ΜΑΥΡΗ ΣΗΜΑΙΑ, Αναρχικό Δελτίο Αντιπληροφόρησης και Δράσης, νο 69 & 70, Ιούλης 2015
Για την απρόκλητη επίθεση του Ν. Μαζιώτη στην αναρχική συλλογικότητα «Κύκλος της Φωτιάς»
Κάνοντας σε ανοιχτή διαδικασία συνέλευσης τον απολογισμό μας για την απεργία πείνας των πολιτικών κρατούμενων, τις κινήσεις αλληλεγγύης στην Αθήνα και ειδικότερα την κατάληψη της πρυτανείας, ενημερωθήκαμε για έναν απολογισμό του Ν. Μαζιώτη, στον οποίο συνεχίζοντας την επίθεσή του σε άλλους απεργούς πείνας συμπεριέλαβε σε αυτήν και αλληλέγγυους, κάνοντας προνομιακά μια ιδιαίτερη αναφορά στη συλλογικότητά μας γεμάτη από διάφορους χαρακτηρισμούς. Θα μπορούσαμε να αρκεστούμε στην προφορική απάντησή που δώσαμε αμέσως για αυτήν την επίθεση στη συνέλευση απολογισμού και να την προσπεράσουμε, όπως έχουμε κάνει και για άλλες ανοησίες, μη δίνοντας περισσότερη σημασία. Το φαινόμενο να τοποθετεί κανείς τον εαυτό του στο κέντρο του κόσμου μετρώντας τους πάντες και τα πάντα αναλόγως του αν και πώς εξυπηρετούν τις αντιλήψεις και επιδιώξεις του, τις οποίες θεωρεί κεντρικής πολιτικής σημασίας υπεράνω όλων, είναι γνωστό. Ωστόσο, η υπομονή μας απέναντι στο φαινόμενο έχει αρχίσει να εξαντλείται και θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η συλλογικότητά μας δεν αποτελεί μέρος του πολιτικού σχεδιασμού οποιουδήποτε για να την εγκαλεί επειδή κινείται με τρόπο που δεν τον εξυπηρετεί και δεν είναι σάκος του μποξ για να βγάζει τον καημό του για όσα του φταίνε.
Την ανάλυσή μας για την πρόσφατη απεργία πείνας, την αξιολόγηση για τα ζητήματα που έθετε μέσα στην παρούσα πολιτική συγκυρία, το πλαίσιο της δικής μας κίνησης και τις προτεραιότητές μας σε σχέση με αυτήν την απεργία, τα θέσαμε με δημόσιο κείμενο εξαρχής και παραμείναμε συνεπείς σε ό,τι καταθέσαμε μέχρι τέλους. Το τι θα ήθελε ή θα περίμενε από εμάς ο οποιοσδήποτε με βάση τις δικές του επιδιώξεις, τις δικές του απευθύνσεις μέσα στο κίνημα και τα δικά του επίδικα από την απεργία και την αλληλεγγύη σε αυτήν, δεν ήμασταν σε θέση να το γνωρίζουμε και σε τελική ανάλυση δεν μας ενδιαφέρει και πολύ. Αυτό που μας απασχολεί είναι να ακολουθούμε αυτό που πιστεύουμε εμείς και δεν ασχολούμαστε με ό,τι θα ήθελε ή υπαγορεύει ο ένας ή ο άλλος. Η αλληλεγγύη μας έχει να κάνει με την υποστήριξη των αιτημάτων της απεργίας και όχι με την άκριτη αλληλεγγύη σε οποιαδήποτε οργάνωση και την ανάδειξη του ευρύτερου πολιτικού της λόγου, εφόσον μάλιστα διαφωνούμε με αυτόν. Και ειδικότερα σε ό,τι μας απωθεί αξιακά και ιδεολογικοπολιτικά, στηρίζουμε το αίτημα χωρίς αυτό να σημαίνει και την υποχρέωση να συμμετέχουμε και στην αναπαραγωγή του ευρύτερου λόγου μιας οργάνωσης, τον οποίο θεωρούμε αντικοινωνικό, αντικινηματικό και σε τελική ανάλυση αντιαναρχικό. Η ανάδειξη του λόγου μιας οργάνωσης είναι δικό της θέμα και όχι δικό μας, ειδικά όταν μας χωρίζει άβυσσος με αυτόν. Παραμένοντας συνεπείς στις θέσεις μας και τις προτεραιότητές μας, στηρίξαμε την απεργία και συμπράξαμε σε ό,τι τεμνόταν με το δικό μας πλαίσιο κίνησης για την επιτυχή έκβασή της.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την κατάληψη της πρυτανείας, που αποτέλεσε το κεντρικότερο και σημαντικότερο εγχείρημα αλληλεγγύης στην Αθήνα, αποφασίσαμε να μη συμμετάσχουμε όταν μας προτάθηκε, αφενός διότι είχε προηγηθεί το αρνητικό παράδειγμα της κατάληψης στη Νομική και δεν μας ήταν πολύ καθαρό πού θα μπορούσε να καταλήξει αυτό το νέο εγχείρημα, εφόσον εμπεριείχε κι αντιλήψεις που είχαν οδηγήσει στο χάλι της Νομικής, και αφετέρου διότι συμπεριλάμβανε εκ του πλαισίου της, μεταξύ άλλων, όπως επίσης έγινε και σε άλλα εγχειρήματα, την αναπαραγωγή και προβολή ενός μηδενιστικού-αντικοινωνικού λόγου.
