(Αναρχικό Δελτίο, νο 16, Ιούνης 2002)

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΣΤΑΜΑΤΑΕΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ
ΤΩΝ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ ΑΡΧΙΖΕΙ Η “ΕΙΡΗΝΗ” ΤΟΥΣ...

Η Ιντιφάντα έχει υπάρξει ως απάντηση του παλαιστινιακού προλεταριάτου στην οικονομική εκμετάλλευση, την κοινωνική και πολιτισμική καταπίεση, τη στρατιωτική κατοχή, τους εκτοπισμούς και την προσφυγιά, που του έχουν επιβληθεί στα πλαίσια της συγκρότησης του κράτους του Ισραήλ. Αντίθετα, η διαδικασία δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους που εξελίσσεται την τελευταία δεκαετία όχι μόνο δεν ταυτίζεται με την παλαιστινιακή εξέγερση αλλά αποτελεί μέρος της χειραγώγησης και της καταστολής της...

Από το 1987 και για έξι χρόνια, άοπλοι νεολαίοι παλαιστίνιοι μάχονταν με σφεντόνες και πέτρες τα ισραηλινά τανκς στη Λωρίδα της Γάζας και τη Δυτική Όχθη, έχοντας 1.500 νεκρούς, δεκάδες χιλιάδες τραυματίες και χιλιάδες συλληφθέντες. Το 1993, αν και η ωμή βία του ισραηλινού στρατού δεν είχε σταθεί ικανή να καταβάλει τους εξεγερμένους, μια πιο σύνθετη διαδικασία εκσυγχρονισμού των συνθηκών εκμετάλλευσης και καταπίεσης οδήγησε στον τερματισμό τότε της Ιντιφάντα.

Η διαμεσολάβηση και η χειραγώγηση της εξέγερσης -από μια ανερχόμενη παλαιστινιακή ελίτ της- επενδύθηκαν στην προοπτική της δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους. Με τις λεγόμενες συμφωνίες του Όσλο άρχισε η διαδικασία παραχώρησης περιορισμένης αυτονομίας σε παλαιστινιακά εδάφη, πρώτα στη Λωρίδα της Γάζας και την Ιεριχώ (1994) και στη συνέχεια στην υπόλοιπη Δυτ. Όχθη και την Αν. Ιερουσαλήμ (1995). Κρίσιμα ζητήματα, όπως οι ισραηλινοί οικισμοί στη Δ. Όχθη και το μοίρασμα των εδαφών ή η δυνατότητα επιστροφής των παλαιστίνιων προσφύγων, παραπέμφθηκαν στο μέλλον, ενώ ο Αραφάτ και η PLO, ως εκφραστές της παλαιστινιακής ελίτ, αναγνωρίστηκαν αμοιβαία με το κράτος του Ισραήλ και μετεξελίχθηκαν στην Παλαιστινιακή Αρχή αποτελώντας το πρόπλασμα της νέας κρατικής οντότητας.

Αυτές οι εξελίξεις, μέρος των οποίων ήταν και η μερική άρση του μποϋκοτάζ που είχαν επιβάλει οι αραβικές χώρες στο Ισραήλ, λειτουργούσαν ενθαρρυντικά για την καπιταλιστική ανάπτυξη στην περιοχή. Οι εξαγωγές του Ισραήλ σημείωναν χρόνο με το χρόνο αύξηση, νέες επενδύσεις κυρίως από πολυεθνικές βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας (Intel, ΙΒΜ, Motorola κ.α.) στρέφονταν στην οικονομία του και παράλληλα αξιοποιούνταν ένα εργατικό και επιστημονικό δυναμικό εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών που την ίδια περίοδο κατέφταναν από τη Ρωσία, την ανατολική Ευρώπη και την Ασία.

