ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΞΕΝΟΙ
Οι μετακινήσεις πληθυσμών γίνονται κάτω από βίαιες συνθήκες. Ο πόλεμος, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των κυρίαρχων για την καθυπόταξη ολόκληρης της ανθρωπότητας καθώς και η πείνα και η εξαθλίωση εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν σε οικονομικά λεηλατημένες περιοχές είναι οι αιτίες της δημιουργίας μεταναστευτικών ρευμάτων από την περιφέρεια προς τα καπιταλιστικά κέντρα.
Στην Ελλάδα οι πρώτοι μετανάστες - κυρίως από την Ασία και την Αφρική - άρχισαν να καταφθάνουν τη δεκαετία του ’70, καλύπτοντας την έλλειψη εργατικών χεριών στους τομείς της βιομηχανίας.
Όμως, τα πιο μαζικά και συνεχή μεταναστευτικά ρεύματα εμφανίστηκαν τη δεκαετία του ’90 μετά την κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ, φέρνοντας για πρώτη φορά το ζήτημα των μεταναστών στο προσκήνιο. Επρόκειτο, άλλωστε, για την περίοδο οικοδόμησης της Ευρώπης-Φρούριο και της συνακόλουθης σκλήρυνσης της στάσης των κρατών απέναντι στους μετανάστες.
Εκατοντάδες μετανάστες, στην προσπάθειά τους να περάσουν από τα κλειστά σύνορα της Ελλάδας - του νοτιοανατολικού συνοριοφύλακα της Ευρώπης-Φρούριο - και να φτάσουν στα ανεπτυγμένα κέντρα της Δύσης, είτε πνίγονται στα σαπιοκάραβα είτε σκοτώνονται από τις νάρκες και τις σφαίρες των ένστολων φονιάδων των συνόρων. Το 2004, τουλάχιστον 125 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στα υδάτινα και χερσαία σύνορα της χώρας και εκατοντάδες τραυματίστηκαν.
Πολλοί από όσους επιζήσουν, συλλαμβάνονται και κρατούνται σε σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης (στην Ελλάδα τέτοια "κέντρα υποδοχής προσφύγων" υπάρχουν στο Ελληνικό, στην Αμυγδαλέζα, στην Άνδρο, στη Χίο, στην Κρήτη - Ιεράπετρα, Ρέθυμνο, Σητεία - στον Έβρο, στο Γύθειο, στην Ηγουμενίτσα, στην Καλαμάτα, στην Κάρυστο, στην Κω, στη Λέρο, στη Μύκονο, στη Μυτιλήνη, στη Νάξο, στη Ρόδο, στη Σύμη, στην Πάτμο, στη Σύρο και στη Ζάκυνθο). Άντρες, γυναίκες και μικρά
παιδιά, που φυλακίζονται σε αυτά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ζουν για αόριστο χρονικό διάστημα σε ασφυκτικά γεμάτα κρατητήρια, ξυλοκοπούνται, βασανίζονται (σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και με ηλεκτροσόκ), ναρκώνονται με ψυχοφάρμακα και απελαύνονται πίσω στον πόλεμο και την ανέχεια.Οι μετανάστες που καταφέρνουν να φτάσουν είτε σε κάποιο αστικό κέντρο είτε στην επαρχία ζουν σε συνθήκες παρανομίας (μην έχοντας καμία ιατρική περίθαλψη ή ακόμα και δυνατότητα εύρεσης κατοικίας εξαιτίας του κινδύνου παράδοσής τους στις αστυνομικές αρχές) και αποτελούν το φθηνό εργατικό δυναμικό που χρειάζονται τα αφεντικά.
Για να επιβιώσουν, κάνουν τις πιο σκληρές χειρωνακτικές εργασίες με εξευτελιστικά μεροκάματα, οι περισσότεροι δουλεύουν ανασφάλιστοι ("μαύρη" εργασία), με εξοντωτικούς ρυθμούς και χωρίς τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας (για αυτό και πολύ μεγάλος αριθμός των δηλωμένων θανατηφόρων "εργατικών ατυχημάτων" αφορούν μετανάστες.)
Οι ανοδικοί ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, τα "μεγάλα έργα" και τα ολυμπιακά έργα στηρίχτηκαν στην εκμετάλλευση των μεταναστών. (Στα ολυμπιακά κάτεργα τα 2/3 των εργαζομένων ήταν μετανάστες και κάλυπταν τα "ανειδίκευτα" πόστα, τις βαριές και επικίνδυνες θέσεις εργασίας.)