Τώρα αν δεν καταλαβαίνει κάποιος ότι μπορούμε να στηρίζουμε ένα αίτημα χωρίς κατ' ανάγκην να είμαστε υποχρεωμένοι να προβάλλουμε και τα μανιφέστα της οργάνωσης που το θέτει, πρόβλημά του. Και το να καταφέρεται κανείς εναντίον μας, διότι δεν εννοούμε με τίποτα να προβάλλουμε κι έναν λόγο που θεωρούμε εχθρικό για το κίνημα στο οποίο εντάσσουμε τους εαυτούς μας και για την κοινωνία στην οποία απευθυνόμαστε, δεν αποτελεί για μας μομφή αλλά ακριβώς το αντίθετο.
Επιπλέον θα συρόμασταν όντως, αν -εξαιτίας της πεποίθησής μας ότι στη θέση της διωκόμενης οικογένειας ενός αγωνιζόμενου αλλά και στη δική του θέση ως απεργού πείνας, αύριο μπορεί να βρίσκονται η οικογένεια οποιουδήποτε και ο κάθε αγωνιζόμενος που βρίσκεται στη φυλακή-, καταλήγαμε να συνεισφέρουμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα και στην προπαγάνδιση ενός αντικοινωνικού λόγου, με τον οποίο διαχωριζόμαστε αξιακά και ιδεολογικοπολιτικά και στρέφεται ευθέως εναντίον μας και ενάντια σε όσα παλεύουμε ως αναρχικοί κομμουνιστές.
Ωστόσο, παρά τη διαφωνία και την επιφύλαξή μας αντίστοιχα ως προς τα δυο σημεία που ήδη αναφέραμε σχετικά με την πρόταση να συμμετάσχουμε στην κατάληψη της πρυτανείας, από την πρώτη κιόλας στιγμή σταθήκαμε αλληλέγγυοι στους καταληψίες απέναντι στις προσπάθειες περικύκλωσης και καταστολής του εγχειρήματος. Και το ίδιο πιθανότατα θα κάναμε και για τη Νομική, αν οι καταληψίες είχαν τη στοιχειώδη πολιτική δυνατότητα να σταθούν απέναντι στην καταστολή και να μην παραδώσουν την κατάληψη στο κράτος, αφού πρώτα την παρέδωσαν στην πλήρη ανυποληψία. Πέραν δε της στήριξης της πρυτανείας απέναντι στην επαπειλούμενη αρχικά καταστολή, σύντροφοί μας παρακολουθούσαν σταθερά τις συνελεύσεις της, λόγω της συμφωνίας μας σε πολλά σημεία της και του πολιτικού χαρακτήρα της ως κεντρικού σημείου αναφοράς του αγώνα αλληλεγγύης στην απεργία την οποία υποστηρίζαμε. Και επιπλέον, εφόσον τέμνονταν με το δικό μας πλαίσιο κίνησης, υποστηρίζαμε τα καλέσματά της πρυτανείας σε κινητοποιήσεις με δικά μας καλέσματα και τη συμμετοχή μας σε αυτές με διακριτά τα δικά μας πολιτικά χαρακτηριστικά. Και έτσι θα προχωρούσαμε μέχρι τέλους, συντονιζόμενοι με την κατάληψη της πρυτανείας αν δεν προέκυπτε, σε ένα κρίσιμο σημείο της στις 7 Απρίλη, ως αναγκαιότητα του αγώνα αλληλεγγύης η πιο ενεργή συμμετοχή μας σε αυτήν, ώστε να συνεισφέρουμε για να αποφευχθεί το πρόωρο τέλος της πριν λήξει η απεργία πείνας. Όταν ενημερωθήκαμε ότι είχε δρομολογηθεί η λήξη της κατάληψης, έσπευσαν σύντροφοί μας για να καταθέσουν υποστηρικτικά στη συνέλευσή της ένα πολιτικό σκεπτικό για τις δυνατότητές της ως κεντρικό σημείο αναφοράς της αλληλεγγύης στην απεργία πείνας και για τα προβλήματα που δημιουργεί ως αγκάθι στους χειρισμούς του αντίπαλου στρατοπέδου. Και θα ήταν ξένο προς την πολιτική μας αντίληψη, το να θέσουμε οτιδήποτε στους καταληψίες της πρυτανείας χωρίς να θέσουμε και τους ίδιους τους εαυτούς μας μέσα σ' αυτό.
