(Αναρχικό Δελτίο, νο 29, Μάρτης 2004)

Η BIOΠΕΙΡΑΤEΙΑ ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ
Η λεηλασία που υφίσταται η βιοποικιλότητα της μαύρης ηπείρου από τις πολυεθνικές εταιρείες και τα πανεπιστήμια της Δύσης

Μολονότι η Σύμβαση του ΟΗΕ για τη Βιολογική Ποικιλότητα, επικυρωμένη από 183 χώρες (όχι όμως και τις ΗΠΑ), αναγνωρίζει την κυριαρχία των χωρών επί των γενετικών και βιολογικών πόρων τους, ο “τρίτος κόσμος” και ιδιαίτερα η Aφρική έχει καταστεί στόχος λεηλασίας και βιο-εκμετάλλευσης. Και για να κάνει τον έλεγχο αυτής της λεηλασίας ακόμη πιο δύσκολο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (Π.Ο.Ε) έχει από το 1985 απαιτήσει ώστε τα μέλη του, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Αφρικής, να συμμορφωθούν με τη σύμβαση περί των Σχετικών με το Εμπόριο Δικαιωμάτων Πνευματικής Ιδιοκτησίας (Trade Related Intellectual Property Rights - TRIPs). Μια σύμβαση που προκαλεί διάσταση ανάμεσα στη νομοθεσία περί κατοχύρωσης του γενετικού και βιολογικού πλούτου και την προστασία της παραδοσιακής γνώσης. Οργισμένοι, αυτοί που αγωνίζονται ενάντια στη βιοπειρατεία θεωρούν ότι η TRIPs υπηρετεί απλώς τα συμφέροντα του Πρώτου Κόσμου και λεηλατεί τις τοπικές κοινότητες στην Αφρική που κατέχουν παραδοσιακές γνώσεις.

Σύμφωνα με τη διεθνή νομοθεσία, μια εφεύρεση πιστοποιείται για να κατοχυρωθεί (να πάρει πατέντα) μόνο εφόσον είναι όντως καινούρια και έχει θετική επενέργεια. Στην πραγματικότητα όμως οι νόμοι περί κατοχύρωσης της πνευματικής ιδιοκτησίας στη Δύση έχουν σχεδιαστεί για την εκμετάλλευση του Τρίτου Κόσμου. Αν ο Π.Ο.Ε είναι η μητέρα της όλης απάτης, η TRIPs είναι το τέκνο της, καθώς διευκολύνει την οργανωμένη λεηλασία των πόρων του λεγόμενου αναπτυσσόμενου κόσμου. Συμβαίνει εδώ και χρόνια και λέγεται βιοπειρατεία.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τον κάκτο Χούντια (Hoodia). Είναι ένα φυτό που μεγαλώνει στην έρημο Καλαχάρι, πατρογονική εστία της φυλής Σαν (San). Η Καλαχάρι απλώνεται στη Μποτσουάνα, τη Ναμίμπια και τη Νότιο Αφρική. Κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες για χιλιάδες χρόνια, οι Σαν μασούσαν τον κάκτο Χούντια και η πανάρχαια ανακάλυψη των φαρμακευτικών ιδιοτήτων του φυτού, που -μεταξύ άλλων- καταλάγιαζε το αίσθημα της πείνας, τους επέτρεπε να διεξάγουν παρατεταμένα κυνηγετικά ταξίδια. Οι Σαν είναι εξαίρετοι βοτανολόγοι και μπορούν να ξεχωρίσουν πάνω από 300 είδη φυτών με διαφορετικές ιδιότητες μεταξύ τους.