Ακόμα, η Παγκόσμια Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Ένωση εκπονούσαν σχέδια για την επέκταση της εκμετάλλευσης του παλαιστινιακού προλεταριάτου και πέρα από τα γιαπιά, τα εστιατόρια και τα εργοστάσια του ισραηλινού κράτους. Σχέδια για την εγκατάσταση βιομηχανικών πάρκων στα αυτόνομα εδάφη, που μέσα από ένα σύστημα υπεργολαβιών αφενός θα λεηλατούσαν τη φθηνή εργατική δύναμη προς όφελος της ισραηλινής οικονομίας, αφετέρου θα συντηρούσαν μια τοπική ελίτ παλαιστίνιων επιχειρηματιών που θα τη διαμεσολαβούσαν.

Όλα αυτά βέβαια συμβάδιζαν και απαιτούσαν τον εκβιασμό της φτώχειας (ενδεικτικά το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα στη Δ. Όχθη και τη Γάζα είναι 1.600 δολάρια όταν στο Ισραήλ είναι 18.300), την πειθάρχηση και τον έλεγχο των παλαιστίνιων προλετάριων. Έτσι το Ισραήλ συνέχισε την επέκταση του εποικισμού (αφορούσε πλέον το 15% των εδαφών της Δ. Όχθης), καθώς και το γκρέμισμα κατοικιών, την καταστροφή αγροτικών καλλιεργειών και τους στρατιωτικούς αποκλεισμούς χωριών και πόλεων των παλαιστινίων.

Η Παλαιστινιακή Αρχή συνένοχη, ανέλαβε ουσιαστικά ένα συμπληρωματικό ρόλο προέκτασης των υπηρεσιών ασφαλείας του Ισραήλ μέσα στα παλαιστινιακά εδάφη, συνεργαζόμενη μαζί τους, συλλαμβάνοντας και φυλακίζοντας εξτρεμιστές και διαφωνούντες παλαιστίνιους, χειραγωγώντας την αντίσταση. Σύμφωνα με τη μαρτυρία ενός άραβα καθηγητή πανεπιστημίου: “...όπου κι αν πήγα, όποιοι και αν ήταν οι συνομιλητές μου ή το θέμα της συζήτησης, δεν άκουσα ούτε μια λέξη υπέρ της Παλαιστινιακής Αρχής, των στελεχών της, των συμφωνιών του Όσλο ή των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Παλαιστινιακή αρχή γίνεται αντιληπτή κυρίως ως διασφαλίζουσα την ασφάλεια του Ισραήλ και των εποίκων του... Αυτό είναι το στίγμα των συμφωνιών του Όσλο...”.

Όταν, στα τέλη του Σεπτέμβρη του 2000, το ξέσπασμα της δεύτερης Ιντιφάντα τίναξε στον αέρα όλη την προηγούμενη διαδικασία συνδιαλλαγής και ενσωμάτωσης, αυτή αντικαταστάθηκε από τη δραματική κλιμάκωση της στρατιωτικής βίας του Ισραήλ με αποκορύφωμα τις εισβολές στη Δ. Όχθη τον Μάρτη και τον Απρίλη του 2002. Σήμερα, με την ύφεση των στρατιωτικών επιχειρήσεων αλλά και κάτω από τη διαρκή απειλή της επανάληψής τους, επιχειρείται η ανασυγκρότηση της Παλαιστινιακής Αρχής, όμως οι δυνατότητες επιβολής της στο εσωτερικό δοκιμάζονται από τις συνεχιζόμενες επιθέσεις αυτοκτονίας παλαιστίνιων σε ισραηλινούς στόχους.

Η μια διαδικασία φαίνεται να διαδέχεται την άλλη αντιμετωπίζοντας τα αδιέξοδά τους. Η προώθηση παλαιστινιακού κράτους, η ειρήνευση και οι συνομιλίες συναντιούνται με τη στρατιωτική βία του ισραηλινού κράτους, πάνω στον ίδιο σκοπό: την κάμψη της αντίστασης του παλαιστινιακού προλεταριάτου και την υποταγή του, για τον έλεγχο και την εκμετάλλευση της ευρύτερης περιοχής στα πλαίσια των σύγχρονων σχεδιασμών της παγκοσμιοποιημένης κυριαρχίας.

Μάης 2002, Ιανός

1