Κατόπιν διήμερης συζήτησης στην πρυτανεία και της ενημέρωσης από τους απεργούς πείνας του ΔΑΚ ότι -μετά την άρνηση του υπουργού δικαιοσύνης να συμπεριλάβει στο νομοσχέδιο της προπαρασκευαστικής επιτροπής τις προτεινόμενες τροπολογίες για τον κουκουλονόμο και το DNA- θα συνεχίσουν μέχρι και την Παρασκευή μετά το Πάσχα, που θα ξανάνοιγε η Βουλή για να συζητηθεί εκ νέου και να ψηφιστεί ο νόμος, οι καταληψίες αποφάσισαν τη συνέχιση της κατάληψης και το πρόγραμμα εκδηλώσεων και δράσεων για τις μέρες του Πάσχα. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο υπουργός δημόσιας τάξης ανακοίνωνε ήδη στα ΜΜΕ την «αναμενόμενη» εντός ωρών λήξη της κατάληψης και έκτοτε ματαιοπονούσε περιμένοντας από μέρα σε μέρα.
Αναλογιζόμενοι αναδρομικά τη στάση του Μαζιώτη με βάση τόσο την επίθεση που εξαπέλυσε στους απεργούς του ΔΑΚ, ισχυριζόμενος ότι απαντά σε κάποιον υπαινιγμό τους όταν επιβεβαίωσαν με ανακοίνωσή τους τη συνέχιση της απεργίας, αλλά και την επίθεση που εξαπέλυσε κατόπιν στη συλλογικότητά μας και σε άλλους συντρόφους χωρίς να υπάρχει ούτε καν η πρόφαση κάποιου υπαινιγμού σε βάρος του, πρέπει να δούμε πού βρίσκεται πραγματικά το πρόβλημά του και τι εξηγεί το μένος του. Ο Μαζιώτης ανακοίνωσε το σταμάτημα της απεργίας του στις 5 Απριλίου. Τη δική τους απεργία πείνας είχαν σταματήσει στις 4 Απρίλη και τα μέλη των Πυρήνων μετά την ικανοποίηση του αιτήματός τους κι αφού ο απεργός πείνας Νικολόπουλος έφθασε στα όρια του θανάτου από ανακοπή. Ήδη είχαν σταματήσει ο Κουφοντίνας και ο Γουρνάς στις 27 Μαρτίου και την 1η Απριλίου αντίστοιχα, εξηγώντας τους λόγους τους χωρίς όμως να οριοθετήσουν και τη λήξη της απεργίας. Αντιθέτως, ο Μαζιώτης, με την ανακοίνωσή του για τους λόγους που σταματά, οριοθέτησε συνολικά την απεργία πείνας γράφοντας πως «ο αγώνας αυτός έκλεισε τον κύκλο του και εξάντλησε τη δυναμική του», ρίχνοντας έτσι αυλαία τέλους σε έναν αγώνα ο οποίος όμως συνεχιζόταν από άλλους 9 απεργούς πείνας! Κατά συνέπεια, προκύπτει και η δυσφορία του για αυτούς που συνέχισαν «εκτός γραμμής» την απεργία πείνας, μέχρι και την ψήφιση του επίμαχου νομοσχέδιου και των τροπολογιών του, και για αυτούς που τη στήριξαν μέχρι τέλους, ειδικά στην περίπτωση της κατειλημμένης πρυτανείας όπου προκλήθηκαν κεντρικής σημασίας γεγονότα. Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι τόσο η μαζική απεργία πείνας για το ειδικό κατασταλτικό οπλοστάσιο του κράτους όσο και η αλληλεγγύη δεν είναι κάποιου είδους τσιφλίκι, όπου η αρχή και το τέλος, τα πλαίσια και τα επίδικα, οι «καλοί» και οι «κακοί» απεργοί και αλληλέγγυοι ορίζονται κατά τη βούληση και τα σχήματα οποιασδήποτε ιδιοκτησιακής αντίληψης του αγώνα.
Η «αποκάλυψη» της ύπαρξης διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα σε διαφορετικά υποκείμενα του αγώνα δεν συνεισφέρει τίποτα καινούργιο γιατί είναι ήδη παγκοίνως γνωστή και η «ανακάλυψη» του Μαζιώτη ότι τόσο μεταξύ των πολιτικών κρατούμενων όσο και μεταξύ των αλληλέγγυων υπάρχουν περισσότερα του ενός πλαίσια και επίδικα δεν συνιστά βέβαια κάτι μεμπτό για όποιον έχει διαφορετικό πλαίσιο και επίδικο από το δικό του.
