Αναρχικό Δελτίο, νο 33, Φλεβάρης/Μάρτης 2005

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ
ΣΑΜΠΟΤΑΖ ΣΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΩΝ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ

Εκατοντάδες είναι τα τελευταία χρόνια οι επιχειρήσεις που οι ιδιοκτήτες τους για λόγους κερδοσκοπίας είτε τις “χρεοκόπησαν” είτε τις μετέφεραν σε γειτονικές χώρες και, παρά το γεγονός ότι ανήκουν σε διάφορους κλάδους, στην πλειοψηφία τους έχουν μεταξύ τους πολλά κοινά στοιχεία, καθώς οι ιδιοκτήτες τους επιδοτήθηκαν με δημόσιο χρήμα για αυτές τις επιχειρήσεις, ενώ οι εργαζόμενοι βρέθηκαν στο δρόμο, άνεργοι, πολλές φορές απλήρωτοι και χωρίς αποζημίωση, περιμένοντας να επιβιώσουν μέσα από ολιγόμηνα προγράμματα και ημιαπασχόληση. Και η διαδικασία αυτή συνεχίζεται με εντατικούς ρυθμούς, καθώς όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι ζουν με τη αγωνία της απόλυσης και της ανεργίας, ενώ οι επιχειρηματίες εξακολουθούν να επιδοτούνται με κάθε μέσο για τις κερδοσκοπικές δραστηριότητές τους.

Μερικές μόνο από τις πιο πρόσφατες περιπτώσεις αποτελούν: Ο Όμιλος Ηλιάδη που απασχολούσε 350 εργαζόμενους στις επιχειρήσεις του (ΚΟΡΤΑΓΚ, ΗΛΤΕΞ, Βαφεία Σίνδου και Κιλκίς), οι οποίοι το Δεκέμβρη του 2004 έμειναν άνεργοι και απλήρωτοι, στα πλαίσια των επιχειρηματικών παιχνιδιών που παίζουν οι εργοδότες για να συνεχίσουν να λειτουργούν τα εργοστάσιά τους με άλλη ονομασία και άλλο προσωπικό.

Η Βιοτεχνία Ιματισμού ΚΑΛΤΟΝ στη Θεσσαλονίκη, η οποία έκλεισε το Νοέμβρη του 2004, αφήνοντας στο δρόμο 50 εργάτριες που απασχολούσε για περισσότερο από 15 - 20 χρόνια. Η ΚΑΛΤΟΝ συνεργαζόταν με εταιρίες ιματισμού οι οποίες, στα πλαίσια των αναδιαρθρώσεων στην κλωστοϋφαντουργία, μετέφεραν τις παραγγελίες τους σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα Βαλκάνια με χαμηλότερο κόστος παραγωγής.

Η ΑΝΚΕΡ του επιχειρηματία Αλαμανή που πήρε 3,5 δις επιδότηση από το κράτος και δωρεάν οικόπεδο 70 στρεμμάτων από το Δήμο Φερρών Έβρου για να στήσει το εργοστάσιό του, ενώ ο ΟΑΕΔ τον επιδοτούσε επί χρόνια για κάθε εργαζόμενο που απασχολούσε. Τους πρώτους 18 μήνες επιδοτούσε το 70% του μισθού κάθε εργαζόμενο και στη συνέχεια μέχρι το 12%. Η ΑΝΚΕΡ έπαψε ουσιαστικά να λειτουργεί από τον Ιούνη του 2004 και από τον Οκτώβρη οι 100 εργαζόμενοι βρέθηκαν οριστικά στην ανεργία.

Η Τρικολάν του επιχειρηματία Θ. Λαναρά στη Νάουσα, ο οποίος αφού επιχορηγήθηκε γενναία άρχισε να μεταφέρει σταδιακά την παραγωγή στα εργοστάσια που άνοιξε στα Βαλκάνια, μέχρι και το Σεπτέμβρη του 2004 που ανακοίνωσε την απόλυση των τελευταίων 98 εργατών και εργατριών που είχαν απομείνει στην επιχείρηση. Ο αγώνας τους που κορυφώθηκε με την κατάληψη του εργοστασίου και τη δέσμευση των μηχανημάτων που ήθελε να αποσπάσει ο Λαναράς, κράτησε περισσότερο από ένα μήνα κι έγινε γνωστός σε όλη τη χώρα. (βλ. σχετικά στο Αναρχικό Δελτίο νο 32). Τελικά, μετά από διάφορες υποσχέσεις, η κατάληψη έληξε και ο Λαναράς μετέφερε τα μηχανήματα στη Βουλγαρία.