Η διαρκής απειλή της απέλασης ή και της σύλληψης (μεγάλος αριθμός των έγκλειστων στις φυλακές είναι μετανάστες) και η τρομοκρατία του ρατσισμού, που παράγει η κυρίαρχη προπαγάνδα, τους καθιστά το πιο άγρια εκμεταλλευόμενο κομμάτι της κοινωνίας και τους κρατά υποταγμένους σε αυτές τις συνθήκες.
Μιλώντας για τους ασφυκτικούς όρους επιβίωσης των μεταναστών, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στη γυναίκα-μετανάστρια, η οποία υφίσταται όλες τις μορφές καταπίεσης: την ταξική, την εθνική και την καταπίεση του φύλου.
Για τη μετανάστρια οι συνθήκες εργασίας δεν διαφέρουν ιδιαίτερα από αυτές που αντιμετωπίζουν οι άντρες: υπερεκμετάλλευση με χαμηλά μεροκάματα, κάτω από την απειλή της απέλασης και τον εκβιασμό της νομιμοποίησης (να έχουν το απαραίτητο εισόδημα και να μαζέψουν τα απαραίτητα ένσημα για να πάρουν την άδεια παραμονής).
Επιπλέον, οι γυναίκες έχουν λιγότερες επιλογές εργασίας από ότι οι άντρες, κάνουν τις κατ' εξοχήν "γυναικείες" δουλειές και μέσα σε συνθήκες απόλυτης εκμετάλλευσης (οικιακές βοηθοί - ακόμη και εσώκλειστες-, καθαρίστριες, κατ' οίκον νοσοκόμες).
Παράλληλα, χιλιάδες μετανάστριες πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από τα κυκλώματα των σωματεμπόρων είτε εξαπατημένες είτε ακόμη και κάτω από την απειλή και τη χρήση της βίας. Απόλυτα ελεγχόμενες και έγκλειστες υφίστανται τη χειρότερη μορφή ταπείνωσης σε πιάτσες και οίκους
ανοχής, μην έχοντας καμία δυνατότητα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Με τον εκβιασμό της παράδοσης στην αστυνομία, καθημερινά βασανίζονται και βιάζονται από τους πελάτες και τους νταβατζήδες με την κάλυψη που τους παρέχουν οι θεσμοί της δημοκρατίας, όπως αποδείχτηκε με την αθώωση του μπάτσου νταβατζή-βιαστή (Ν. Μπρικόλια) της ουκρανής μετανάστριας Όλγας Μπ.Η μεταολυμπιακή αντι-μεταναστευτική πολιτική του ελληνικού κράτους προβλέπει μαζικές απελάσεις, καθώς ολοκληρώθηκαν τα "μεγάλα έργα" και μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού των μεταναστών αποτελεί εργατικό δυναμικό, το οποίο πλέον δεν είναι χρήσιμο για τα αφεντικά.
Το νέο νομοσχέδιο (σύμφωνα με το οποίο, για να πάρει ένας μετανάστης την άδεια παραμονής πρέπει να καταβάλλει 900 ευρώ, να έχει ένσημα όλο το χρόνο, να γνωρίζει την ελληνική γλώσσα και την ελληνική ιστορία και να εξετάζεται από επιτροπές το ήθος και η συμπεριφορά του) θεσμοποιεί αυτές τις απελάσεις καθώς και την υπερεκμετάλλευση των μεταναστών προλετάριων που θα παραμείνουν στη χώρα.
Για να αποσπάσουν την απαραίτητη κοινωνική συναίνεση σε αυτή τη διαδικασία και έχοντας δημιουργήσει γόνιμο έδαφος με τη "Μεγάλη Ιδέα" της ολυμπιάδας αλλά και με την "εθνική νίκη" του EURO, κράτος και αφεντικά εντείνουν την προσπάθεια διάχυσης των ρατσιστικών και εθνικιστικών ιδεολογημάτων στην κοινωνία.