Σε ό,τι μας αφορά, θα πρέπει να θυμίσουμε ότι δεν είμαστε εμείς αυτοί που αναφώνησαν από χρόνια και σε όλους τους τόνους το «όλοι μαζί πέθανε», ξεκίνησαν τους αποκλεισμούς και προειδοποιούσαν τους διαφωνούντες να μην ασχολούνται με τις υποθέσεις τους. Από μέρους μας πάντως, κι επανερχόμενοι στο παρόν, δεν είδαμε καμία προοπτική σε μια πολιτικά αβάσιμη και χρηστική νεκρανάσταση του «όλοι μαζί» και δεν φανταστήκαμε ότι θα περίμενε κανείς στοιχειωδώς σοβαρός να συμμετέχουμε κι εμείς στην υποστήριξη και προπαγάνδιση αντικοινωνικών αντιλήψεων με τις οποίες έχουμε αποστασιοποιηθεί αμοιβαία από 10ετίας! Ούτε βέβαια πράξαμε όλα όσα πράξαμε μέσα σε αυτόν τον αγώνα, ενοποιημένοι μάλιστα με ένα «συνονθύλευμα» όπως γράφει ο Μαζιώτης, κινητοποιούμενοι εξαιτίας του διαχωρισμού μας με οποιονδήποτε. Αυτά είναι παιδιάστικα κι ανόητα σχήματα όποιου εμφορούμενου από εγωκεντρικές αντιλήψεις «πρωτοπορίας» θεωρεί ότι αποτελεί κάποιου είδους κεντρικό σημείο αναφοράς του αγώνα και φαντάζεται πως όλα σε τελική ανάλυση γίνονται είτε γι' αυτόν είτε εναντίον του.
Η κίνησή μας αποκτά το νόημά της μέσα στο φως του κατατεθειμένου δημόσια πολιτικού πλαισίου που την ορίζει, της απαρέγκλιτης συνέπειας στις γνωστές θέσεις μας και της μακρόχρονης στράτευσής μας μέσα στο αναρχικό κίνημα. Και οπωσδήποτε είναι ολοφάνερο στην περίπτωσή μας ότι δεν κινηθήκαμε καθόλου με βάση «προσωπικές» προτιμήσεις ή σχέσεις όπως συνηθίζεται στο «χώρο», γιατί απλούστατα δεν είχαμε καν τέτοιες, αλλά αποκλειστικά και μόνο με βάση τις πολιτικές αντιλήψεις μας γιατί το τι είναι θετικό για το κίνημα και τον ευρύτερο κοινωνικό-ταξικό αγώνα όπου εντάσσουμε τους εαυτούς μας...
Αλλά ενώ ο Μαζιώτης καταφέρεται κατά των διαχωρισμών, αναφερόμενος για την ακρίβεια στη διαρκή και ουσιώδη διάκριση μέσα στον αγώνα μεταξύ κοινωνικών-ταξικών προσεγγίσεων από τη μια και μηδενιστικών-αντικοινωνικών από την άλλη, είναι ο ίδιος που προωθεί κάποιους άλλους διαχωρισμούς, που επιφέρουν συρρίκνωση, ήττες και αδιέξοδα, με βάση ανούσιες κατηγοριοποιήσεις και δηλώσεις περί «αντιένοπλων» από τη μια και κατ' αναλογία «φιλοένοπλων» από την άλλη. Σε ό,τι μας αφορά πάντως, οι διαχωρισμοί του δεν μας ενδιαφέρουν και ζητούμενο για εμάς είναι να συνεισφέρουμε σ' ένα αυτοτελές μέσα στην πολυμορφία του αναρχικό κίνημα, με συστατικό του στοιχείο μεταξύ άλλων μια αμφίδρομη σχέση αλληλεγγύης με τους φυλακισμένους αγωνιστές και όχι σ’ ένα μονοδιάστατο «κίνημα αλληλεγγύης», ετεροκαθοριζόμενο από τα κελεύσματα και τις υπαγορεύσεις κάποιας «ένοπλης πρωτοπορίας».
