ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΗΜΕΡΟ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΣΤΟΝ ΑΧΕΛΩΟ
Tα φράγματα στον Αχελώο και οι σήραγγες εκτροπής του στη Θεσσαλία συνιστούν ένα γιγαντιαίο καταστροφικό έργο, μέρος της συνολικότερης επίθεσης του κράτους και του κεφάλαιου για τη λεηλασία και την καταστροφή της φύσης, η οποία στις μέρες μας ξεσηκώνει όλο
και περισσότερο ένα ρεύμα κοινωνικής αντίστασης. Και η τοπική αντίσταση στα φράγματα και την εκτροπή του Αχελώου στη Μεσοχώρα που υπερβαίνει την 20ετία, είναι μέρος αυτής της ευρύτερης αντίστασης που αξίζει την υποστήριξη και την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή μας.Γι αυτό και ήταν ομολογουμένως καίρια και θετική η διοργάνωση και το ανοιχτό κάλεσμα ενός τριημέρου εκδηλώσεων και πορείας στον Αχελώο, στο χώρο του φράγματος της Μεσοχώρας. Και γι αυτό, παρά τις επιφυλάξεις, βρήκε ανταπόκριση ανάμεσα σε αρκετούς που δραστηριοποιούνται έντονα σε αγώνες για την προάσπιση της φύσης, όπως σε πολλούς από αυτούς που συμμετείχαν πρόσφατα στο τριήμερο εκδηλώσεων στην Μ. Παναγία Χαλκιδικής ενάντια στις καταστροφικές μεταλλευτικές δραστηριότητες καθώς επίσης και στις κινητοποιήσεις ενάντια στην καταστροφή και τη λεηλασία της Πάρνηθας.
Παρόλα αυτά, ήταν αξιοσημείωτη από την πρώτη μέρα η απουσία των θεσσαλικών κινήσεων που δραστηριοποιούνταν από πέρσι ενάντια στην εκτροπή, πριν ακόμα την εμφάνιση της Πανελλαδικής Κίνησης, και ήταν αυτές που είχαν αναζωπυρώσει το ζήτημα μετά από πολύ καιρό που ήταν παγωμένο. Παρότι κάποιοι ανέμεναν την εμφάνισή τους την επόμενη μέρα, τελικά δεν εμφανίστηκαν και γινόταν όλο και καθαρότερο πως δεν ήταν αλήθεια ότι η Πανελλαδική Κίνηση ήταν κάτι περισσότερο από μια πρωτοβουλία της ΑΚ.
Αυτή η αναπόφευκτη μονομέρεια στη σύνθεση της Πανελλαδικής Κίνησης σήμαινε ταυτόχρονα και τη συρρίκνωση του εγχειρήματος.
Παρόλα αυτά, κάποιοι από εμάς ήμασταν εκεί, για τον Αχελώο... Μαζί με άλλους γνωστούς κι άγνωστους από άλλες ομάδες και παρέες συντρόφων από διάφορες πόλεις, κυρίως τις γειτονικές της Δυτικής και Κεντρικής Ελλάδας. Για να καταθέσουμε το λόγο μας, έντυπο και προφορικό, για την προάσπιση του ποταμού, για να συμμετάσχουμε με την πολιτική και φυσική μας παρουσία στον αγώνα και να τον συνενώσουμε με άλλους αγώνες για την προάσπιση του φυσικού περιβάλλοντος, για να γνωρίσουμε άλλες ενδιαφέρουσες φωνές και παρουσίες αγώνα.
Ο επιλεγμένος χώρος του κάμπινγκ ήταν ένα θαυμάσιο μέρος στις όχθες του Αχελώου, περιτριγυρισμένο από καταπράσινα βουνά. Ένα μέρος στα ανάντη του τεράστιου φράγματος της Μεσοχώρας, το οποίο προορίζεται να γίνει ο βυθός του γιγάντιου ταμιευτήρα όταν θα κλείσουν οι πόρτες που επιτρέπουν σήμερα τον ελεύθερο ρου του Αχελώου. Γι αυτό άλλωστε, στην προοπτική του καταποντισμού, η κοίτη του ποταμού υφίσταται σε πολλά σημεία της καταστροφή και λεηλασία από τη συστηματική αμμοληψία.