Εδώ μπαίνει στο παιχνίδι η Phytopharm, εταιρεία που εδρεύει στην Αγγλία και την οποία φέρεται να προσέγγισε το Νοτιοαφρικανικό Συμβούλιο Επιστημονικής και Βιομηχανικής Έρευνας (CSIR). Το CSIR, εκμεταλλευόμενο την παραδοσιακή γνώση των Σαν και χρησιμοποιώντας κρατικούς πόρους, έκανε πειράματα και απομόνωσε τα ενεργά συστατικά του κάκτου που επέτρεπαν στους Σαν να ξεκινάνε κυνηγετικά ταξίδια χωρίς να τρώνε για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Από τα πειράματα αυτά προέκυψε το P57, ένα στοιχείο που αναστέλλει την όρεξη. Η Phytopharm γνωρίζει ότι η αυθεντική γνώση του προέρχεται από τους Σαν, δηλώνει όμως ότι το CSIR την πληροφόρησε πως οι Σαν έχουν πλέον εκλείψει!

Η Phytopharm κατοχύρωσε ταχύτατα το P57, αντιλαμβανόμενη την τεράστια αξία που έχει ως φυσικό διαιτητικό βοήθημα -μια επανάσταση στη Δυτική αγορά διαίτης των 6 δισ. λιρών το χρόνο. Έτσι η μετοχή της Phytopharm εκτοξεύτηκε και το 1998 η εταιρεία μεταπώλησε τα δικαιώματα χρήσης του P57 στον αμερικανικό φαρμακευτικό γίγαντα Pfizer. To CSIR επίσης επρόκειτο να εισπράξει μέρος από τα κέρδη της μεταπώλησης. Όπως και να 'χει, τον Ιούλιο του 2003 η Phytopharm ανακοίνωσε ότι η Pfizer δεν θα προχωρούσε στην κλινική ανάπτυξη του P57 και επέστρεφε τα δικαιώματα στη Phytopharm. Το 1998, αναμενόταν πως μέσα σε χρονικό διάστημα 3 ετών το P57 θα ήταν διαθέσιμο σε μορφή χαπιού ως το νέο υπεραποτελεσματικό φάρμακο διαίτης, και τα κέρδη είχαν υπολογιστεί σε εκατομμύρια δολάρια. Όλοι οι συνεργοί έτρεχαν στην τράπεζα και μόνο τα μέλη της φυλής Σαν, της οποίας η παραδοσιακή γνώση είχε γίνει αντικείμενο λεηλασίας, έμεναν με άδεια χέρια. Οι Σαν -που αριθμούν γύρω στις 100.000 μόνο στη Νότιο Αφρική- αποφάσισαν να αντιδράσουν απειλώντας να σύρουν τους υπεύθυνους των εταιρειών στα δικαστήρια, και οι συνεργοί του εγκλήματος αποφάσισαν να τους δώσουν μέρος από τα κέρδη τους. Βάσει συμβολαίου, ένα μερίδιο ίσο με 8% από τα δικαιώματα θα πιστωνόταν σε τραπεζικό λογαριασμό, για να χτιστούν σχολεία, κλινικές κλπ. για τους Σαν. Τα δικαιώματα βασίζονται σε πωλήσεις που δεν πρόκειται να αρχίσουν πριν το 2008.

Όταν αποκαλύφθηκε η όλη υπόθεση, ο γιατρός Marthinous Horak, επικεφαλής του σχεδίου του CSIR, ισχυρίστηκε πως ανέκαθεν σκόπευε να ενημερώσει τους Σαν για τα κέρδη, απλώς περίμενε πρώτα το φάρμακο να εγκριθεί και να κατοχυρωθεί! Ο Richard Dixey, διευθυντής της Phytopharm, πρόσθεσε μια ακόμη νότα γελοιότητας. Πρώτα δήλωσε πως η Phytopharm είχε φτιαχτεί για να βοηθήσει τις ιθαγενείς φυλές να κερδίσουν από την αρχέγονη φαρμακευτική τους γνώση για τα φυτά, και ύστερα ότι "ειλικρινά αγνοούσα ότι αυτοί οι Άνθρωποι των Θάμνων (Bushmen, το άλλο όνομα των Σαν) επιβίωναν ακόμη, και λυπάμαι που ακούω πως νιώθουν εξαπατημένοι. Είμαι ικανοποιημένος που υπάρχουν ακόμη (!) και έχουν μια αναγνωρισμένη κοινότητα. Η ιδιοκτησία φαρμακευτικών φυτών είναι πολύ σύνθετο ζήτημα, αλλά πάντα πίστευα πως αυτό το είδος γνώσης είναι πολύτιμο για τους ιθαγενείς. Αντί να πλέκουν καλάθια και να ξεναγούν τουρίστες, η απόδοση δικαιωμάτων για φαρμακευτικά σκευάσματα θα βελτιώσει τις προοπτικές τους". Ο Dixey δήλωσε ότι ήταν το CSIR που του είπε ότι οι Σαν έχουν εκλείψει.