Όσο για την έννοια του «συνονθυλεύματος» που χρησιμοποιεί ο Μαζιώτης για τους καταληψίες της πρυτανείας, θα πρέπει να πούμε ότι δεν αντιληφθήκαμε να άλλαξε και πολύ η σύνθεσή της μετά τη λήξη της απεργίας από μέρους του. Αυτοί που ήταν πριν, όταν απευθυνόταν ο ίδιος στη συνέλευση της κατάληψης, αυτοί με μερικές προσθαφαιρέσεις ήταν και μετά. Και σε τελική ανάλυση αυτό που αποκαλεί «συνονθύλευμα» δεν είναι κάτι διαφορετικό από την ίδια τη Συνέλευση αλληλεγγύης στους απεργούς πείνας, μέσα από την οποία ξεκίνησε η κατάληψη. Εκτός αν υποθέσουμε ότι μόνο ένα μέρος της κατάληψης της Πρυτανείας ήταν κατά τον Μαζιώτη ένα «συνονθύλευμα» ("εναλλακτικών καταληψιών, αντιένοπλων, «σοβαρών» αναρχικών ή νεοκομμουνιστών - πρώην χαοτικών μηδενιστών"!), οπότε προκύπτει και το ερώτημα: οι υπόλοιποι τι άλλο ήταν δηλαδή;
Και να σημειώσουμε ότι αναφέρεται εκ των υστέρων με αυτόν τον απαξιωτικό τρόπο για τα υποκείμενα του αγώνα επειδή ακριβώς δεν λειτούργησαν έτσι, δηλαδή σαν ένα χειραγωγούμενο συνονθύλευμα με χρηστική αξία, αλλά επέδειξαν δική τους πολιτική υπόσταση, βούληση και κατευθύνσεις μέσα στον αγώνα.
Χρησιμοποιώντας μια από τις προσεγγίσεις μας για το ζήτημα της αλληλεγγύης, ο Μαζιώτης μας πετάει κι ένα ερώτημα - «η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας ή το κόλπο μας;» - το οποίο απευθύναμε εμείς το 1996-97, για την υπόθεση του Χρ. Μαρίνου σε κάτι αριστερούς και άλλους τύπους που προσπάθησαν τότε να συγκαλύψουν απαράδεκτες καταστάσεις. Επειδή λοιπόν στην περίπτωσή μας συνηθίζουμε να πράττουμε βάσει των ξεκάθαρων και κατατεθειμένων θέσεων μας, είμαστε υποχρεωμένοι να του επιστρέψουμε τη μομφή «η αλληλεγγύη είναι το κόλπο μας», γιατί δεν είμαστε εμείς που αντιμετωπίσαμε εργαλειακά την απεργία πείνας, τους απεργούς, τα αιτήματα, τους αλληλέγγυους και τις κινήσεις τους, για να αρχίσουμε μετά να τα απαξιώνουμε δυσαρεστημένοι κι οργισμένοι από την τροπή των πραγμάτων.
Επιπλέον, πράγμα που είναι μάλλον αστείο από ιστορικής άποψης όταν μιλάει ο Μαζιώτης για εμάς, δεν διστάζει να βάλει σε εισαγωγικά την αλληλεγγύη μας, προφανώς γιατί δεν βρίσκεται εντός της πολιτικής γραμμής του, και μας αναφέρει μάλιστα σαν «αισχρά μειοψηφία»! Ως προς τι αλήθεια αισχρά μειοψηφία, ως προς το δικό του πλειοψηφικό ρεύμα;
Παρεμπιπτόντως, εμείς που καταγγελλόμαστε από τον Μαζιώτη σαν ψευτοαλληλέγγυοι, προφανώς γιατί σπεύσαμε στην κατάληψη για να τη στηρίξουμε στην πιο κρίσιμη στιγμή της χωρίς να λάβουμε υπόψη μας τη γραμμή του, μετρήσαμε 7 συλληφθέντες στην πρυτανεία καθώς και τρεις προσαχθέντες για δυο εκ των οποίων ανοίχτηκε δικογραφία για παραβίαση περιοριστικών όρων. Οπότε προκύπτει και το ερώτημα, κάτι υποστηρικτές του Μαζιώτη που είναι αλληλέγγυοι χωρίς εισαγωγικά και δεν κάνουν διαχωρισμούς, πού πήγαν και εξαφανίστηκαν μετά τη λήξη της απεργίας από μέρους του;
Σε ό,τι αφορά πάντως την απόφαση της συνέχισης της κατάληψης, αυτή δεν ήταν πλειοψηφική ή μειοψηφική αλλά ομόφωνη και δεν θυμόμαστε κανένα να λέει το ελάχιστο από όσα ισχυρίζεται ο Μαζιώτης σήμερα. Αν όντως υπήρχε μια πλειοψηφία που συμμεριζόταν ό,τι ο ίδιος θα ήθελε, δηλαδή το τέλος της κατάληψης και τους χαρακτηρισμούς του απλώς θα αποχωρούσαμε, αποφεύγοντας στο κάτω-κάτω το χρόνο, τον κόπο και το κόστος που σήμαινε η συμμετοχή μας σε αυτήν. Η κατάληψη θα έληγε βγάζοντας την κυβέρνηση από τη δυσχερή θέση της και οι απεργοί πείνας του ΔΑΚ θα αφήνονταν μόνοι τους μέσα στη σιωπή, με κάποιες σποραδικές ίσως και μικρής εμβέλειας κινήσεις αλληλεγγύης. Τυχόν δε λήξη κι από μέρους τους της απεργίας, θα σήμαινε πραγματικά την εγκατάλειψη του αγώνα στις «καλές προθέσεις» της αριστερής κυβερνητικής διαχείρισης του κράτους, δηλαδή την ανάθεση και τις αυταπάτες, την απρόσκοπτη υπαναχώρησή της σε ό, τι αφορά το επίμαχο νομοσχέδιο σε όποια σημεία ήθελε ή της ζητούσαν οι πολιτικοί συνομιλητές της και τη διευκόλυνση των αφομοιωτικών και χειραγωγικών ελιγμών της απέναντι στο κίνημα και την κοινωνία, παρουσιάζοντας το όποιο αποτέλεσμα σαν παραχώρηση.