Πέρα όμως από την ορθή επιλογή της κίνησης στον Αχελώο και την προσπάθεια των διοργανωτών, την ευνοϊκή συγκυρία με την αφύπνιση συνειδήσεων για την καταστροφή του περιβάλλοντος -ιδιαίτερα μετά την καταστροφή της Πάρνηθας-, το θαυμάσιο παραποτάμιο τοπίο και τις φυσιολατρικές δραστηριότητες αρκετών κατασκηνωτών, η συμμετοχή στο κάμπινγκ γενικά ήταν μικρή, επικρατούσε προχειρότητα κι ανοργανωσιά, οι πολιτικές δραστηριότητες ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτες, ενώ πολύ περιορισμένες ήταν, πέραν κάποιων εξαιρέσεων, και οι πολιτικές παρουσίες μέσω έντυπων και άλλων υλικών για το συγκεκριμένο και ευρύτερα για το περιβαλλοντικό ζήτημα.
Κάθε άλλη δε πολιτική παρουσία πέραν εκείνης των διοργανωτών, τους προκαλούσε ανησυχία και καχυποψία.
Από την πρώτη συνάντηση που έγινε στο κάμπινγκ, η οποία ήταν κατά βάση μια εκδήλωση ενημέρωσης από έναν Μεσοχωρίτη της μακρόχρονης τοπικής αντίστασης κατά της εκτροπής -πολύ καλής ως ενημέρωσης για την εκτροπή του ποταμού και τον αγώνα των κατοίκων αλλά σε καμιά περίπτωση συνέλευση-, φάνηκε επίσης πως δεν υπήρχαν πραγματικά προϋποθέσεις και διαθέσεις μιας ανοιχτής, αμεσοδημοκρατικής συνέλευσης. Πέρα από ένα ιστορικό της δημιουργίας της Πανελλαδικής Κίνησης, δεν υπήρχε ένα ξεκάθαρο πλαίσιο της κίνησης ούτε και συγκεκριμένες προτάσεις για συζήτηση. Ερωτήσεις για το χαρακτήρα της πορείας και τις “ακτιβίστικες ενέργειες” που αναφέρονταν στην αφίσα του καλέσματος για το τριήμερο ή για το πώς αντιλαμβάνονταν το αδιαμεσολάβητο του αγώνα που διακήρυσσαν οι διοργανωτές, προσπεράστηκαν σαν να μην έγιναν, ενώ ακολούθησαν μακροσκελείς τοποθετήσεις με μια μεταφυσική προσέγγιση ...του ρου και της οντότητας του Αχελώου: “Το ον του όντος μας αντιλαμβάνεται”!
Όλα κινούνταν στα θολά νερά της ασάφειας ακόμα και της ασυναρτησίας όπως σε τοποθετήσεις του τύπου: “Η συμμετοχή των κατοίκων της Μεσοχώρας (στην πορεία ενάντια στο φράγμα) είναι πολύ αναγκαία αλλά όχι απαραίτητη”!.
..Την επομένη, η αναφερόμενη ως κοινή συνέλευση Μεσοχωριτών και αλληλέγγυων στο χωριό αποδείχτηκε μια ακόμα πιο ενημερωτική εκδήλωση από τη προηγούμενη - πολύ καλή ως προς την ενημερωτική της διάσταση για το ζήτημα της εκτροπής, αλλά πολύ μακριά από κάθε ιδέα ανοιχτής, συμμετοχικής συνέλευσης αγώνα, αφού τόσο οι κάτοικοι όσο και οι αλληλέγγυοι παρακολουθούσαν διαλέξεις ή χαιρετισμούς.
Κατόπιν και αυτής της “συνέλευσης”, ενώ υπήρχαν άτομα που είχαν αποφασίσει ή συζητούσαν ήδη την αποχώρησή τους, κι ενώ παρέμενε ασαφές ποιος θα ήταν τελικά ο χαρακτήρας της πορείας και των “ακτιβίστικων ενεργειών” την επόμενη μέρα, και μέσα από ποια διαδικασία αποφασίζονταν ή αν θα γινόταν κάποια ενημέρωση έστω, έγινε μια αυθόρμητη συζήτηση μεταξύ ενός αριθμού συντρόφων από διάφορες πόλεις που κατέληξαν στο να κατέβουν στην πορεία πίσω από ένα δικό τους πανό.