Εκτός από τους Σαν, η Ζιμπάμπουε έχει επίσης υποστεί πολλαπλά πλήγματα βιοπειρατείας. Ο Σύνδεσμος Παραδοσιακών Θεραπευτών της Ζιμπάμπουε (ZINATHA), ο Σύνδεσμος Κοινοτικής Τεχνολογίας και Ανάπτυξης (CIDA) κ.ά. είναι οργισμένοι με την παράνομη βιο-εκμετάλλευση στην οποία επιδίδονται Δυτικές φαρμακευτικές εταιρείες και Δυτικά πανεπιστήμια περιφρονώντας ασύστολα κάθε διεθνή πρόβλεψη για τη Βιοποικιλότητα. Διάφορες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (Μ.Κ.Ο), παρά τον ύποπτο ρόλο τους, καταγγέλλουν τον τρόπο που το πανεπιστήμιο της Λωζάννης κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση στους γενετικούς πόρους της Ζιμπάμπουε. Μια πατέντα που βασίζεται στην παραδοσιακή γνώση των φαρμακευτικών ιδιοτήτων της ρίζας του δέντρου "Swartzia madagascariensis", που βρίσκεται σε ολόκληρη την Αφρική, είναι υπό διαπραγμάτευση. Η Swartzia είναι ένας αειθαλής θάμνος που χρησιμοποιείται ως ξυλεία, τοξίνη ή φάρμακο, και η πατέντα 51929124 των ΗΠΑ περί αντιμικροβιακών θάμνων χαρίστηκε καταχρηστικά στον καθηγητή Kurt Hostettmann του Πανεπιστημίου της Λωζάννης. Τον Απρίλιο του 1997, η αμερικανική φαρμακευτική εταιρεία Phytera και το Πανεπιστήμιο της Λωζάννης υπέγραψαν συμφωνία με την οποία η εταιρεία αποκτούσε άδεια αποκλειστικής παγκόσμιας εκμετάλλευσης της πατέντας, σε ανταπόδοση για την καταβολή στο πανεπιστήμιο δικαιωμάτων της τάξεως του 1,5% επί οποιουδήποτε προϊόντος με την πατέντα αυτή. Ο καθηγητής Hostettmann, επίσης σε ανταπόδοση, έχει σύμβαση με τον Εθνικό Βοτανικό Κήπο της Ζιμπάμπουε και το Φαρμακευτικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Ζιμπάμπουε η οποία του δίνει το 50% της παραγωγής τους από τη ρίζα Swartzia.