Πιο πρόσφατη, αλλά όχι τελευταία, περίπτωση αποτελεί ο όμιλος εταιριών Α. Μιχαηλίδη. Ο όμιλος κατέχει την πρώτη θέση στην Ελλάδα και την τέταρτη θέση παγκοσμίως στις εταιρίες επεξεργασίας και εμπορίας καπνού, και κατατάσσεται ανάμεσα στις μεγαλύτερες ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις. Είναι ένας όμιλος με καθαρά εξαγωγικό χαρακτήρα (αντιπροσωπεύει το 97% των καπνών που εξάγονται), εξυπηρετώντας 89 πελάτες σε 54 χώρες ανά τον κόσμο κι απασχολεί σε μόνιμη βάση περίπου 1.000 άτομα και σε εποχική 6.000 άτομα... Ο όμιλος Α. Μιχαηλίδη έχει έντονη επεκτατική δραστηριότητα στις γειτονικές χώρες και, όπως έχει ανακοινώσει, προχωρά ήδη στη δημιουργία ενός ακόμη εργοστασίου επεξεργασίας καπνού στην Τουρκία -και συγκεκριμένα στη Σμύρνη- σε συνεργασία με την τούρκικη εταιρία Βorovali. Στη νέα εργοστασιακή μονάδα, επένδυσης 3 εκατ. ευρώ, τα δύο μέρη θα μετέχουν κατά 50%. Η κατασκευή της μονάδας θα ολοκληρωθεί εντός του 2005, συμπληρώνοντας την παραγωγή του υφιστάμενου εργοστασίου στην ίδια περιοχή, στο οποίο η μετοχική σύνθεση παραμένει η ίδια (50% εκατέρωθεν).

Στο μεταξύ, το Δεκέμβρη, ο όμιλος ανακοίνωσε το κλείσιμο του εργοστασίου του Καπνική Μιχαηλίδη στην Ξάνθη και τη μεταφορά των μηχανημάτων σε άλλες εγκαταστάσεις του, στο Κιλκίς και στα Σκόπια. Να σημειωθεί πως ο επιχειρηματίας είχε ήδη επιδοτηθεί αδρά με πολλά δισεκατομμύρια δραχμές για τον εκσυγχρονισμό του μηχανολογικού εξοπλισμού και των υποδομών, αλλά και μέσω του ΟΑΕΔ για την απασχόληση των εργαζομένων. Την Τρίτη 14 Δεκέμβρη έγινε συγκέντρωση και στη συνεχεία πορεία ενάντια στο κλείσιμο της Καπνικής Μηχαηλίδη. Στην πορεία πήραν μέρος περίπου 500 άτομα, κυρίως εργαζόμενοι της Καπνικής Μιχαηλίδη, συνδικαλιστές, αριστεροί, αριστεριστές και αντιεξουσιαστές αλληλέγγυοι. Στη συγκέντρωση μεταξύ άλλων μίλησαν ο υφυπουργός αγροτικής ανάπτυξης Κοντός (τοπικός βουλευτής που ελέγχει την καπνοβιομηχανία ΣΕΚΕ) και ο μητροπολίτης Ξάνθης!... Λίγες μέρες μετά τη διαμαρτυρία των εργαζόμενων, έγινε συνάντηση μεταξύ του υπουργού ανάπτυξης Σιούφα, του υφυπουργού Κοντού και του Μιχαηλίδη, όπου ουσιαστικά το κράτος άναψε το πράσινο φως για τις επόμενες κινήσεις του ομίλου.

Η ανακοίνωση του κλαδικού σωματείου καπνεργατών ανέφερε μεταξύ άλλων: "Οι εργαζόμενοι του καπνεργοστασίου Καπνική Μιχαηλίδης, που οδηγούνται στην ανεργία εξαιτίας της επιτήδειας πολιτικής του βιομηχανικού κεφαλαίου και της στήριξής του από την Εξουσία που δρα αντικοινωνικά, δεν εκπλήσσονται πλέον από τα στημένα παιχνίδια και τη διγλωσσία των πολιτικών μας (...) Φτάνει πια η κοροϊδία. Καλούμε όσους θέλουν να συμπαρασταθούν μαζί μας στον αγώνα για την διατήρηση της εργασίας μας, να το κάνουν ξεκάθαρα και έντιμα και χωρίς υποκρισίες και σκοπιμότητες. Όλους θα μας κρίνει η ιστορία".