Με βάση αυτή την πρόταση καλέστηκε το ίδιο βράδυ μια αυτοσχέδια συζήτηση. Η απεύθυνση για τη συζήτηση ήταν ξεκάθαρη σε όσους θα επιθυμούσαν την κάθοδο στην πορεία με ένα δικό τους πανό, αλλά όχι μυστική (και πώς θα μπορούσε άλλωστε να ήταν τέτοια και για ποιο λόγο;) και έγινε φυσικά γνωστή ευρύτερα σε συντρόφους που άλλοι πήγαν να συμμετάσχουν κι άλλοι όχι.
Η συζήτηση ξεκίνησε ανάμεσα σε αρκετούς συντρόφους από διάφορες πόλεις, αλλά πολύ σύντομα διακόπηκε από τις συνεχείς παρεμβολές και προκλήσεις ενός ατόμου από την ΑΚ, το οποίο σε μια απελπιστική κατάσταση μέθης και θεατρινισμών έκανε ό,τι μπορούσε για να τη διαλύσει. Και σαν να μην έφθανε η ανεκδιήγητη περίπτωσή του
, έσπευσαν κι άλλοι, αρκετοί από τους οποίους αντί να τον περιμαζέψουν προσπάθησαν, επιδιδόμενοι επίσης σε συνεχείς προκλήσεις, βρισιές και απειλές, να διαλύσουν τη συζήτηση.Είναι αξιοσημείωτο ότι πουθενά, οπουδήποτε κι αν συμμετείχαν στους τοπικούς κοινωνικούς αγώνες αναρχικοί σύντροφοι, όπως στο Μαντούδι, την Αραβησσό, το Πουρί, την Ολυμπιάδα, δεν αντιμετώπισαν ποτέ κι από κανέναν μιαν ανάλογη τραμπούκικη συμπεριφορά, ενδεδυμένη μάλιστα τον αντιεξουσιαστικό μανδύα. Οι μόνες περιπτώσεις όπου παρουσιάζονται τέτοια φαινόμενα είναι κατά κανόνα εκεί όπου κυριαρχούν οι δυνάμεις και οι λογικές του ΚΚΕ, όπως συνέβη πρόσφατα στον Πειραιά σε βάρος αναρχικών συντρόφων που υπέστησαν προπηλακισμούς, βίαιες επιθέσεις και εκδιώχθηκαν από τραμπούκους γιατί συμμετείχαν σε ανοιχτή εργατική συγκέντρωση με τον δικό τους έντυπο και προφορικό πολιτικό λόγο.
Οι προκλήσεις των μελών της ΑΚ ήταν αναπόφευκτο να απαντώνται και η κατάσταση θα μπορούσε σε πολλές στιγμές να καταλήξει σε γενική σύρραξη αν δεν έσπευδαν διαρκώς οι ψυχραιμότεροι, οι οποίοι από την μεριά των συντρόφων ήθελαν να μη διαλυθεί η συζήτηση αλλά να συνεχιστεί και να καταλήξει, ενώ από την μεριά της ΑΚ να αποφύγουν τα χειρότερα κι ένα ναυάγιο της όλης εκδήλωσης.
Ακόμα όμως κι όταν η κατάσταση ηρεμούσε και η συζήτηση συνεχιζόταν με τοποθετήσεις από διάφορες πλευρές, συγκεκριμένα άτομα από την ΑΚ ξανάρχιζαν πάλι τις βρισιές, τις απειλές (οι οποίες δεν μπορούν να περιγραφούν) και τους τραμπουκισμούς, μιας και δυσκολεύονταν πολύ να στηρίξουν με επιχειρήματα την αντίθεσή τους στον αυτοκαθορισμό όσων επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στην πορεία με δικό τους πανό ή να απαντήσουν σε όσους έθιγαν μια σειρά από σημαντικά προβλήματα, όπως η απουσία οποιασδήποτε ανοιχτής διαδικασίας στο τριήμερο ή μιας ξεκάθαρης ενημέρωσης για το χαρακτήρα της πορείας και των “ακτιβίστικων ενεργειών”.