Μιλώντας δε για το χαρακτήρα της κατάληψης στην πρυτανεία, κι αφού δεν θα έπρεπε να συνεχίσουν μετά από τον Μαζιώτη οι απεργοί πείνας του ΔΑΚ διότι δεν κατάφεραν λέει και τίποτα περισσότερο από αυτόν(!), άρα δεν θα έπρεπε να υπάρχει καν η κατάληψη, δεν καταλαβαίνουμε τι νόημα έχει να γράφει ότι ήταν «εσωστρεφής» και ότι δεν πρόσφερε απολύτως τίποτα στους απεργούς πείνας! Για αυτό μάλιστα το ζήτημα, καταλληλότεροι να μιλήσουν είναι οι ίδιοι οι απεργοί και θα προτιμήσουμε να εμπιστευτούμε την κρίση αυτών που αγωνίζονταν ως αιχμή του κινήματος για όλους όσοι βάλλονται και στοχεύονται από το ειδικό νομικό κατασταλτικό οπλοστάσιο του κράτους. Και οπωσδήποτε η γνώμη του απεργού που μιλούσε εκ μέρους του ΔΑΚ στη συνέλευση ήταν σίγουρα διαφορετική από αυτή του Μαζιώτη για τη χρησιμότητα και τη συμβολή της κατάληψης στον αγώνα τους.
Ας δούμε όμως και τα περί της δήθεν εσωστρέφειας: Καταρχάς δεν είμαστε εμείς που επιλέξαμε το χρόνο έναρξης της απεργίας πείνας άρα δεν είμαστε κι υπεύθυνοι για τη σύμπτωσή της με τη μεγάλη βδομάδα και το Πάσχα κι εκείνο που ήμασταν υποχρεωμένοι να διαχειριστούμε με τους συντρόφους στην Πρυτανεία, ήταν ο αγώνας αλληλεγγύης μέσα σε εκείνες τις «νεκρές» μέρες. Με ένα καθημερινό πρόγραμμα εκδηλώσεων για ζητήματα στην Ελλάδα (όπως στη Χαλκιδική) αλλά και την Τουρκία, άμεσα σχετιζόμενα με τα αιτήματα της απεργίας (ειδικές φυλακές, τρομονόμοι, κουκουλονόμος, DNA), η κατάληψη όχι μόνο κράτησε τις δυνάμεις της αλλά και τις αύξησε μέσα στο Πάσχα. Για αυτό άλλωστε, εξαιτίας αυτών των εκδηλώσεων και των κινήσεων με αφετηρία την κατάληψη (όπως η συγκέντρωση αλληλεγγύης την Κυριακή του Πάσχα έξω από τις φυλακές και το νοσοκομείο της Νίκαιας όπου βρίσκονταν απεργοί πείνας), άρχισε αμέσως μετά ο αστυνομικός κλοιός προκειμένου να παρεμποδίσει ή να καταστείλει τη συνέχειά τους. Και δεν υπήρξε καθόλου αδιαφορία για τους 9 συλληφθέντες στο Πολυτεχνείο που τους φόρτωσαν μεταξύ άλλων τον κουκουλονόμο. Αντιθέτως, ήταν ένας από τους λόγους που εκτέθηκαν για τη συνέχιση της κατάληψης το γεγονός ότι την ίδια ώρα που παλευόταν η κατάργηση του κουκουλονόμου αυτός εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται πάνω σε συλληφθέντες. Ωστόσο, η προγραμματισμένη εκδήλωση από εκείνους που αρνήθηκαν τη συμμόρφωση με τους περιοριστικούς όρους που τους έχουν επιβληθεί με βάση τον κουκουλονόμο, της οποίας μέρος ήταν και η συνεχιζόμενη χρησιμοποίησή του πάνω στους συλληφθέντες, δεν μπόρεσε να πραγματοποιηθεί διότι η πρυτανεία ήταν αποκλεισμένη από τους μπάτσους. Και πάνω σε αυτό ακριβώς το ζήτημα, θα σημειώσουμε την αποσιώπηση εκ μέρους του Μαζιώτη της κίνησης πολιτικής ανυπακοής που έκαναν σύντροφοι και συντρόφισσες κατηγορούμενοι με τον κουκουλονόμο, κατά τη διάρκεια της απεργίας και σε αλληλεγγύη με αυτήν, δημοσιοποιώντας την απόφασή τους να πάψουν να δίνουν παρών στα αστυνομικά τμήματα.