Αποκορύφωμα του εθνικιστικού κλίματος που καλλιεργήθηκε αυτή την περίοδο είναι το ρατσιστικό πογκρόμ που ακολούθησε τον ποδοσφαιρικό αγώνα Ελλάδας - Αλβανίας, όπου συμμορίες φασιστοειδών -με την κάλυψη και την πολύτιμη βοήθεια των μπάτσων- επιδόθηκαν σε ξυλοδαρμούς και τραμπουκισμούς μεταναστών, σκότωσαν έναν αλβανό εργάτη και τραυμάτισαν δεκάδες άλλους σε ολόκληρη τη χώρα.
Ο ρατσισμός και η δαιμονοποίηση των μεταναστών, που διαχέεται 15 χρόνια μέσω των Μ.Μ.Ε. (και στηρίζεται στην προπαγάνδα περί "εγκληματικότητας" και της αύξησης του ποσοστού ανεργίας) χαρακτηρίζει την καθημερινή ζωή τους.
Ο ρατσισμός αποτελεί βασική προϋπόθεση για την υποταγή, την καταπίεση και την άγρια εκμετάλλευση -από τα μικρά και τα μεγάλα αφεντικά- των μεταναστών εργατών, που χρησιμοποιούνται ως σκλάβοι κάτω από ένα καθεστώς τρομοκρατίας. Εξασφαλίζει τη σιωπή και τη συναίνεση της κοινωνίας στα εγκλήματα της εξουσίας εις βάρος των "ξένων", στις καθημερινές ταπεινώσεις, στις επιχειρήσεις "σκούπα", στους ξυλοδαρμούς (πρόσφατα παραδείγματα: ο ξυλοδαρμός αφγανών προσφύγων στο αστυνομικό τμήμα του Αγ. Παντελεήμονα, τα βασανιστήρια των προσφύγων στη βραχονησίδα Φαρμακονήσι από έλληνες καταδρομείς) και στις δολοφονίες (είτε στα λεγόμενα "εργατικά ατυχήματα" είτε από "τυχαίες εκπυρσοκροτήσεις" όπλων μπάτσων).
Η προώθηση, τέλος, ρατσιστικών και εθνικιστικών ιδεολογημάτων, η καλλιέργεια της "εθνικής" συνείδησης και ο διαχωρισμός των προλετάριων σε "έλληνες" και "ξένους" αφαιρεί από τους καταπιεσμένους το κύριο όπλο που έχουν να αντιτάξουν στους καταπιεστές τους, την αλληλεγγύη.
Για εμάς, η αλληλεγγύη στους μετανάστες δεν μπορεί να είναι μια ανθρωπιστική αντίληψη ή πράξη, μέσα από το πρίσμα του οίκτου από τον δυνατό στον αδύναμο. Δεν μπορεί να είναι επιλεκτική, αναπαράγοντας την κρατική προπαγάνδα για τίμιους ή εγκληματίες.
Η αλληλεγγύη στους μετανάστες έχει κοινωνικό και ταξικό χαρακτήρα. Είναι η αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων μέσα σε μια κοινωνική συνθήκη όπου επιβάλλεται η σιωπή, η συναίνεση και η εξατομίκευση.
Ως αναρχικοί / αντιεξουσιαστές, στεκόμαστε αλληλέγγυοι στους μετανάστες, στους αγώνες τους με επιμέρους αιτήματα για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας, όπως ήταν η απεργία των αλβανών και ρουμάνων εργατών γης το Μάιο του ’98 στο Βόλο, οι κινητοποιήσεις τους στα ολυμπιακά κάτεργα, όπως το κλείσιμο του ολυμπιακού εργοταξίου στο Περιστέρι τον Οκτώβριο του 2003 μετά από τη δολοφονία του εργάτη Alex Baci, οι απεργίες και η αντίσταση μέσα στις φυλακές.
Παράλληλα, μαζικές και δυναμικές κινήσεις, όπως ήταν η πορεία στις 19 Ιούνη ’03 στη Θεσσαλονίκη, η πορεία στις 9 Σεπτέμβρη ’04 στο κέντρο της Αθήνας μετά το πογκρόμ εναντίον αλβανών μεταναστών, όπως ακόμα και η επίθεση στο Α.Τ. Αγίου Παντελεήμονα, σπάνε το καθεστώς σιωπής και αποδεικνύουν ότι η κοινωνική - ταξική αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων νοηματοδοτείται έμπρακτα στον αγώνα ενάντια στη βαρβαρότητα της εξουσίας, ενάντια στο σύστημα που γεννά την εκμετάλλευση και την καταπίεση.