Οι πλέον “λογικές” απαντήσεις στην κριτική των συντρόφων ήταν ότι θα γινόταν συνέλευση για την πορεία την επομένη στις 10 το πρωί (μια ολόκληρη ώρα πριν ξεκινήσει η πορεία!) και το πραγματικά απίθανο ότι “όποιος πάει σε ένα γάμο ακάλεστος οφείλει να κάνει τουμπεκί”!
Τέλος πάντων, επειδή δεν επρόκειτο βέβαια για το ιδιωτικό μυστήριο μεταξύ κάποιου ζεύγους αλλά για ένα ανοιχτό κάλεσμα για αγώνα σε ανοιχτό δημόσιο χώρο ενάντια στην εκτροπή του Αχελώου, και επειδή οι κοινωνικοί αγώνες δεν είναι κτήμα και τσιφλίκι κανενός, οι σύντροφοι δεν ήταν διατεθειμένοι να σωπάσουν ή να φύγουν. Τα μέλη της ΑΚ μετά από ώρες εγκατέλειψαν την προσπάθεια επιβολής τους και διάλυσης της συζήτησης και αποχώρησαν δηλώνοντας τελικά ότι επιτρέπουν την κάθοδο όσων ήθελαν να έχουν δικό τους πανό, λες και ζήτησε κανείς την άδειά τους.
Η στάση τους ήταν τέτοια που δεν την ξεπλένει ούτε ο Αχελώος και το μόνο που είχαν να καταλογίσουν είναι ότι κάποιοι “τόλμησαν” να πάνε εκεί όπου καλούσε η Πανελλαδική Κίνηση και να θέλουν να διαδηλώσουν με δικό τους πανό!
Κατά παράδοξο τρόπο, μέσα σε αυτή την απαράδεκτη κατάσταση λόγω των συνεχών προκλήσεων, έγινε η μοναδική πραγματικά ανοιχτή, συμμετοχική συζήτηση σε αυτό το τριήμερο και τοποθετήθηκαν αρκετοί, έστω και με πολλές διακοπές.
Η όλη κατάσταση πάντως, όπου και να οφειλόταν, στα σωβινιστικά ανακλαστικά επιβολής ή/και την ανασφάλεια των διοργανωτών απέναντι σε όσους είναι εκτός ελέγχου τους και ήθελαν την αυτόνομη συμμετοχή και πολιτική παρουσία τους στην πορεία, ήταν άσκοπη και αδικαιολόγητη. Η δυνατότητα αυτόνομης καθόδου σε μια πορεία είναι αυτονόητη και δεν υπάρχει λόγος να ζητήσει κανείς την άδεια ή να απολογηθεί για κάτι τέτοιο. Το ζητούμενο στις πορείες είναι η συμμετοχή όσων το δυνατόν περισσότερων και αυτό έχει σαν προϋπόθεση την κατοχύρωση του λόγου τους και της δικής τους πολιτικής παρουσίας, όχι την ομογενοποίηση ή την υποταγή τους.
Τα μόνα αποτελέσματα αυτής της κατάστασης ήταν καταρχάς η διάλυση ουσιαστικά της συναυλίας που διεξαγόταν εκείνη τη στιγμή καθώς την εγκατέλειψαν ακόμα και οι ίδιοι οι διοργανωτές της, ένα πραγματικό ξεμπρόστιασμα της ΑΚ από την εντελώς απαράδεκτη συμπεριφορά των μελών της σε συντρόφους που δεν πίστευαν όσα έβλεπαν και άκουγαν μπροστά τους, η έκθεση στην τοπική κοινωνία για τον τρόπο διαχείρισης των διαφορών μεταξύ των αλληλέγγυων και η απογοήτευση πολλών που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα για το τριήμερο στον Αχελώο.
Η κατάσταση ήταν όντως τόσο απογοητευτική και αποθαρρυντική ώστε την επομένη αρκετοί σύντροφοι, με βάση τα δικά τους κριτήρια, είτε αποχώρησαν από τη Μεσοχώρα πριν την πορεία είτε παρέμειναν στο κάμπινγκ ή στο χωριό χωρίς να συμμετάσχουν σε αυτήν.