Αλλά και η μοτοπορεία που αναφέρει ο Μαζιώτης ότι δεν έγινε, δεν ακυρώθηκε από μόνη της, όπως ισχυρίζεται. Καταρχάς να πούμε ότι αν η ακύρωση της πορείας συνιστά δείγμα εσωστρέφειας τότε το κάλεσμά της μοτοπορείας αποτελεί δείγμα για το ακριβώς αντίθετο. Και να θυμίσουμε ότι την μοτοπορεία εκείνο που την ακύρωσε δεν ήταν η υποτιθέμενη εσωστρέφεια, αλλά ο κλοιός ενός στρατού από δυνάμεις ΜΑΤ και Δέλτα γύρω από τα Προπύλαια. Με απλά λόγια, ο ασφυκτικός αστυνομικός κλοιός πέριξ της πρυτανείας και οι συνέπειές του δεν αποτελούν σοβαρό επιχείρημα περί «εσωστρέφειας» της κατάληψης. Αντιθέτως, θα ήταν εσωστρεφής η κατάληψη της πρυτανείας, αν μπορούσε κιόλας να σταθεί, στο βαθμό που θα αυτοπεριοριζόταν πολιτικά με βάση τις κατηγοριοποιήσεις, τους διαχωρισμούς και τους αποκλεισμούς του Μαζιώτη.
Η κατειλημμένη πρυτανεία κινούνταν καθημερινά, με βάση έναν προγραμματισμό εκδηλώσεων και κινήσεων που σχεδίασε η συνέλευσή της για πριν και μετά το Πάσχα και βρέθηκε να αντιμετωπίζει, αφού υπέστη μια άνευ προηγουμένου συκοφαντική εκστρατεία (περί ναρκωτικών κλπ) από το σύνολο των ΜΜΕ που ευθυγραμμίζονταν με την καταστολή, έναν αστυνομικό κλοιό με συλλήψεις και προσαγωγές στον περιβάλλοντα χώρο, που έγινε σύντομα ολοκληρωτικός αποκλεισμός. Αναπόφευκτα, ο αποκλεισμός περιόρισε ασφυκτικά τις δυνατότητές της και ανέστειλε πολλά από τον προγραμματισμό της. Την στιγμή μάλιστα που επιβλήθηκε ο πλήρης αποκλεισμός, μέσα στην Πρυτανεία υπήρχε μια 15μελής περιφρούρηση και όλοι οι υπόλοιποι καταληψίες αποκλείστηκαν έξω από αυτήν. Ας σημειωθούν όμως ως σημαντικά γεγονότα από μέρους τους, η μαχητική απόπειρα για τη διάσπαση του αστυνομικού κλοιού στα Προπύλαια και η πραγματοποίηση της απόφασης για συμμετοχή της κατάληψης με μπλοκ στην πορεία αλληλεγγύης στον αγώνα των κατοίκων της ΒΑ Χαλκιδικής.
Ο αποκλεισμός της κατάληψης έγινε ακριβώς για να πάψει να είναι προσβάσιμη, να σταματήσει κάθε δραστηριότητά της, να απομονώσει και να εξουθενώσει τους πολιορκημένους καταληψίες αναγκάζοντάς τους σε αποχώρηση. Καθόλου τυχαία, κατά τη διάρκεια του αποκλεισμού προτάθηκε στους καταληψίες από τις πρυτανικές αρχές η οικειοθελής κι ασφαλής αποχώρηση από την πλαϊνή πόρτα, με ταυτόχρονη απόσυρση των μπάτσων. Χάρη όμως στα πολιτικά χαρακτηριστικά της, στην απαράβατη απόφασή της να στηρίξει μέχρι τέλους την απεργία, στην αλληλεγγύη και τη διαρκή τροφοδοσία της από συντρόφους με τα αναγκαία, η κατάληψη ως διαρκές πολιτικό γεγονός στο κέντρο της Αθήνας άντεξε, εκθέτοντας καθημερινά και φέρνοντας σε όλο και πιο δύσκολη θέση την κυβέρνηση και τους χειρισμούς της. Και όταν καλέστηκε από τους συντρόφους μέσα κι έξω από την Πρυτανεία συγκέντρωση στα Προπύλαια ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση της ψήφισης του επίμαχου νομοσχεδίου στη Βουλή, την Παρασκευή 17 Απρίλη, το ίδιο πρωί έγινε και η εισβολή της αστυνομίας αφού είχε αποτύχει κάθε προσπάθεια να καταβληθεί με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Είναι χαρακτηριστικό ότι λίγο πριν ξεκινήσει η επιχείρηση της εισβολής οι καταληψίες καλέστηκαν για μια ακόμη φορά να βγουν από μόνοι τους γιατί, όπως είπε ο αντιπρύτανης για να τους εκφοβίσει, «η αστυνομία είναι πλέον ανεξέλεγκτη», ενώ όταν αυτοί αρνήθηκαν να παραδώσουν την κατάληψη εκείνος άρχισε να τους παρακαλάει. Κατόπιν, κι αφού η προσπάθεια να παραβιαστεί η κεντρική είσοδος της Πρυτανείας απέτυχε παταγωδώς, η αστυνομία εισέβαλε τελικά στο κτίριο από το μπαλκόνι του πρώτου ορόφου και τα εκεί παράθυρα που ήταν αδύνατο να σφραγιστούν, συλλαμβάνοντας τους καταληψίες.