Στη συνέχεια, κι ενώ γίνονταν συνομιλίες με το σωματείο για το μέλλον του εργοστασίου επεξεργασίας του καπνού μπασμά στην Ξάνθη, ο Μιχαηλίδης έστειλε φορτηγά για να πάρει τα μηχανήματα τη νύχτα της Δευτέρας 24 Γενάρη 2005, εκμεταλλευόμενος την κακοκαιρία ώστε να αποφύγει αντιδράσεις από τους εργάτες, καθώς η πρόθεση της εταιρίας δεν ήταν άλλη από το κλείσιμο του εργοστασίου στην Ξάνθη και η μεταφορά του στο Πολύκαστρο του Κιλκίς και στα Σκόπια. Οι εργάτες όμως αντιλήφθηκαν την κίνηση του Μιχαηλίδη και ειδοποίησαν τους συναδέλφους τους καθώς και τοπικούς φορείς και την τοπική κοινωνία στην Ξάνθη, καλώντας για αλληλεγγύη με έκτακτες ανακοινώσεις από τοπικά Μ.Μ.Ε. Αμέσως μαζεύτηκε αρκετός κόσμος, γύρω στα 250 άτομα, και υπήρξε έντονη λογομαχία με την αδερφή του Α. Μιχαηλίδη που εμφανίστηκε επικεφαλής των μεταφορέων. Αποτρέποντας την μεταφορά των μηχανημάτων, οι εργάτες πήραν τα κλειδιά του εργοστασίου και, χωρίς να ανακοινώσουν επίσημα την κατάληψή του για να αποφύγουν παρέμβαση του εισαγγελέα, ανέλαβαν τον έλεγχό του κηρύσσοντας επαναλαμβανόμενες 24ωρες απεργίες.

Ο Μιχαηλίδης ήταν ανυποχώρητος στη μεταφορά του εργοστασίου, αλλά για να κατευνάσει τις διαμαρτυρίες πέταξε “ψίχουλα” στους εργάτες. Δηλαδή πρότεινε να παραμείνει η μονάδα επεξεργασίας καπνού με παλαιότερα μηχανήματα και να γίνεται επεξεργασία καπνού κατώτερης ποιότητας. Κάτι τέτοιο όμως θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των θέσεων εργασίας από 600 σε 200, καθώς επίσης θα ήταν μια προσωρινή λύση αφού σε δύο χρόνια θα τελείωναν τα αποθέματα αυτού του καπνού και θα έκλεινε οριστικά η μονάδα. Έτσι οι διεκδικήσεις των εργατών παρέμειναν σταθερές, δηλαδή να συνεχιστεί η λειτουργία του εργοστασίου σε μόνιμη βάση, χωρίς μείωση προσωπικού, και να καταβληθούν τα χρήματα που οφείλει ο Μιχαηλίδης στους εργαζόμενους, περίπου 1 δις δραχμές.

Με την ανάληψη του ελέγχου και της περιφρούρησης του εργοστασίου από τους καπνεργάτες, στις υπηρεσίες του Μιχαηλίδη τέθηκαν οι δυνάμεις της αστυνομίας που ανέλαβαν να σπάσουν τον αγώνα των απεργών. Την Παρασκευή 28 Γενάρη, στις 2.30 τα ξημερώματα και ενώ στο εργοστάσιο βρίσκονταν 15 εργαζόμενοι που είχαν αναλάβει τη νυχτερινή βάρδια περιφρούρησης, δυο διμοιρίες των ΜΑΤ εισέβαλαν στο εργοστάσιο με επικεφαλής έναν εισαγγελέα. Ως πρόσχημα για την εισβολή προβλήθηκε η απαίτηση του Μιχαηλίδη, που παρευρισκόταν αυτοπροσώπως, να βγουν έξω από το εργοστάσιο δύο φορτηγά που παρουσίαζε ως "εγκλωβισμένα" από τους εργάτες. Σε ρόλο εταιρίας μετακομίσεων, η αστυνομία, με ειδικό γερανό, έβγαλε τελικά έξω από το εργοστάσιο τα δύο φορτηγά, μεταφέροντας όλα τα καινούργια μηχανήματα που ήθελε να πάρει ο Μιχαηλίδης και τα οποία αποτελούσαν ό,τι σημαντικότερο είχαν στα χέρια τους οι εργάτες.

Όπως αποδείχτηκε και στην περίπτωση της κλωστοϋφαντουργίας Τρικολάν στη Νάουσα, στη Σίσερ-Πάλκο στην Αθήνα παλιότερα, και σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις κλεισίματος εργοστασίων και μεταφοράς τους για λόγους κερδοσκοπίας, έτσι και στην Καπνική Μιχαηλίδη Ξάνθης, το μόνο για το οποίο ουσιαστικά ενδιαφερόταν το αφεντικό δεν ήταν άλλο από το να αποσπάσει με οποιοδήποτε τρόπο τα καινούργια μηχανήματα από τα χέρια των εργατών.

Γι’αυτό και όσον αφορά το μέλλον, το πρόταγμα εμβάθυνσης της κοινωνικής και ταξικής αλληλεγγύης -για ακόμα δυναμικότερους αγώνες και έγκαιρα σαμποτάζ στους σχεδιασμούς των αφεντικών για απόσπαση και μεταφορά των μέσων παραγωγής σε ζώνες ακόμα πιο επικερδούς εκμετάλλευσης των εργατών- θα προβάλλει ολοένα και επιτακτικότερο...

ΚτΚ 31/1/05

*

1