Κάποιοι άλλοι, υλοποιώντας την απόφασή τους, κατέβηκαν στην πορεία και συντάχθηκαν στο τέλος της με το πανό που έγραφε “ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΝΤΑΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΟΥ ΤΗ ΓΕΝΝΑ” πίσω από τα πανό της Πανελλαδικής Κίνησης και των Μεσοχωριτών. Σε μια ακόμη κίνηση χωρίς άλλο σκοπό παρά την πρόκληση, πίσω τους τοποθετήθηκαν σαν περιφρούρηση και τους ακολουθούσαν μια ομάδα σημαιοφόρων της ΑΚ.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι παρόλο που η Πανελλαδική Κίνηση καταγγέλλει στην ανακοίνωσή της “την τρομοκρατία και κινδυνολογία των προηγούμενων ημερών από Δήμο, Νομαρχία και Αστυνομία που απέτρεπαν κατοίκους και επαγγελματίες να βοηθήσουν την οργάνωση του κάμπινγκ και των εκδηλώσεων και διέσπειραν φήμες για “βάρβαρους” αντιεξουσιαστές που ήρθαν να καταστρέψουν το χωριό”, την ίδια περίπου στάση επιδείκνυε και η ίδια απέναντι σε αρκετούς από όσους ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά της, αντιμετωπίζοντάς τους επίσης ως “βαρβάρους”, με προτροπές να μην τολμήσουν να φορέσουν κουκούλες, να πετάξουν πέτρες κλπ. Παρόλη πάντως την συκοφαντική κινδυνολογία για όσους βρίσκονταν “εκτός γραμμής”, υπήρχαν κάτοικοι της Μεσοχώρας που στάθηκαν άφοβα δίπλα τους και δεν δίστασαν ακόμα και να κρατήσουν το πανό τους με το αλφάδι!
Αγνοώντας αυτούς που τους ακολουθούσαν ως περιφρούρηση μέχρις ότου η πορεία έφθασε πάνω στο φράγμα, οι σύντροφοι πορεύθηκαν φωνάζοντας τα συνθήματά τους ενώ γράφονταν και συνθήματα στις τσιμεντένιες επιφάνειες του έργου. Είναι χαρακτηριστικό πάντως ότι σε καμιά σχεδόν στιγμή δεν φωνάζονταν από κοινού συνθήματα. Μερικά από τα συνθήματα που φωνάχτηκαν από τους συντρόφους ήταν: ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΤΗ ΛΕΗΛΑΣΙΑ - ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΑ ΦΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΤΡΟΠΗ - ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ, Η ΦΥΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΤΗΜΑ ΚΑΝΕΝΟΣ - ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΟΤΑΜΟΣ ΑΥΤΟΣ, ΣΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΜΕ ΤΡΕΛΑ - ΝΑ ΒΑΛΟΥΜΕ ΦΟΥΡΝΕΛΑ, ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΚΕΦΑΛΙΑ ΣΑΣ ΕΧΕΤΕ ΜΠΕΤΑ – ΤΙ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΤΕ ΑΠ΄ΑΓΡΙΑ ΝΕΡΑ, ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΑΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΝΕΡΑ – ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΦΕΝΤΙΚΑ, ΤΑ ΔΑΣΗ ΔΕΝ ΤΑ ΚΑΙΝΕ ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ - ΤΑ ΚΑΙΝΕ ΟΙ ΕΡΓΟΛΑΒΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ, ΝΑ ΚΑΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΚΑΙ Η ΒΟΥΛΗ και μπροστά στο φράγμα: Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΦΥΣΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ – ΜΠΑΤΣΟΙ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ, ΣΚΥΛΙΑ ΣΚΥΛΙΑ ΦΥΛΑΤΕ ΤΑ ΜΠΕΤΑ (το οποίο κάποια στιγμή φώναξαν και ορισμένοι από την Πανελλαδική Κίνηση).