Το γιατί έγινε αυτή η επιχείρηση -η οποία μετά την καθημερινή καταπάτηση του άσυλου στα Προπύλαια καταπάτησε το άσυλο και μέσα στην Πρυτανεία, αποτελώντας κορυφαίο πολιτικό γεγονός, πολλαπλής σημασίας για τη νέα περίοδο της αριστερής διακυβέρνησης της χώρας και για τη σχέση της με τα κινήματα από τα κάτω- το λέει ο ίδιος ο υπουργός δημόσιας τάξης δείχνοντας και το διακύβευμα: «Έπρεπε να τελειώσει διότι άρχισε να γυρνάει ανάποδα η ιστορία όλη. Αυτοί (οι καταληψίες) κατά 99% θα έβγαιναν μετά λέγοντας κερδίσαμε, θριαμβεύσαμε, τους επιβάλαμε τους όρους μας και πάει λέγοντας. Εγώ νομίζω ότι η κίνηση αυτή έσωσε την τιμή της κυβέρνησης με την έννοια ότι ακόμα και αν ψήφισε όσα αυτοί έλεγαν και όσα η ίδια είχε εξαγγείλει ως αντιπολίτευση, τουλάχιστον δεν το έκανε υπό την πίεση μιας κατάληψης. Δηλαδή, εγώ κάνω τη δουλειά μου στερώντας από τους καταληψίες τον ηρωισμό».
Για να προσθέσει σχετικά με την κατάληψη της πρυτανείας και την καταστολή της ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας επισκεπτόμενος την επομένη το υπουργείο δημόσιας τάξης: «Η ελληνική δημοκρατία δεν εκβιάζεται», δίνοντας μια εικόνα για το πώς γινόταν αντιληπτή η κατάληψη στο υψηλότερο επίπεδο της κυβερνητικής διαχείρισης και τι αιχμηρό αγκάθι αντιπροσώπευε γι’ αυτήν και τους χειρισμούς της σχετικά με το επίμαχο νομοσχέδιο.
Την δική της απάντηση, μπροστά στον αποκλεισμό της και την επαπειλούμενη εισβολή της αστυνομίας, η κατάληψη της Πρυτανείας την είχε ήδη εκφράσει και την εννοούσε μέχρι τέλους: το κίνημα δεν εκφοβίζεται, δεν υποχωρεί, μάχεται!
Η συμβολή μας στη συνέχιση της κατάληψης της Πρυτανείας, η γόνιμη συνεργασία μας στη συνέλευση εκείνο το κρίσιμο 10ήμερο και τα πολιτικά γεγονότα που προκάλεσε η κατάληψη μετά τους τίτλους τέλους που έθεσε στον αγώνα ο Μαζιώτης, εξηγούν και την επίθεση του εναντίον μας όπως κι εναντίον της ίδιας της κατάληψης. Μόνο που το δικό μας κριτήριο για ό,τι κάναμε δεν έχει να κάνει με ό,τι φαντάζεται αυτός ή οποιοσδήποτε άλλος, αλλά με τη συνέπεια στη θέση μας ότι ο αγώνας ενάντια στο ειδικό νομικό κατασταλτικό οπλοστάσιο του κράτους είναι υπόθεση του αναρχικού κινήματος και της αγωνιζόμενης κοινωνίας, καθώς και τη συνακόλουθη απόφαση μας να στηρίξουμε, με βάση πάντα τα αξιακά και πολιτικά χαρακτηριστικά μας, την απεργία πείνας και το δρόμο που αυτή άνοιξε για τον αγώνα μέσα κι έξω από τις φυλακές, ενάντια στο σύγχρονο ολοκληρωτισμό.
Αναρχική συλλογικότητα «Κύκλος της Φωτιάς», Μάης 2015
*