των απεργών σημειώνονται ορισμένες συμπλοκές με απεργοσπάστες και η 24ωρη ομηρία ενός διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας. Η αστυνομία παρακολουθεί διακριτικά μη θέλοντας να οξύνει την κατάσταση.
Στις 8 Οκτώβρη δολοφονείται από ένα απεργοσπάστη, ο Δημήτρης Χατζής, ένα από τα πιο δυναμικά στοιχεία της απεργίας. Η δολοφονία αυτή γίνεται το σημείο καμπής και εκφυλισμού της απεργίας, καθώς η κούραση και η ηττοπάθεια πλήττουν την αγωνιστικότητα των απεργών. Τα επόμενα χρόνια η καταβολή αποζημιώσεων και η μερική απασχόληση σε προγράμματα του ΟΑΕΔ, έκλεισαν τα στόματα ορισμένων, αλλά όχι όλων. Οι καταστροφές εργοστασιακών μηχανημάτων, οι εμπρησμοί αυτοκινήτων απεργοσπαστών και προσκυνημένων, ήταν οι πιο δυναμικές απαντήσεις στο καθεστώς εκμετάλλευσης στην περιοχή.
*
Γύρω στο 1996 γίνονται κάποιες ενέργειες να ξαναλειτουργήσουν τα μεταλλεία Μαντουδίου. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ απευθύνεται αρχικά σε ξένους επενδυτές και τελικά πουλά την εταιρεία στον επιχειρηματία Βαρβούτη. Η επιχείρηση, με την ονομασία ΒΙΟΜΑΓΝ, αρχίζει να υπολειτουργεί, απασχολώντας περί τα 300 άτομα. Η ΒΙΟΜΑΓΝ ισχυρίζεται πως η επιχείρηση δεν είναι πια κερδοφόρα και παίρνει δύο επιχορηγήσεις από το κράτος, ενώ συγχρόνως κηρύσσει πτώχευση αφήνοντας τους εργάτες απλήρωτους για πέντε μήνες. Ο ίδιος επιχειρηματίας, με την κήρυξη πτώχευσης της ΒΙΟΜΑΓΝ, επεκτείνει οικονομικά τις αντιπροσωπείες αθλητικών ειδών, ελαστικών και γερανών που έχει στην ιδιοκτησία του.
Οι εργάτες του Μαντουδίου βιώνοντας καθημερινά την ωμή εκμετάλλευση, αποφασίζουν να αντισταθούν. Στις αρχές του 2000 επιχειρούν κατάληψη του δρόμου στα διόδια Σχηματαρίου, μετά από συνάντηση της ηγεσίας του σωματείου τους με τον υπουργό βιομηχανίας. Μετά από μερικές βδομάδες ξαναεπιχειρούν κατάληψη του δρόμου, αλλά αυτή τη φορά βρίσκουν διμοιρίες των ΜΑΤ να τους περιμένουν και τελικά να τους απωθούν, συλλαμβάνοντας τέσσερα άτομα. Η επόμενη απόπειρα των εργατών να καταλάβουν τα γραφεία
του ΟΑΕΔ, μετά από πορεία στη Χαλκίδα, καταλήγει σε συμπλοκή με τα ΜΑΤ, τραυματισμούς και συλλήψεις. Ορισμένοι από τους εργάτες συνειδητοποιούν πως η βίαιη αντιπαράθεση με το κράτος δίνει το πραγματικό νόημα και αξία στον αγώνα τους. Μετά τις συμπλοκές αυτές, η ηγεσία του σωματείου κατεβάζει γραμμή υπαναχώρησης σε μη συγκρουσιακές εκδηλώσεις και πραγματοποιούνται πανευβοϊκή κατάληψη δρόμου στο Σχηματάρι και πορεία διαμαρτυρίας στο κέντρο της Αθήνας, προς τη Βουλή.*
Οι δύο φάσεις του αγώνα των κατοίκων του Μαντουδίου, το 1990 και σήμερα, καταδεικνύουν τη στρατηγική της επίθεσης του κράτους στους κοινωνικούς αγώνες. Τότε οι συσχετισμοί δύναμης μεταξύ κράτους και εργατών, η κοινωνική κατάσταση και συναίνεση, δυσχέραιναν την ωμή καταστολή του αγώνα. Έτσι, τότε,
το ρόλο αυτό έπαιξε η εσωτερική καταστολή μέσω των κομματικών - συνδικαλιστικών χειραγωγικών μηχανισμών. Σήμερα, το δρόμο κλείνουν πολύ λιγότεροι εργάτες και η κοινωνική συναίνεση έχει αυξηθεί κατά πολύ. Έτσι η κρατική καταστολή έχει εύκολο έργο απέναντι σε τριακόσιους εργάτες. Η κυριαρχία του κεφαλαίου κερδίζει καθημερινά έδαφος, σε αυτά τα δέκα χρόνια, ενσωματώνοντας όλο και πιο πολλά κομμάτια της κοινωνίας στις σκέψεις και στις πράξεις της. Η διαφορετική αντιμετώπιση του αγώνα των κατοίκων του Μαντουδίου, το 1990 και σήμερα, δείχνει ολοφάνερα ότι το κράτος αποσπά όλο και περισσότερη συναίνεση από την κοινωνία με αποτέλεσμα να χτυπά οποιονδήποτε αντιστέκεται στα σχέδιά του.Γίνεται φανερό πλέον το γεγονός ότι οι στερημένοι από ταξική αλληλεγγύη αγώνες, αυτοί που κινούνται απομονωμένοι και εσωστρεφείς, που δεν εμπλουτίζουν τη δυναμική τους συνδεόμενοι με άλλους αγωνιζόμενους ανθρώπους, είναι και πιο ευάλωτοι στα χτυπήματα των αφεντικών. Η αντίσταση, όσο δεν εξαπλώνεται και δεν ισχυροποιείται, κάμπτεται. Αυτή η εσωστρέφεια και ο αυτοπεριορισμός είναι προϊόν της συνδικαλιστικής χειραγώγησης. Η εκπροσώπηση των προλετάριων και η συνδιαλλαγή με το καθεστώς, που σήμερα βρίσκεται σε πλήρη επίθεση, είναι τόσο βλακώδης όσο και εγκληματική. Οι προλετάριοι θα ριζοσπαστικοποιήσουν τους αγώνες τους όταν αρνηθούν και ξεπεράσουν το ρόλο του συνδικαλισμού, της διαμεσολάβησής τους από επίδοξους γεφυροποιούς του ταξικού χάσματος και αναλάβουν οι ίδιοι την κατεύθυνση του αγώνα τους. Στη κεφαλαιοκρατική δικτατορία που ζούμε, με το στρατό της να καλύπτει τον κοινωνικό χώρο και τις “λογικές” της να διαποτίζουν τη σκέψη και την πράξη, η αυθόρμητη θέληση για αντίσταση που εξακολουθεί να εκφράζεται και μέσα από αυτούς τους αγώνες, είναι ένα μήνυμα στους κυρίαρχους, αλλά και σε όσους έχουν τη φλόγα της εξέγερσης μέσα τους: Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥ ΜΑΝΤΟΥΔΙΟΥ
ΤΙΜΗ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΠΕΡΓΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΑΤΖΗ
ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΑΞΙΚΟΣ, ΟΧΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ
ΣΑΜΠΟΤΑΖ ΣΤΟΥΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ
Ένας σύντροφος