Η πορεία, αποτελούμενη τελικά από περίπου 200-250 άτομα, ντόπιους και αλληλέγγυους, αφού πέρασε από τη βάση του φράγματος έφθασε ανηφορίζοντας μέχρι τη στέψη του όπου ήταν παραταγμένη σημαντική αστυνομική δύναμη. Μετά από σύντομη παραμονή, η πορεία έκανε στροφή με κατεύθυνση προς το χωριό. Το μικρό αναρχικό μπλοκ παρέμεινε σταθερό στη θέση του μέχρις ότου, μετά από αρκετή ώρα, οι σημαιοφόροι της ΑΚ που παρέμεναν απέναντι από την αστυνομική δύναμη αποχώρησαν χωρίς να συμβεί τελικά τίποτα, και η πορεία τελείωσε ειρηνικά, χωρίς τις περιβόητες “ακτιβίστικες ενέργειες”.
Η πορεία σε τελική ανάλυση, πέρα από τις υπερφίαλες μεγαλοστομίες και τις θριαμβολογίες ορισμένων για προφανείς λόγους πολιτικής σκοπιμότητας καθώς και τις υπερβολές, όπως τον διπλασιασμό και πλέον του αριθμού όσων τελικά συμμετείχαν, ήταν όντως μια σημαντική κίνηση που έγινε από κοινού μεταξύ κατοίκων και αλληλέγγυων, και η οποία πρέπει να ειδωθεί τόσο σαν συνέχεια του μακροχρόνιου αγώνα ενάντια στην εκτροπή του Αχελώου (τον οποίο αναζωογόνησε μπροστά στις νομικές μεθοδεύσεις του Σουφλιά για την έναρξη λειτουργίας του έργου) όσο και
σαν μέρος των συνολικότερων αγώνων ενάντια στη λεηλασία και την καταστροφή της φύσης στο βωμό της κερδοσκοπίας από το κεφάλαιο και του ελέγχου της κοινωνίας από το κράτος.Με τον ίδιο τρόπο όμως που τα θετικά σημεία της όλης κίνησης το τριήμερο 24-26 Αυγούστου στον Αχελώο αποτελούν σημεία που αξίζουν την προβολή τους, έτσι και τα αρνητικά που την στιγμάτισαν χρειάζεται να καταγγελθούν και να απορριφθούν ως απαράδεκτα ώστε να αποφευχθούν στο μέλλον.
Και να συμπληρώσουμε τέλος πως όπως ο ρους του Αχελώου έτσι κι ο ρους του αγώνα για την προάσπισή του πρέπει να μείνει ελεύθερος και να μην εκτραπεί οδηγώντας τα τρεχούμενα νερά του στον έλεγχο και τη στασιμότητα του ταμιευτήρα οποιουδήποτε πολιτικού φορέα.
Σε ό,τι μας αφορά, θα συνεχίσουμε να συμμετέχουμε αταλάντευτοι, με βάση κάθε φορά τις δυνατότητές μας, στους κοινωνικούς αγώνες και τις τοπικές αντιστάσεις, κριτικά και αλληλέγγυα.
ΥΓ. Το επαναλαμβανόμενο “επιχείρημα” ότι δεν είχαν δικαίωμα λόγου ή κριτικής -ακόμη και παρουσίας- όσοι εμφανίστηκαν την “τελευταία στιγμή” χωρίς να έχουν πατήσει το πόδι τους στις διαδικασίες που προηγήθηκαν στα γραφεία των διοργανωτών και δεν έχουν ασχοληθεί με το ζήτημα όπως οι διοργανωτές, είναι ανάξιο λόγου και άκυρο.
Τα ανοιχτά καλέσματα σε δημόσιους χώρους απευθύνονται σε όλους όσοι θέλουν να ασχοληθούν οποιαδήποτε στιγμή, ενώ ανάμεσα στους συμμετέχοντες υπήρχαν και αγωνιστές που είχαν ασχοληθεί πριν και από τους διοργανωτές και πολύ περισσότερο από τους περισσότερους εξ αυτών.
Ο αγώνας για τον Αχελώο δεν ξεκίνησε από το σημείο που τον ανακάλυψε ο καθένας και δεν κλείνει βεβαίως γύρω από κάποιους μύστες κάποιων ιδιαίτερων μυστηρίων του ζητήματος στα οποία οι υπόλοιποι θα πρέπει να μυηθούν πριν αποτολμήσουν να μιλήσουν.
Τελικά, ο ρους του Αχελώου δεν μπόρεσε και δεν θα μπορούσε να τιθασευτεί και να ελεγχθεί από μικροπολιτικές σκοπιμότητες, ηγεμονικές αντιλήψεις και συμπεριφορές.