Ούτε η ίδια η Ζιμπάμπουε ούτε οι παραδοσιακοί καλλιεργητές της ρίζας που θίγονται από αυτή τη βιο-εκμετάλλευση έχουν αναμειχθεί στην όλη ιστορία. Ούτε συγκατάθεση για την έρευνα των γενετικών και βιολογικών πόρων της Ζιμπάμπουε υπήρξε ούτε, φυσικά, οφέλη για τη χώρα. Ωστόσο, η Σύμβαση του ΟΗΕ για τη Βιοποικιλότητα, που υπογράφτηκε το 1992 στο Ρίο Ντε Τζανέιρο, δηλώνει ξεκάθαρα ότι "η πρόσβαση σε γενετικούς πόρους υπόκειται σε προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του μέρους που παρέχει τέτοιους πόρους". Στην περίπτωση της Ζιμπάμπουε, η απόφαση να δοθεί πρόσβαση σε εθνικούς γενετικούς πόρους βρίσκεται στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, που ουδέποτε υπέγραψε ανάλογο συμβόλαιο με το Πανεπιστήμιο της Λωζάννης. Ούτε βέβαια υπάρχει τέτοια εξουσιοδότηση του Πανεπιστημίου της Ζιμπάμπουε. Σύμφωνα άλλωστε με το αφρικανικό μοντέλο, πρέπει σε κάθε ανάλογη περίπτωση να υπάρχει και η συγκατάθεση των ενδιαφερόμενων τοπικών κοινοτήτων. Πριν απ' όλα αυτά, ο Σύνδεσμος ZINATHA είχε καταθέσει έναν αριθμό δειγμάτων από τα φάρμακά του στο Πανεπιστήμιο της Ζιμπάμπουε για ανάλυση. Ήθελε απλώς την επιβεβαίωση των ιδιοτήτων αυτών των φαρμάκων, που οι παραδοσιακοί θεραπευτές χρησιμοποιούσαν εδώ και χιλιάδες χρόνια. Πριν προλάβουν οι θεραπευτές να κάνουν οτιδήποτε, το Χημικό τμήμα του Πανεπιστημίου τα βρήκε με το Πανεπιστήμιο της Λωζάννης, με αποτέλεσμα να κατοχυρωθεί η πατέντα στον καθηγητή Hostettmann από την αρμόδια αμερικανική υπηρεσία χωρίς αυτός να έχει ανακαλύψει τίποτα. Επιπλέον, το Πανεπιστήμιο της Λωζάννης παραβίασε το 6ο άρθρο της σύμβασης, κρατώντας το Πανεπιστήμιο της Ζιμπάμπουε εκτός της διαπραγματευτικής διαδικασίας ανάμεσα στη Λωζάννη και την αμερικάνικη εταιρεία. Κανείς δεν ρώτησε τους παραδοσιακούς θεραπευτές της Ζιμπάμπουε κατά πόσον ήσαν ευχαριστημένοι με τα “δικαιώματα” που εισέπραξαν δηλ. ένα ποσό εξευτελιστικό.

Είναι ξεκάθαρο πως οι νόμοι που κατοχυρώνουν το γενετικό και βιολογικό πλούτο στις αναπτυγμένες χώρες έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να ευνοούν τη βιοπειρατεία, αφού κερδίζουν απ' αυτή. Άλλωστε, ο πειρατής είναι αυτός που κάνει τους “νόμους της θάλασσας” και σε συνεργασία με τους συμμάχους του επεκτείνει τους νόμους του με ληστρικές διεθνείς συμβάσεις όπως η TRIPs, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη από τους πόρους των άλλων και απειλώντας όλους όσοι δεν συμβιβάζονται. Ενώ, όταν δεν τον ευνοούν, αρνείται να σεβαστεί όσους νόμους τον περιορίζουν.

