ΕΡΓΑΣΙΑ - ΜΙΣΘΩΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ

Για τα αφεντικά και το κράτος, η εργασία μετουσιώνει την εκμετάλλευση σε παραγωγή εμπορευμάτων και άρα κέρδους, αλλά και την καταπίεση με την προώθηση της υποταγής και την εμπέδωση του ιεραρχικού μοντέλου οργάνωσης της κοινωνίας, παρουσιάζοντάς τα ως αυτονόητα. Για τους καταπιεσμένους, ο εκβιασμός της εργασίας αποτελεί μια συνεχή διαδικασία αλλοτρίωσης με αντάλλαγμα την επιβίωσή τους, καθώς παραχωρούν τη δύναμη, τη δημιουργικότητα και το χρόνο τους προς όφελος αυτών που τους καταπιέζουν. Είναι, άλλωστε, αυτή ακριβώς η αντίφαση, η ευμάρεια των λίγων που βασίζεται στην ασφυκτική καθημερινότητα, την εξαθλίωση και το θάνατο για τους πολλούς, που συμπυκνώνει την ουσία του κόσμου των κυρίαρχων.

Παράλληλα, η εργασία είναι εκείνο το ευνοϊκό πεδίο για τα αφεντικά, όπου η παραγωγή εμπορευμάτων συνδυάζεται με την παραγωγή στρεβλών συνειδήσεων, ψεύτικων αναγκών και καθημερινών συμβιβασμών για τους προλετάριους. "Από την παραγωγή στην κατανάλωση" -και το αντίστροφο- οι εργαζόμενοι είναι σκλάβοι όχι μόνο κατά το χρόνο εργασίας τους αλλά και μετά από αυτόν, καθώς ο "ελεύθερος" χρόνος τους αναλώνεται στο κυνήγι του καταναλωτικού ονείρου και -φυσικά- στην ψυχική και σωματική κούραση - ως αποτέλεσμα της εργασίας.

Στη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα η -σε εξέλιξη- επίθεση του κράτους και των αφεντικών, επιβάλλει τον εκσυγχρονισμό του κοινωνικού συμβολαίου εκμετάλλευσης και καταπίεσης, που ονομάζεται εργασία. Στο ιδεολογικό επίπεδο, η επιβολή της εργασίας ως "αναγκαίας" κοινωνικής συνθήκης με την ιεροποίηση της σκλαβιάς (με τα κλισέ περί "τίμιας" δουλειάς κ.λπ.) λειτουργεί παράλληλα με πιο ευέλικτα σχήματα, όπως αυτά του ανταγωνισμού και της εξατομίκευσης, με την ελπίδα της κοινωνικής ανέλιξης να μοιράζεται απλόχερα με σκοπό την απόσπαση κοινωνικής συναίνεσης. Την ίδια στιγμή, οι παραδοσιακές μορφές -συλλογικής- εργασίας (σε εργοτάξια, συνεταιρισμούς κ.λπ.) αντικαθίστανται ή συμπληρώνονται από τις εξατομικευμένες σχέσεις εργασίας, οι οποίες σαν κύριο χαρακτηριστικό έχουν την προσωρινότητά τους αλλά και τη δυνατότητα να προσαρμόζονται όποτε το απαιτούν οι "ανάγκες της επιχείρησης", δηλαδή οι επιθυμίες των αφεντικών.

Όσοι δε αρνούνται ή -κυρίως- δεν "καλύπτουν" τους όρους εκμετάλλευσης και υποταγής μένουν άνεργοι και το ζητούμενο πλέον είναι η κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών. Οι εργάτες, οι άνεργοι, οι υποαπασχολούμενοι ζουν σε ένα διαρκή εκβιασμό με βάση τον οποίο η ζωή τους μετατρέπεται σε εργαλείο και εμπόρευμα, ενώ χάρη στη συνεχή αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, δημιουργείται ένα τεχνητά "ασταθές" περιβάλλον, όπου η υποταγή θεωρείται δεδομένη, ενώ οι συλλογικοί αγώνες των καταπιεσμένων πραγματοποιούνται και οργανώνονται όλο και πιο δύσκολα.

Η εναντίωση, τελικά, στην εργασία και τους όρους της ως σχέση εξουσίας που συμπληρώνει το πλέγμα των σχέσεων εξουσίας του σύγχρονου κρατικού-καπιταλιστικού κόσμου, είναι ένα ακόμη σημείο της ευρύτερης κοινωνικής κριτικής, ένα ακόμα μέτωπο του κοινωνικού και ταξικού πολέμου. Το σαμποτάζ και οι συλλογικοί αγώνες στους χώρους δουλειάς είναι ένα ακόμα βήμα για την όξυνση του κοινωνικού πολέμου, για την ενίσχυση της θέσης των καταπιεσμένων στο πεδίο του κοινωνικού και ταξικού ανταγωνισμού.