Ο αγώνας για την προάσπιση του Αχελώου δεν είναι προς εξιλασμό ή εξωραϊσμό των απαράδεκτων πράξεων οποιουδήποτε παριστάνει την αυθεντία ή το σωτήρα του ποταμού, αλλά ανοιχτό πεδίο αγώνα όπου η παρουσία και συμμετοχή κάθε αγωνιστή έχει τη δική της αξία χωρίς προνόμια ορισμένων κι αποκλεισμούς άλλων. Και για εκείνους που θα ήθελαν να είναι αλλιώς και να το επιβάλουν, θα πρέπει να έγινε κατανοητό ότι δεν είναι απλώς λανθασμένο, αλλά και ανέφικτο.
Οι όχθες των ποταμών, όπως οι δρόμοι, και οι ανοιχτές συναντήσεις σε αυτές δεν είναι τα πολιτικά γραφεία οποιουδήποτε με τις αντίστοιχες μαζώξεις του σε αυτά.
Και παρεμπιπτόντως, μιας και εθίχθηκαν, οι ανοιχτές συνελεύσεις του “Γκίνη” στο Πολυτεχνείο γέννησαν πλήθος κινηματικές αντιστάσεις, συγκρούσεις, κινήσεις αλληλεγγύης και καταλήψεις καθώς και αγώνες που ούτε να τους ονειρευτούν μπορούσαν οι τιμητές και κατήγοροί τους.
Τέλος, ο μικροαστικός πολιτικός βίος ορισμένων δεν είναι η καταλληλότερη σκοπιά και αφετηρία για κριτικές περί μικροαστικής ανυπομονησίας και αμετροέπειας άλλων. Μικροαστικός είναι ο καιροσκοπισμός και ο τυχαρπακτισμός, η σκόπιμη ασάφεια και η θολότητα θέσεων και διαθέσεων που επιδεικνύεται δημόσια με διαπρύσιες διακηρύξεις του τύπου: “θα συνεργαστούμε με όλους, αριστερούς και δεξιούς”, επιζητώντας αριστερά-δεξιά την οποιαδήποτε αποδοχή.
Για να μην πούμε για την οικειοποίηση, από μέρους ορισμένων επίδοξων εκφραστών του αντιεξουσιαστικού χώρου, αγώνων με τους οποίους ουδεμία σχέση είχαν, όπως η παρέμβαση των αναρχικών στη ΒΑ Χαλκιδική ενάντια στη μεταλλουργία χρυσού της TVX Gold.
Είναι χαρακτηριστικό πάντως ότι, όταν δεν αφορά τους αναρχικούς, η διάθεση επιβολής με κάθε μέσο πολιτικής ηγεμονίας εξαφανίζεται και φθάνει μέχρι την υπόκλιση θέσεων έναντι ακόμη και ενός μόνο αριστερού εκπρόσωπου της τοπικής κοινωνίας, ο οποίος καθόρισε ουσιαστικά το χαρακτήρα του 3ημέρου και της πορείας, όχι μόνο πέρα από οποιαδήποτε έννοια αμεσοδημοκρατικής συνέλευσης, αλλά πέρα ακόμη και από τις επιδιώξεις των ίδιων των διοργανωτών.
Και μιλώντας επιπλέον για αμετροέπεια, δεν μπορούμε παρά να αναφερθούμε σαφώς στη διαρκή επίδειξη ενός πολιτικού μικρομεγαλισμού της συγκεκριμένης ομάδας και την υπερβάλλουσα σημασία που αποδίδει η ίδια στο ρόλο της μέσα στους κοινωνικούς αγώνες.
Αυτό, σαν γενική πολιτική τάση, υποθάλπει και ορισμένες γελοίες ατομικές συμπεριφορές κομπασμού και αυτοπροβολής που εκφράστηκαν, μεταξύ άλλων εκδηλώσεων έπαρσης, με το αφοπλιστικό ερώτημα: “Ξέρεις ρε τι είμαι Εγώ;” στο οποίο η απάντηση είναι μονολεκτική: Τίποτα!
Σύντροφοι από τη “Μαύρη Σημαία”
*