Σύμφωνα με τους νόμους τους, η πατέντα που προκύπτει από παράνομα αποκτημένους πόρους θα έπρεπε να θεωρείται άκυρη, αλλά οι αρμόδιοι στη Δύση δεν λαμβάνουν υπ' όψη την προέλευση του υλικού που κατοχυρώνεται. Με τις ενέργειές τους ενισχύουν τη βιοπειρατεία. Βέβαια, οι πειρατές δεν βάζουν στο μάτι μόνο τους γενετικούς πόρους. Τρέχουν πίσω απ' οτιδήποτε μυρίζει χρήμα. Μια τέτοια περίπτωση είναι η υπεξαίρεση γενετικού υλικού, σπέρμα και πλάσμα, από ζωικά είδη όπως η αφρικάνικη αγελάδα Tuli. Το είδος αυτό, που συναντάται στη Ζάμπια και τη Ζιμπάμπουε, έχει διάφορα γενετικά χαρακτηριστικά που αποφέρουν τεράστια οφέλη στη βιομηχανία βοοειδών. Τέτοια είναι π.χ η υψηλή γονιμότητα, η αυξημένη αντοχή στην πίεση του φυσικού περιβάλλοντος και η εξαιρετική ποιότητα κρέατος. Όλα άρχισαν το 1987, όταν μια κοινοπραξία Αυστραλών (γνωστή ως κοινοπραξία παραγωγών Boran και Tuli) σε συνεργασία με τον Οργανισμό Επιστημονικής και Βιομηχανικής Έρευνας της Κοινοπολιτείας (CSIRO) συνέλεξαν παράνομα έμβρυα Tuli από τη Ζιμπάμπουε και έμβρυα Boran από τη Ζάμπια. Τα έμβρυα μεταφέρθηκαν το 1988 στα νησιά Coko του Ειρηνικού και εκεί εμφυτεύτηκαν σε αγελάδες που αντικατέστησαν τα είδη Tuli και Boran. Το 1990 έφτασαν στην Αυστραλία μοσχαράκια που παρουσιάστηκαν ως "αυστραλέζικα".

Το είδος Tuli έχει έκτοτε χρησιμοποιηθεί εκτεταμένα για διασταύρωση με άλλα είδη και είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η αξία του στην αυστραλέζικη βιομηχανία κρέατος των 2,4 δισ. δολαρίων Αυστραλίας το χρόνο. Ωστόσο, ο καθηγητής John Stocker, διευθυντής της CSIRO, δήλωσε ότι το 1993 "η εισαγωγή των ειδών αυτών θα μπορούσε να αυξήσει την εθνική παραγωγή κρέατος βοοειδών κατά 30%". Αυτό που συμβαίνει τώρα είναι ότι η Κοινοπραξία πουλάει τα έμβρυα Tuli και Boran στην αυστραλέζικη και την παγκόσμια αγορά ως δικά της. Το Μάιο του 1994, έγινε στην Αυστραλία η πώληση της δεύτερης γενιάς καθαρόαιμων εμβρύων Boran και Tuli. Η τιμή-παγκόσμιο ρεκόρ ήταν στα 5.500 δολάρια Αυστραλίας για κάθε έμβρυο. Αυτό έχει επεκταθεί και σε άλλες αγορές, ενώ το σπέρμα και το έμβρυο της αγελάδας Tuli έχει μεγάλη ζήτηση στην Αμερική. Έτσι, η Αυστραλία πουλάει κλεμμένα ζωικά είδη της Ζιμπάμπουε πατενταρισμένα ως δικά της.

Η παράνομη μεταφορά του είδους Tuli στην Αυστραλία έπιασε τους αρμόδιους της Ζιμπάμπουε στον ύπνο. Σύμφωνα με τις δηλώσεις τους, οι Αυστραλοί γνώριζαν πως η μεταφορά δεν θα γινόταν εάν είχαν κάνει γνωστό ότι σκοπός τους ήταν η αναπαραγωγή του είδους και η πώλησή του, και όχι η διασταύρωσή του για επιστημονικούς λόγους όπως είχε συμφωνηθεί.

Όσο για το όφελος στη Ζιμπάμπουε και τη Ζάμπια από την επικερδή επιχείρηση Tuli και Boran, αυτό ήταν μηδενικό. Σύμφωνα με τον οργανισμό ETCGROUP (παλιότερα Διεθνής Οργανισμός Αγροτικής Ανάπτυξης) που εδρεύει στον Καναδά, οι χώρες της Αφρικής πρέπει να πάρουν ένα μεγάλο μερίδιο της προστιθεμένης αξίας που προέκυψε από τα είδη Tuli και Boran. Ο οργανισμός υποστηρίζει ότι το εμπορικό κέρδος είναι τουλάχιστον 800 εκατ. δολάρια το χρόνο. Μέχρις ότου το μερίδιο αυτό αποδοθεί, το πρόγραμμα βοήθειας της Αυστραλίας θα έπρεπε να συντηρεί το ζωικό πληθυσμό της Ζιμπάμπουε και της Ζάμπια εκεί που βρίσκεται και να χρηματοδοτεί την ανάπτυξή του στην Αφρική.

Στη Δυτική Αφρική τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Η πρωτεΐνη Brazzein είναι μια υπέργλυκη πρωτεΐνη που παράγεται από τους καρπούς του φυτού που είναι γνωστό ως "Pentadiplandra Brazzeana". Λέγεται ότι είναι 2.000 φορές γλυκύτερο από τη ζάχαρη. Το ενδιαφέρον των πολυεθνικών για τη Brazzeana έχει προσλάβει τεράστιες διαστάσεις. Κι αυτό γιατί είναι ένα φυσικό γλυκαντικό με ελάχιστες θερμίδες σε μια βιομηχανία 1,4 δισ. δολαρίων (βιομηχανία ζάχαρης). Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Wisconsin των ΗΠΑ "ανακάλυψαν" τυχαία το φυτό αυτό στη Γκαμπόν, όπου οι ντόπιοι το γνωρίζουν και το χρησιμοποιούν από παλιά. Οι επιστήμονες αυτοί κέρδισαν, ανάμεσα στο 1994 και το 1998, στην Αμερική 4 πατέντες για την πρωτεΐνη Brazzeana, απομονώνοντας και κωδικοποιώντας το DNA της. Έτσι, η δυνατότητα να αναπαραχθεί επιστημονικά στο εργαστήριο η πρωτεΐνη, μέσω της χρήσης του DNA της, έχει περιορίσει δραματικά την ανάγκη καλλιέργειάς της στη Δ. Αφρική. Ένας όμιλος πολυεθνικών έχει πάρει τα δικαιώματα της χρήσης της πρωτεΐνης από το Wisconsin, ενώ το πανεπιστήμιο κρατάει μυστικά τα ονόματα των εταιρειών αυτών, καθώς και το ποσό παραχώρησης των δικαιωμάτων. Σε τι ωφελήθηκαν οι λαοί της Γκαμπόν και της Δ. Αφρικής από όλα αυτά; Σε τίποτα! Οι εταιρείες της Δύσης συνεχίζουν να απομυζούν την παραδοσιακή γνώση των ιθαγενικών κοινοτήτων της και να κερδοφορούν.

Κάπου αλλού στην Αφρική, σε ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της Δύσης, το Πανεπιστήμιο του Τολέδο στην Ισπανία προσέφερε στην Αιθιοπία "τιμή ευκαιρίας" 25.000 δολαρίων για την άδεια έρευνας των φαρμακευτικών ιδιοτήτων του φυτού Endod. Η παραδοσιακή γνώση των ιδιοτήτων αυτών χάνεται πίσω στους αιώνες, όταν οι ιθαγενείς μητέρες ανακάλυψαν ότι το φυτό προστατεύει τα παιδιά τους από τις “ασθένειες που γεννιούνται στο νερό” και μεταδίδονται με αυτό. Επιπλέον, οι Αιθίοπες επιστήμονες έκαναν πειράματα με το Endod επί 20 τουλάχιστον χρόνια. Τότε ήρθε η προσφορά του Τολέδο. Προηγουμένως, το 1990, ο Αιθίοπας επιστήμονας Akilu Lemma είχε τιμηθεί με διδακτορικό βαθμό από το πανεπιστήμιο του Τολέδο για την ανάπτυξη της έρευνας του φυτού ως πιθανής θεραπείας μιας σειράς μολυσματικών ασθενειών που σχετίζονται με το νερό. Μέσα σε 4 μήνες, το Πανεπιστήμιο του Τολέδο κατοχύρωσε την πατέντα για λογαριασμό του και στην Αιθιοπία πρέπει να πληρώσουν τώρα για να αγοράσουν αυτό που πάντα τους ανήκε!

Πηγή άρθρου: περιοδικό NEW AFRICAN no489,
Δεκέμβρης 2003, μτφρ: Βασίλης

 

 

*

1